
Δύο σφάλματα επαναλαμβάνονται συχνά στην πολιτική ανάλυση: το ρασιοναλιστικό και το δεοντολογικό σφάλμα. Και τα δύο υπεραπλουστεύουν τη διαδικασία πολιτικών επιλογών του ψηφοφόρου και εμφορούνται από ένα υπόρρητα πατερναλιστικό ύφος.
Οι ρασιοναλιστές εκδέχονται την πολιτική ως μια διαδικασία μεγιστοποίησης οφελών. Ο πολίτης οφείλει να επιλέγει για αντιπροσώπους του εκείνους του πολιτικούς που έχουν να επιδείξουν το καλύτερο έργο. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο πολιτικός είναι όπως ο γιατρός. «Όταν επιλέγουμε γιατρό είμαστε πολύ προσεκτικοί. Δε διαλέγουμε το γιατρό του ΠΑΣΟΚ ή το γιατρό του Τσίπρα, διαλέγουμε τον καλό γιατρό, ό,τι και να ‘ναι αυτός» (Σ. Μάνος, συνέντευξη στον ιστοχώρο www.newstime.gr). Κατ’ αναλογίαν, αυτό θάπρεπε να συμβαίνει και στην πολιτική: να διαλέγουμε για αντιπροσώπους αυτούς που έχουν το καλύτερο βιογραφικό.
Η άποψη αυτή διαθέτει αληθοφάνεια. Και η ιατρική και η πολιτική είναι σύνθετες δραστηριότητες, οι οποίες απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, εκλεπτυσμένη κρίση, και δυσμίμητη τέχνη στην άσκησή τους. Και οι γιατροί και οι πολιτικοί κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Υπάρχει όμως μια κρίσιμη διαφορά. Η πολιτική είναι κάτι παραπάνω από αποδεδειγμένη γνώση – είναι πρωτίστως συμβολοποιητική δραστηριότητα. Στην πολιτική δεν ξέρουμε ρητά τι ακριβώς θέλουμε• μόνο ένα γενικό περίγραμμα επιθυμητής κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας μπορούμε να διατυπώσουμε. Οι επιθυμίες μας είναι γενικές, αντιφατικές και αδιαμόρφωτες• γι αυτό αναζητούμε ανθρώπους να τις μορφοποιήσουν – να τις συμβολίσουν. Ο Μακέην και η Κλίντον διέθεταν καλύτερο βιογραφικό από τον Ομπάμα, αλλά μόνο ο τελευταίος συμβόλισε με την προσωπική του διαδρομή και το λόγο του την αλλαγή που επιθυμούσαν οι Αμερικανοί. Οι πολιτικοί διατυπώνουν οράματα, μορφοποιούν επιθυμίες, συμβολίζουν τα όνειρά μας. Η πολιτική, η «κυριωτάτη» των επιστημών (Αριστοτέλης), δεν είναι αναγώγιμη στην ιατρική ή τη μηχανική.
Οι δεοντολογιστές αντιλαμβάνονται την πολιτική ως μια κορυφαία συλλογική διαδικασία στην οποία οι πολίτες, εξ ορισμού, επιβάλλεται να μετέχουν. Αν δεν το κάνουν, όπως συνέβη με την πρωτοφανή αποχή από τις πρόσφατες ευρωεκλογές, είναι «αχρείοι, δηλαδή άχρηστοι και ανάξιοι» της κοινωνικής συμβίωσης (Θ. Πάγκαλος, συνέντευξη στην «Κ», 14/6/2009). Ο ισχυρισμός αυτός φορτίζει αξιολογικά την ιδιότητα του πολίτη. Η τελευταία δεν συνάγεται από την εμπειρική πραγματικότητα, αλλά προϋποτίθεται από έναν αφηρημένο ορισμό.
Αυτό ο τρόπος σκέψης αρνείται να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα κατασκευάζουν την πολιτική τους ταυτότητα και ασκούν τα πολιτικά τους δικαιώματα στην εκάστοτε συγκυρία. Είναι σα να ορίσουμε, ας πούμε, τη νεανική σεξουαλική συμπεριφορά a priori (πως αυτή θάπρεπε να εκφράζεται), αντί να εγκύψουμε σε πραγματικές συμπεριφορές, στο νόημα που τις συνέχει, και στις συνθήκες που τις διαμορφώνουν. Με την πρώτη – εξιδανικευτική- προσέγγιση ικανοποιούμε απλώς την πατερναλιστική επιθυμία μας να υποδεικνύουμε στους άλλους πώς να συμπεριφέρονται. Με τη δεύτερη –εμπειρική- προσέγγιση προβληματιζόμαστε σχετικά με τον τρόπο συμπεριφοράς των ατόμων και αναζητούμε ρεαλιστικούς τρόπους βελτίωσής τους.
Αν θέλουμε να προβληματιστούμε σοβαρά για την τεράστια αποχή από τις ευρωεκλογές, πρέπει να ακούσουμε το λόγο αυτών που απείχαν. Τότε θα δούμε ότι, για αρκετούς, η επιλογή της αποχής δηλώνει τη βαθιά απέχθειά τους για το σάπιο πολιτικό σύστημα. Στα μάτια πολλών ‘όλοι είναι για τη μάσα’. Έτσι κυρίως αισθάνεται ο απλός ψηφοφόρος. Μπορεί κάποιος πολιτικός να συμβολίσει εμπράκτως μια διαφορετική αντίληψη για την πολιτική; Το βάρος της απόδειξης ανήκει στον πολιτικό-ηγέτη, όχι στον πολίτη.
Ο ηγέτης συμβολίζει συμπεριφορές• οι πολίτες μιμούνται τους άρχοντες. Όταν τον τόνο στους άρχοντες τον δίνουν οι καιροσκόποι, οι ανίκανοι, οι διαπλεκόμενοι ή οι διεφθαρμένοι, τότε μην αναμένετε από τον πολίτη να αισθανθεί ότι υπερήφανα μετέχει σε μια μυθική Αθηναϊκή δημοκρατία. Ο πολίτης εύλογα αποσύρεται στην ιδιωτική του σφαίρα, από την οποία εξέρχεται μόνο όταν ένας χαρισματικός πολιτικός τύπου Ομπάμα τον πείσει ότι μπορεί να ελπίζει• ότι στη δημόσια σφαίρα αξίζει να μετέχει όχι για να τιμήσει την αφηρημένη ιδιότητα του πολίτη, αλλά γιατί η ζωή του μπορεί να γίνει καλύτερη με τη δική του συμμετοχή. Στην Ελλάδα οι πολιτικοί σκότωσαν την ελπίδα και τώρα μας επιπλήττουν για την απελπισία μας!