«Τι είναι φαύλος κύκλος μπαμπά; Διαβάζω στις εφημερίδες ότι η χώρα έχει μπει σε φαύλο κύκλο. Τι εννοούν;».
«Θυμάσαι που η θεία σου η Νίκη χώρισε πέρυσι με το Γιώργο; Παραπονιόταν ότι ο Γιώργος ήταν απόμακρος. Αυτός, με τη σειρά του, έλεγε το αντίθετο: η Νίκη είναι τόσο γκρινιάρα που αναγκάζεται να κλείνεται στον εαυτό του. Όσο πιο «απόμακρος» ήταν ο Γιώργος, τόσο πιο «γκρινιάρα» γινόταν η Νίκη. Όσο πιο «γκρινιάρα» ήταν η Νίκη τόσο πιο «απόμακρος» γινόταν ο Γιώργος. Βλέπεις τον φαύλο κύκλο; Η μια συμπεριφορά τροφοδοτεί την άλλη· το προβληματικό δίπολο «απόμακρος»-«γκρινιάρα» διαιωνίζεται. Σε τέτοιες περιπτώσεις αισθάνεσαι εγκλωβισμένος. Είναι σα να βρίσκεσαι σε κινούμενη άμμο: με κάθε κίνησή σου να βγεις βυθίζεσαι περισσότερο».
«Ενδιαφέρον, αλλά τι σχέση έχει αυτό με τη χώρα;»
«Η δομή του προβλήματος είναι παρόμοια. Να ένα παράδειγμα. Γράφει ο Γιώργος Παγουλάτος («Κ», 21/2/2010): «Το σύστημά μας διαχρονικά στηρίχθηκε σε ένα άγραφο κοινωνικό συμβόλαιο: οι πολλοί θα ανέχονται την υψηλή διαφθορά των ολίγων, αρκεί οι λίγοι να κάνουν τα στραβά μάτια στη μικροδιαφθορά των πολλών». Πρόσεξε τον συλλογισμό: ο αναλυτής περιγράφει εύστοχα ένα κυκλικό φαινόμενο. Το προβληματικό δίπολο «ανοχή υψηλής διαφθοράς»-«ανοχή μικροδιαφθοράς» αλληλοτροφοδοτείται και διαιωνίζεται. Να συνεχίσω;»
«Ναι, σε ακούω …»
«Κοίτα τώρα τον οικονομικό φαύλο κύκλο. Για να μειωθεί το υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα περικόπτονται μισθοί και αυξάνεται η φορολογία. Τα μέτρα αυτά επιφέρουν ύφεση, οπότε μειώνονται τα φορολογικά έσοδα, άρα αυξάνεται η ανάγκη για δανεισμό. Ο υψηλότερος δανεισμός αυξάνει τις δαπάνες για τόκους, μεγαλώνοντας έτσι το έλλειμμα. Φαύλος κύκλος. Ακόμη χειρότερα: εδώ και τριάντα χρόνια, το πελατειακό πολιτικό σύστημα προσέφευγε συστηματικά στον εξωτερικό δανεισμό για να εξυπηρετεί τους πολίτες-πελάτες, οδηγώντας πολιτικούς και πολίτες στην ηθική εξαχρείωση και την οικονομία στη χρεοκοπία. Αυτός είναι ο μεγάλος φαύλος κύκλος που τώρα συνειδητοποιούμε με οδυνηρό τρόπο».
«Πως βγαίνει κανείς από τον φαύλο κύκλο;»
«Δύσκολα. Τέτοια προβλήματα είναι δυσεπίλυτα: επειδή είναι κυκλικά, δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις. Γι αυτό αισθανόμαστε παγιδευμένοι· οι «λύσεις» επιτείνουν το πρόβλημα».
«Οπότε, τι κάνουμε;»
«Ο μεγάλος φιλόσοφος Λούντβιχ Βιτγκενστάϊν λέει ότι υπάρχουν «δυσκολίες της διάνοιας» και «δυσκολίες της βούλησης». Οι πρώτες αντιμετωπίζονται με κλασικούς - ρασιοναλιστικούς - τρόπους. Οι δεύτερες είναι πολύ πιο ζόρικες: αφορούν στον συνολικό προσανατολισμό μας στον κόσμο, σε ιστορικούς εθισμούς και εμπεδωμένους τρόπους που σχετιζόμαστε με τους άλλους. Οι φαύλοι κύκλοι αντιπροσωπεύουν «δυσκολίες της βούλησης». Για να αντιμετωπισθούν χρειάζονται αναπλαισίωση (reframing) – να θέσεις, δηλαδή, το πρόβλημα σε νέα συμφραζόμενα, ώστε αυτό να ιδωθεί διαφορετικά».
