Μέσα στις αναθυμιάσεις που αναδίδει η σήψη του πολιτικού συστήματος, ευτυχώς υπάρχουν πολιτικοί που μας εκπλήσσουν ευχάριστα. Με το αναζωογονητικά τολμηρό άρθρο της στην «Καθημερινή» (16/1/2011), η βουλευτής Δράμας του ΠΑΣΟΚ κυρία Χαρά Κεφαλίδου απηύθυνε έκκληση στους συναδέλφους της να αρθούν πάνω από τις αντιλήψεις της «συντεχνίας» τους, να «περιορίσουν τα προνόμιά» τους. Θα λυθεί έτσι το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας; Όχι, βέβαια. Το ζητούμενο είναι άλλο, συμβολικό: να ανακτήσουν οι βουλευτές την αξιοπιστία τους. Πώς; Τιμώντας την ηγετική διάσταση του ρόλου τους: «Όταν ζητάμε από τους άλλους να ξεβολευτούν, πρέπει πρώτα να ξεβολευτούμε εμείς οι ίδιοι», γράφει η βουλευτής Δράμας. «Αν δεν εμπνεύσουμε τους πολίτες δεν έχουμε μέλλον. Αλλά για να εμπνεύσουμε πρέπει να ταυτιστούμε μαζί τους. Διαμορφώνουμε νοοτροπίες όχι με τα λόγια αλλά με τα έργα μας».
Συγκρίνετε το ήθος που εκπέμπει ο λόγος αυτός με τις αυτοεξυπηρετικές πρακτικές των κομματανθρώπων του πολιτικού συστήματος, και θα δείτε τη διαφορά. Ιδού μερικά, τυχαία, παραδείγματα.
Πρόσφατα, οι εθνοπατέρες μας αποφάσισαν για πολλοστή φορά να μην αρθεί η ασυλία τεσσάρων βουλευτών που κατηγορούνται για παραβάσεις του ποινικού δικαίου (π.χ. παράνομη εκτέλεση οικοδομικών εργασιών, παράνομη εκχώρηση άδειας για άσκηση επαγγέλματος, κλπ)! Ο κ. Μ. Παπαϊωάννου, παμπάλαιο στέλεχος της «πράσινης» νομενκλατούρας, αντιτάχθηκε πέρυσι στη δημοσιοποίηση των βουλευτικών δηλώσεων «πόθεν έσχες» στο Διαδίκτυο, διότι «δεν βοηθάει σε τίποτα. Ίσως δώσει τροφή και σε ορισμένους που στοχοποιούν κάποιους βουλευτές»! Η αντιπρόεδρος της Παναττικής Ένωσης Καθαριστριών και Οικιακού Προσωπικού κυρία Τσούνη, ανέφερε πέρυσι στην Επιτροπή Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (!) της Βουλής ότι υπουργοί και βουλευτές απασχολούν ανασφάλιστο προσωπικό για οικιακές εργασίες. Ο πρόεδρος της βαρύγδουπης επιτροπής κ. Β. Οικονόμου αντέδρασε ακαριαία: «Φτάσαμε στο σημείο», είπε οργισμένος, «ο καθένας να λέει κάτι για να κερδίσει ένα δευτερόλεπτο δημοσιότητας. Αν έχει λίγο τσίπα, ας φέρει (στοιχεία η κυρία Τσούνη)». Μάλιστα… Αντί να ρωτήσει την καταγγέλλουσα, πώς θα μπορούσε η Επιτροπή να τη βοηθήσει για να φέρει στο φως τα σχετικά στοιχεία, ο πρόεδρός της, σαν σταλινικός γραφειοκράτης σε σοβιετική δίκη, ανάγκασε τη φοβισμένη καθαρίστρια να ζητήσει «συγγνώμη»! Απλή λεπτομέρεια: ο «σοσιαλιστής» κ. Β. Οικονόμου κέρδισε τον περασμένο Μάιο τη δημοσιότητα που δικαιούται, αντιτιθέμενος σθεναρά στο «κατοχικό» Μνημόνιο! Το «λαό» αξίζει να τον υπερασπίζεσαι μόνο όταν είναι αφηρημένη έννοια…
Ο λόγος οποιουδήποτε ασκεί δημόσια εξουσία αποκτά ηγετική αξιοπιστία όταν αποσπά την εμπιστοσύνη μας. Πώς γίνεται αυτό; Όταν αυτός που τον εκφέρει αίρεται πάνω από τον ορίζοντα των ιδιοτελών συμφερόντων - είτε δικών του, είτε της συλλογικής οντότητας στην οποία μετέχει· όταν, δηλαδή, αντιμετωπίζει συμβάντα που δοκιμάζουν τις καταστατικές αξίες της συλλογικότητας όχι καιροσκοπικά, ούτε συντεχνιακά, αλλά αυτοκριτικά, αναγόμενος σε αυτές τις αξίες. Η στρατηγική αυτή κερδίζει την εμπιστοσύνη μας στο μέτρο που ο ενεργών ηγετικά ακολουθεί το δύσκολο δρόμο: διακινδυνεύει κάτι πολύτιμο (π.χ. το βραχυπρόθεσμο κύρος της συλλογικότητας)· υπάγει τη συμπεριφορά του σε γενικές αρχές, αυτοπεριορίζεται. Βουλευτές-statesmen δείχνουν να το κατανοούν αυτό· βουλευτές-κομματάνθρωποι είναι παντελώς ανυποψίαστοι: αγωνιούν πρωτίστως για τις προϋποθέσεις αναπαραγωγής της εξουσίας τους.
