Είναι ενδιαφέρον να διαβάζει κανείς το παρόν αναδρομικά. Έχει την ευκαιρία να εστιάζει στη διαδρομή που οδήγησε στην παρούσα κατάσταση - στις δυνατότητες που υπήρχαν, τα σημεία διακλάδωσης στη λήψη αποφάσεων, τις επιλογές που έγιναν. Η αναδρομική ανάγνωση διαυγάζει το πεδίο επιλογών της τρέχουσας δράσης.
Θυμάστε την υπεροπτική δήλωση του φρέσκου τότε υπουργού Οικονομικών κ. Βαρουφάκη στους New York Times (30/1/2015); «Δεν θέλουμε τα 7 δισ. ευρώ», είπε. «Θέλουμε να […] επανεξετάσουμε ολόκληρο το πρόγραμμα. Στόχος μας δεν είναι να πάρουμε την επόμενη δόση του δανείου». Κάτι τέτοιο, ανέφερε, θα ήταν απλώς μια μετάθεση του προβλήματος.
Η στρατηγική του απέβλεπε σε αλλαγή «παραδείγματος» - να αναθεωρηθεί η λογική του προγράμματος διάσωσης, όχι απλά κάποιες πτυχές του. Όλες οι κινήσεις του κ. Βαρουφάκη περιστρέφονταν γύρω από αυτή τη στρατηγική επιλογή: να επιμείνει στην πολιτικοποίηση, όχι στην «τεχνικοποίηση» του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Γι αυτό ουσιαστικά ποτέ δεν έκανε «τεχνική» διαπραγμάτευση με τους δανειστές, επιδόθηκε κυρίως σε αλλαγές φραστικού-προπαγανδιστικού τύπου, και χρονοτρίβησε ελπίζοντας ότι ο φόβος των δανειστών για διάλυση της ευρωζώνης μετά από ένα Grexit, θα τους καθιστούσε ενδοτικούς στα ελληνικά αιτήματα.
Κρίσιμες προθεσμίες χάθηκαν, ιδιαιτέρως σημαντικά γεγονότα συνέβησαν: η χώρα έχει κηρύξει στάση πληρωμών στο ΔΝΤ και βρίσκεται πλέον εκτός προγράμματος, με τις τράπεζές της ημιθανείς.
Το δημοψήφισμα ήταν μια ακόμα αποτυχημένη προσπάθεια πολιτικοποίησης του θέματος. Ο κ. Τσίπρας βγήκε πανίσχυρος, αλλά επρόκειτο για αμφίβολης χρησιμότητας ισχύ. Η ισχύς που μετράει στις διεθνείς σχέσεις είναι αυτή που απορρέει από συμμαχίες και ευνοϊκές συγκυρίες. Ο συγκρουσιακός ναρκισσισμός του κ. Βαρουφάκη και η ελληνικής κοπής πρωτόγονη ρητορική του κ. Τσίπρα, όχι μόνο δεν κέρδισαν φίλους διεθνώς, αλλά δημιούργησαν εχθρούς.
Δείτε την κατάσταση σήμερα. Η κυβέρνηση Τσίπρα εκλιπαρεί τους δανειστές όχι απλά για την τελευταία δόση των 7 δισ. αλλά για ένα νέο δάνειο 59 δισ. ευρώ (!), κυρίως για την αποπληρωμή παλαιών χρεών και οφειλών. Μια κατ’ εξοχήν αντιμνημονιακή κυβέρνηση ζητά ένα ακόμα οδυνηρό Μνημόνιο! Αυτή και μόνη η αντίφαση αποκαλύπτει πόσο απέτυχε η στρατηγική Βαρουφάκη-Τσίπρα. Το πολιτικό πλαίσιο της ελληνικής κρίσης παραμένει το ίδιο: το κύριο βάρος της προσαρμογής εξακολουθεί να το φέρει η Ελλάδα.
Για όσους δεν πάσχουν από εγωπαθή ή ιδεοληπτική βουλησιαρχία, αυτό ήταν αναμενόμενο. Το κόστος της ελληνικής εξόδου από το ευρώ είναι πολύ μεγαλύτερο για την Ελλάδα απ’ ό,τι για την ευρωζώνη. Η λιτότητα της δραχμής είναι απίστευτα πιο οδυνηρή από τη λιτότητα της συμμετοχής στο ευρώ. Αυτό το γνώριζαν πάντοτε οι δανειστές (εξού και η αδιαλλαξία τους), ενώ τώρα το συνειδητοποίησε (με οδυνηρό τίμημα για όλους) και ο κ. Τσίπρας.
Καθότι το αδύναμο μέρος, αδυνατούμε να επιβάλουμε έναν διαφορετικό ορισμό του προβλήματος. Για τους δανειστές, το ελληνικό πρόβλημα είναι αμιγώς ενδογενές. Προσπερνούν βολικά τα εξωγενή αίτια – τον κακό σχεδιασμό της ευρωζώνης που μετέτρεψε τα πλεονάσματα του Βορρά σε ελλείμματα του Νότου, καθώς και την απουσία κοινών δημοσιονομικών πολιτικών. Αφού αυτοεξυπηρετικά θεωρούν ότι εμείς μόνοι δημιουργήσαμε το πρόβλημά μας, δεν θεωρούν ότι πρέπει να επωμισθούν το κόστος της απομείωσης τους χρέους.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Εκεί που ήμασταν πάντοτε. Τα θεμελιώδη του προβλήματος παραμένουν αναλλοίωτα. Πρώτον, στην κακά σχεδιασμένη ευρωζώνη, το κόστος της συμμετοχής πληρώνει ο αδύναμος εταίρος. Ο ισχυρός αναβάλλει την πληρωμή του δικού του τιμήματος όσο μπορεί. Δεύτερον, όταν προκύπτει διαμάχη δανειστών-δανειζομένου, ο τελευταίος κυρίως πρέπει να προσαρμοσθεί στις οδυνηρές απαιτήσεις του πρώτου. Τρίτον, οι Έλληνες θέλουν και συμμετοχή στο ευρώ και να διατηρήσουν εν πολλοίς τις συνήθειές τους (καταναλωτικές-θεσμικές). Και τα δύο δεν γίνονται.