«Πως γίνεται αυτό;»
«Εν αρχή ην η πράξη. Η γλώσσα, λέει ο Βιτγκενστάϊν, έπεται, είναι μια εκλέπτυνση της πράξης. Ένα νέο «γλωσσικό παιχνίδι» - ένας νέος τρόπος σκέψης - δεν προέρχεται από επανεπεξεργασία του παλαιού, αλλά από αντισυμβατικές, απροσδόκητες πράξεις που μας συγ-κινούν. Οι αντισυμβατικές πράξεις δημιουργούν το νέο πλαίσιο μέσα στο οποίο οι λέξεις αποκτούν καινούριο νόημα»
«Λίγο αφηρημένα δεν είναι αυτά;»
«Φαντάσου τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς και τους βουλευτές να περιέκοπταν το μισθό τους κατά 30%. Φαντάσου να διορίζονταν γραμματείς υπουργείων όχι πολιτικά πρόσωπα, αλλά άξια υψηλόβαθμα στελέχη της διοίκησης. Φαντάσου όλα τα αιτήματα άρσης βουλευτικής ασυλίας να γίνονταν δεκτά από τη Βουλή. Φαντάσου να μαθαίναμε λεπτομερώς πως οι πολιτικοί απέκτησαν περιουσία. Φαντάσου το κυβερνητικό κόμμα να ομολογούσε τις μίζες που έπαιρνε από τη Ζήμενς. Φαντάσου τον πρωθυπουργό, παρά την ισχυρή λαϊκή εντολή, να σχημάτιζε κυβέρνηση μη μονοπαραταξιακή. Όλα αυτά συνιστούν αντισυμβατικές πράξεις, και έχουν κάτι κοινό: τον ενεργό αυτοπεριορισμό του πολιτικού συστήματος· αρχίζουν να αντιστρέφουν την επί 35ετία κυρίαρχη τάση - την άπληστη, δυναστειακή, και φαύλη κομματοκρατία. Αυτές θα ήταν απροσδόκητες πράξεις που θα μας άγγιζαν, και θα δημιουργούσαν ένα νέο πλαίσιο, γιατί θα ενσάρκωναν κάτι καινούριο. Όταν ακούς τον Πάγκαλο να λέει «πρέπει να τελειώσουμε με την παλιά Ελλάδα: με το ρουσφέτι, με τη συναλλαγή, με τα κόμματα της διαφθοράς και της διαπλοκής» («Βήμα», 28/3/2010), αναρωτιέσαι αν ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την ειρωνεία: εδώ και τριάντα χρόνια αυτός και οι σύντροφοί του συνέβαλλαν καθοριστικά στην επί το δυσμενέστερο αναπαραγωγή της «παλιάς Ελλάδας». Η «παλιά Ελλάδα» θα τελειώσει όταν τελειώσουν και εκπρόσωποί της σαν τον κ.Πάγκαλο».
«Εντάξει, αλλά ο πρωθυπουργός ξεχωρίζει»
«Πράγματι, δεν είναι βαλκανικής κοπής, αν αυτό εννοείς. Ο πρωθυπουργός όμως είναι κληρονόμος της παπανδρεϊκής δυναστείας, από την οποία ουδέποτε ρητώς αποστασιοποιήθηκε. Δεν πείθει γιατί δεν ενσαρκώνει το καινούριο. Το μήνυμα δεν συγχρονίζεται με τον φορέα του. Θυμήσου: τα λόγια αποκτούν νέο νόημα όταν σημασιοδοτούνται σε ένα νέο πλαίσιο. Σήμερα αυτό απουσιάζει. Έχουμε μόνο κενά λόγια».
«Πολύ μαύρα δεν τα βλέπεις;»
«Τα βλέπω καθαρά καλή μου. Βιώνουμε ένα πνιγηρό αδιέξοδο. Ίσως η εμπειρία της ταπεινωτικής αποτυχίας μας ταρακουνήσει. Πως, δεν ξέρω. Οι κοινωνίες είναι απρόβλεπτα συστήματα. Γι αυτό χρειάζονται μετασχηματιστικοί ηγέτες τύπου Μαντέλα και Ομπάμα: να εκφράσουν την οργή μας και να μορφοποιήσουν την ελπίδα μας. Δεν βλέπω να υπάρχουν, ελπίζω να προκύψουν».