Δεν είναι πολλά και ίσως εξαερώνονται στην εμετική οσμή που αναδίδει ο βόρβορος της διαφθοράς, αλλά παραδείγματα αναζωογονητικών ηγετικών πρωτοβουλιών συναντούμε και σε άλλους χώρους, εκτός της πολιτικής. Πέρυσι, λ.χ., οι γιατροί του ΕΣΥ Λακωνίας, με ομόφωνη απόφαση του συλλόγου τους, ανάρτησαν αφίσες στο νοσοκομείο της Σπάρτης με κεντρικό μήνυμα: «Εάν σου ζητήσουν φακελάκι, δώσε ένα άδειο! Βοήθησε να απαλλαγούμε από τη διαφθορά. Μη συμμετέχεις».
Τι εύστοχη πρωτοβουλία! Κάποιοι επαγγελματίες είναι υπερήφανοι για τη δουλειά τους και θέλουν να την προστατεύσουν. Υπερασπίζοντας την υπόληψή τους, υπερασπίζονται τις αξίες του επαγγέλματός τους. Δεν κάνουν εθιμοτυπικές εκκλήσεις στην πολιτεία να θεσπιστούν νόμοι, να επέμβει δηλαδή κάποιος άλλος· αναλαμβάνουν οι ίδιοι την πρωτοβουλία να αυτοαστυνομευθούν, να χωρίσει η ήρα από το στάρι.. Οι μακροχρόνιες αξίες που διέπουν το επάγγελμά τους είναι σημαντικότερες από το είδωλο της «καλής εικόνας» που κοινωνικά τους αποδίδεται. Η εικόνα είναι πραγματικά καλή όταν, όπως παρατηρεί ο Ανταμ Σμιθ, ο επαγγελματίας διεκπεραιώνει με «ευπρέπεια» το ρόλο του, όταν δηλαδή το «πάθος» του συμπίπτει με το «πάθος» που θα είχε ένας «αμερόληπτος θεατής» αν ήταν στη θέση του. Τότε, ο ορίζοντας ενός επαγγελματία δεν εξαντλείται στον ορίζοντα των ιδιοτελών συμφερόντων του, αλλά συναντά το ευρύτερο «κοινό αίσθημα». Όσο ο επαγγελματίας παγιδεύεται στο κοινωνικώς κατασκευασμένο είδωλο του ρόλου του, τόσο συρρικνώνεται ο ηθικός του ορίζοντας.
Η ηθική της ευθύνης απελευθερώνει. Ενισχύει την αυτοεκτίμηση των εμπλεκομένων («κερδίζουμε πρόσωπο», λέει η κυρία Κεφαλίδου), προστατεύει εμπράκτως τις αξίες της συλλογικής οντότητας, προσδίδει αξιοπιστία στα μέλη της. Η ηθική της ευθύνης είναι αλλοκεντρική, μάχεται την αδιαφορία και το ναρκισσισμό, διατηρεί σε ετοιμότητα τα ηθικά ανακλαστικά του φορέα της. Φυσικά, κοστίζει – σε ανέσεις, ισχύ, ησυχία. Αν σας προβληματίζει γιατί δεν βλέπουμε περισσότερα δείγματα αυτής της ηθικής στο δημόσιο βίο, σκεφτείτε ότι η «ευπρέπεια» απαιτεί ενέργεια για την καλλιέργειά της – αίσθηση κοινότητας, υποδειγματικές ηγετικές πρωτοβουλίες, κίνητρα και κυρώσεις, εγρήγορση· το ιδιοτελές συμφέρον, αντιθέτως, είναι αυτοφυές!