Το τρίτο Μνημόνιο θα κρατήσει τη χώρα στο ευρώ. Αν και ανεκτό, το τίμημα θα είναι οδυνηρό. Δανειστές και δανειζόμενος επιμένουν στη στρατηγική του “extend and pretend”. Οι ξένοι προσφέρουν δάνεια και επιβάλλουν μέτρα, προσποιούμενοι ότι αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Ένα ακόμα αντιμνημονιακό κόμμα μετατρέπεται τάχιστα σε μνημονιακό: αποδέχεται απρόθυμα τα νέα μέτρα για να προσποιηθεί αργότερα ότι τα εφαρμόζει!
Η συμμετοχή στο ευρώ απαιτεί θυσίες – λιτότητα και σαρωτικές θεσμικές αλλαγές. Η λιτότητα αντέχεται αν οι πολίτες εμπνέονται ότι οι θυσίες τους θα πιάσουν τόπο, ότι υπάρχει προοπτική. Οι θεσμικές αλλαγές προωθούνται αν υπάρχουν μεταρρυθμιστές. Τίποτα από τα δύο δεν υφίσταται. Θα ζούμε με την κρίση για πολύ καιρό ακόμη.
1 σχόλιο:
Η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων που διεξήχθησαν το Σαβ/κο καταδεικνύουν περίτρανα όλα αυτά που γράφεις για την αποτυχία του Βαρουφάκιου «δόγματος» (περί πολιτικοποίησης του ελληνικού προβλήματος). Πως να γίνει αλλαγή του - οπώς φαίνεται μεθοδευμένου και βαθιά ριζωμένου - παραδείγματος; Με απειλές αυτοπυρπολισμού;
Πάντως, νομίζω μέτα από ένα πραγματικά βασανιστικό διήμερο για τους έλληνες διαπραγματευτές και όλους τους Έλληνες, βγήκε και κάτι θετικό. Μάλλον βλέπουμε καλύτερα τί συμβαίνει γύρω μας: γνωρίζουμε πλέον χωρίς αυταπάτες τις πραγματικές προθέσεις των λεγόμενων εταίρων, διαλύθηκαν τα ρητορικά προσχήματα για δυνατή κατάργηση των μνημονίων μέσα στην ευρωζώνη, καταφάνηκε ο εγκληματικός ερασιτεχνισμός της κυβέρνησης και πλέον δεν υφίσταται «όραμα» εξόδου από την κρίση χωρίς αέναο πόνο και ευλαβική συμμόρφωση προς τους αυστηρούς κανόνες του γερμανοευρωσυστήματος.
Οι Γερμανοί δε δίστασαν να απειλήσουν ωμά και να ζητήσουν ευθαρσώς την απόλυτη υποταγή της Ελλάδας - και μάλιστα υπό το βλέμμα της παγκόσμιας δημοσιογραφικής κοινότητας και καθώς χιλιάδες (αν όχι εκατομμύρια) Ευρωπαΐοι πολίτες παρακολουθούσαν αδιάλειπτα την έξελιξη των διαπραγματεύσεων μέσω της μπλογκόσφαιρας (π.χ. τουίτερ). Η καγγελάριος έδειξε επιτέλους το πραγματικό της πρόσωπο: η ευρωζώνη είναι γι’αυτήν ένα κατεξοχήν γερμανικό πρότζεκτ και όποιος λαός και έθνος αντιστέκεται – σθεναρά ή μη – στο «αρχισχέδιο» (ιερούς κανόνες δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής και πρακτικής) θα πρέπει τελικά να θυσιάσει με απόλυτο τρόπο την αυτοδιάθεσή του. Η Γερμανία ξεκαθάρισε χτες ότι μόνο η δική της στρατηγική μετράει και ότι η απαίτηση για ηθική νομιμοποίηση του πρότζεκτ από το μέσο ευρωπαΐο πολίτη (φυσικά και τον Έλληνα) είναι απλά περιττή, αν όχι ενοχλητική. Τί σημαίνει αυτό για εμάς; Ανακύπτει πλέον πραγματικό ζήτημα για όλους εμάς, οι οποίοι προασπιζόμαστε τον ευρωπαΐκό προσανατολισμό της χώρας. Οφείλουμε να αναζητήσουμε το λόγο για τον οποίο μάς συμφέρει ή ίσως όχι (σε βάθος χρόνου εννοώ) η συμμετοχή της Ελλάδας στο γερμανοευρωσύστημα. Να αναστοχαστούμε με ρεαλισμό.
Τώρα βραχυπρόθεσμα, ο πρωθυπουργός έχει τεράστια ευθύνη για τη σμίλευση του κοινού αισθήματος. Πρέπει να βρει τον τρόπο να μετατρέψει το διάχυτο αίσθημα ήττας, ταπείνωσης και εξευτελισμού σε αίσθημα ελπίδας και προοπτικής, όπως λες. Είναι ίσως το πιο δύσκολο έργο που θα βρει μπροστά του, αλλά και το κλειδί για να αποφευχθούν τα χειρότερα, όπως η στροφή του κόσμου στα πολύ άκρα... Ας ελπίσουμε ότι δε θα αρκεστεί και πάλι σε ερασιτεχνισμούς...
Μανώλης
Δημοσίευση σχολίου