9 σχόλια:
Ουδενός επαίνου αξίζει, διότι είναι άνευ ουσίας και υποκριτική η τοποθέτηση της κ. Χαράς Κεφαλίδου.
Το πρόβλημα της χώρας δεν αντιμετωπίζεται με τέτοιου είδους επιδερμικές συμπεριφορές, όπως άλλωστε αποδέχεται και ο κ. Τσούκας.
Ούτε και το ζήτημα είναι να "αποκτήσουν πρόσωπο" οι βουλευτές. Το ζητούμενο είναι να ασκήσουν την όποια εξουσία τους, προς όφελος της χώρας και των εκλογέων τους και όχι προς όφελος των χρηματοδοτών τους (εν στενή και εν ευρεία εννοία).
Και αυτό - δηλαδή την άσκηση της εξουσίας τους υπέρ των συμφερόντων της χώρας και των εκλογέων τους - δεν το πράττουν, αφού επιτρέπουν στην κατοχική κυβέρνηση του ΓΑΠ να ασκεί αυτήν την τρέχουσα οικονομική πολιτική, που υπερασπίζει, πρώτα και πάνω απ' όλα, τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής ελίτ, σε βάρος των συμφερόντων του ελληνικού πληθυσμού και όλων των συντελεστών της πραγματικής οικονομίας της χώρας.
Δρώντας μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο και υπερασπίζοντας την καταστροφική για τον τόπο και τις αναπτυξιακές του δυνατότητες οικονομική πολιτική του ΓΑΠ η κ. Χαρά Κεφαλίδου και όλος ο εσμός της κυβερνητικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από το να οδηγούν την χώρα στην καταστροφή και ως εκ τούτου οι όποιες τοποθετήσεις της κ. Κεφαλίδου, σαν και αυτές που περιγράφει ο κ. Τσούκας, λειτουργούν αποπροσανατολιστικά στην κοινωνική συνείδηση, διότι ξεκινούν από την εσφαλμένη και συμφέρουσα, για την ελληνική πολιτικοοικονομική ελίτ, αντίληψη, που λέει ότι η τρέχουσα πολιτική του Μνημονίου της ντροπής και της μεταναζιστικής κατοχής είναι ορθή και ότι το μόνο που χρειάζεται είναι η εκλαϊκευσή της, με την διάχυσή της σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, μια διάχυση, η οποία - αυτή καθ' εαυτή - θα την νομιμοποιήσει.
Με δεδομένη την φιλομνημονιακή αντίληψη του κ. Τσούκα, πρέπει να πω ότι ο κ. καθηγητής ορθά εστιάζει στο ουσιαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Μνημόνιο και η πολιτική που απορρέει από αυτό και το οποίο πρόβλημα έχει να κάνει με την ευρεία κρίση κοινωνικής νομιμοποίησης που αντιμετωπίζουν το Μνημόνιο, οι ξένοι εμπνευστές και οι επιχώριοι υποτακτικοί τους, κατά την εφαρμογή του στην πράξη. Για τον λόγο αυτόν και ο κ. Τσούκας στρέφεται προς την κ. Χαρά Κεφαλίδου και την επαινεί, αφού η πρότασή της ταιριάζει πλήρως με την αγωνιώδη προσπάθειά του να νομιμοποιηθεί κοινωνικά το Μνημόνιο και ο Μηχανισμός στήριξης του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο, κατ' ευφημισμόν, έχει αποκληθεί, ως "Μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας".
Οι προσπάθειες του κ. Τσούκα είναι μάταιες. Το Μνημόνιο της ντροπής έχει πλέον αποκτήσει, μέσα στην λαϊκή συνείδηση, μια τόσο άσχημη εικόνα, που οποιοδήποτε καμουφλάρισμα και οποιαδήποτε (εικονική, ή πραγματική) επιχείρηση διάσωσης της ουσίας της πολιτικής του, με τον όποιο (μεγάλο ή μικρό) περιορισμό των προνομίων των βουλευτών και ευρύτερα της ελληνικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ, δεν πρόκειται να μεταβάλει αυτήν την εμπεδωμένη πλέον λαίκή πεποίθηση, η οποία όσο περνάει ο καιρός είναι απαύγασμα της προσωπικής εμπειρίας των μελών της ελληνικής κοινωνίας. Μια εμπειρία, η οποία, όσο και αν προσκρούει στο πλασματικό αδιέξοδο, που έχει κτίσει ως δρώντα ιδεολογικό μηχανισμό, τον οποίον και διακινεί στην ελληνική κοινωνία - επιτυχώς, προς το παρόν - η ελληνική ελίτ, δυναμώνει την κοινωνική πεποίθηση ότι, παρά το αδιέξοδο, η εφαρμοσμένη πολιτική του Μνημονίου είναι καταστροφική για την χώρα και λειτουργεί προς το συμφέρον μιας εντόπιας ολιγαρχίας και της διεθνούς τραπεζικής ελίτ.
Το αστείο είναι ότι το αδιέξοδο, στο οποίο έχει οδηγηθεί η χώρα, από τις ανεφάρμοστες επιδιώξεις των εμπνευστών του Μνημονίου, έχουν αρχίσει να το αντιλαμβάνονται και οι ίδιοι οι εμπνευστές του (οι γερμανικές πολιτικές και χρηματοπιστωτικές ελίτ).
Η αλήθεια είναι ότι αυτό συμβαίνει (αργά και βασανιστικά), λόγω της πρόσφατης ιρλανδικής κρίσης, η έλευση της οποίας - μαζί με τα αδιέξοδα, που αυτή επανέφερε, ύστερα από την ελληνική κρίση του περασμένου Μαΐου - υποχρέωσε ακόμα και την κ. Μέρκελ να ομιλεί για το πραγματικό πρόβλημα της ευρωζώνης, δηλαδή, για "την κρίση χρέους της ευρωζώνης" (η οποία με την σειρά της είναι προϊόν της θεσμικής ανεπάρκειας της ευρωζώνης, η οποία δεν είναι ομοσπονδιακός κρατικός θεσμός, όπως θα έπρεπε να είναι).
Μπορεί οι τρέχουσες προτάσεις της Μέρκελ να είναι στην παρούσα φάση δογματικές στο περιεχόμενό τους και μεσομακροπρόθιεσμα ανεφάρμοστες, αλλά φαίνεται ότι η γερμανική ελίτ έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι το αδιέξοδο των πολιτικών, που πέρασαν με το ελληνικό και το υπό διαμόρφωση Ιρλανδικό Μνημόνιο, είναι πλήρες και δεν μπορεί πλέον να συνεχιστεί. Και δεν μπορεί να συνεχιστεί, διότι πρακτικά ο ιρλανδικός πληθυσμός δεν είναι διατεθειμένος να το ανεχθεί, γεγονός που θα εκφραστεί και στις κάλπες που θα στηθούν σε αυτήν την χώρα, ίσως και μέσα στον Φεβρουάριο και οι οποίες καθίστανται ένας παράγοντας ουσιώδους απροσδιοριστίας, ως προς τις εξελίξεις, αφού οι Ιρλανδοί κατά 80% επιθυμούν την επαναδιαπραγμάτευση του μόλις υπογραφέντος ιρλανδικού Μνημονίου, το οποίο δεν έχει προλάβει καν να εφαρμοστεί. Με δεδομένο ότι η αντίληψη αυτή των Ιρλανδών θα παίξει πρωταρχικό ρόλο στην κάλπη, οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών και οι Γερμανοί πολιτικοί και τραπεζίτες είναι φυσικό να φοβούνται για το τι θα επακολουθήσει και να σχεδιάζουν μια άλλη γραμμή άμυνας, η οποία μένει τώρα σε επίπεδο διαρροών, αλλά θα εκδηλωθεί, ευθύς ως η κατάσταση στην Ιρλανδία μπορέσει να αποκτήσει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, μόλις δηλαδή εκφραστεί ο ατίθασος αυτός πληθυσμός και σχηματισθεί μια κυβέρνηση, με συγκεκριμένους στόχους και προσανατολισμούς.
Κατά τα άλλα, για τον κ. Τσούκα, το ελληνικό πρόβλημα παραμένει να είναι ένα "δημοσιονομικό πρόβλημα".
Δεν έχει αντιληφθεί (ορθότερα καμώνεται πως δεν έχει αντιληφθεί) ότι αυτό το δημοσιονομικό πρόβλημα, που άφησε πίσω της η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, έχει μετατραπεί, χάρη στις βλακώδεις ενέργειες των ΓΑΠ - Τρισέ - Μέρκελ, σε πρόβλημα χρέους της ευρωζώνης και κατ' ουσίαν σε πρόβλημα της τραγικά ανεπαρκούς θεσμικής συγκρότησης της ευρωζώνης.
Στην στενή χρηματοπιστωτική του διάσταση το πρόβλημα της Ελλάδας και της ευρωζώνης είναι κυνικά και ωμά απλό και έχει να κάνει με το ποιός θα φορτωθεί τις ζημιές των τραπεζών και των λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών του επίσημου και του σκιώδους χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Μέχρι στιγμής ο ΓΑΠ και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν αποφασίσει ότι οι τράπεζες και οι ομολογιούχοι πρέπει να σωθούν, με κάθε θυσία, σε βάρος των πολιτών των χωρών της ευρωζώνης και με όποιο κόστος - ακόμα και αν αυτό φθάνει μέχρι την χρεωκοπία (έως και την ελεγχόμενη πτώχευση) των κρατών της ευρωζώνης.
Οι τρέχουσες αντιλήψεις των Μέρκελ - Σόϋμπλε - Βεστερβέλλε δείχουν ότι, τελικά, οι τράπεζες δεν θα διασωθούν, όπως επίσης και τα κράτη θα χρεωκοπήσουν. Το οιονεί ευρωομόλογο, το οποίο σκέπτονται να εκδώσουν (αν το εκδώσουν) θα πρέπει να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες του Μηχανισσμού στήριξης, που σκέπτονται να δημιουργήσουν, σε αντικατάσταση των δύο πρόχειρων Μηχανισμών, που έστησαν πέρυσι και που αφορούν προς το παρόν μόνον την Ελλάδα και την Ιρλανδία. Τα ποσά που θα χρειαστεί είναι τεράστια και θα απαιτηθούν τουλάχιστον 2 τρισ. €, ποσόν που αντιστοιχεί, περίπου, στο 22% του ΑΕΠ της ευρωζώνης. Η χρηματοδότηση αυτή είναι τέτοιου μεγέθους, που ουδείς θα την παράσχει χωρίς τις εγγυήσεις που θέλει.
Ακόμα και η ΕΚΤ έχει φθάσει στ όριά της. Στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τον Νοέμβριο του 2010, έχει χορηγήσει 95 δισ. €, που αντιστοιχούν στο 26% των καταθέσεων και στο 40% του ελληνικού ΑΕΠ. Στην Ιρλανδία έχει χορηγήσει 136,3 δισ. €, ήτοι το 20% των καταθέσεων και το 86% του ΑΕΠ της χώρας. Στην Πορτογαλία έχει χορηγήσει 37,9 δισ. €, δηλαδή το 12% των καταθέσεων, ήτοι το 20% του ΑΕΠ της χώρας και στην Ισπανία έχει χορηγήσει 61,1 δισ. €, δηλαδή το 3% των καταθέσεων, ήτοι το 9% του ΑΕΠ της χώρας.
Μόνο στις τράπεζες αυτών των χωρών η ΕΚΤ έχει χορηγήσει 330 δισ. €, δηλαδή το 61% των συνολικών διαθεσίμων της. Και αν προσθέσουμε και τα 76,5 δισ. €, που έχει διαθέσει, μέχρι τις 17/1/2011, για την αγορά κρατικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά, αντιλαμβανόμαστε την δύσκολη θέση στην οποία η ΕΚΤ βρίσκεται.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι αστείο να μιλάμε για το "ελληνικό δημοσιονομικό πρόβλημα", όπως ο κ. Τσούκας και να επιζητούμε το "καλό παράδειγμα" στις περικοπές των εισοδημάτων, ασχολούμενοι με τα λεγόμενα της κ. Κεφαλίδου, που και αποπροσανατολιστικά και υποκριτικά είναι...
Εγώ, πάλι, σε αντίθεση με τον προηγούμενο σχολιαστή, πιστεύω ότι η τοποθέτηση της κ. Κεφαλίδου είναι αξιέπαινη. Ναι μεν, δεν θα σωθεί η οικονομία της Ελλάδας με την περικοπή των προνομίων των βουλευτών (μάλλον απειροελάχιστη συνέπεια θα έχει στο δημόσιο χρέος), αλλά, βρε παιδί μου, δεν μπορεί να ζητάς από τους πολίτες να περικόψουν δραματικά τις οικογενειακές δαπάνες τους (λόγω της μείωσης των μισθών και των συντάξεων τους) κι εσύ ελάχιστα να έχεις ξεβολευτεί. Αντίθετα, έπρεπε πρώτα αυτοί να ξεβολευτούν σε σημαντικό βαθμό και μετά να ζητήσουν θυσίες από το λαό.
Καλησπέρα,
Συμφωνώ με τον κ. Αναστόπουλο [1]. Η κα. Κεφαλίδου, που είναι και βουλευτής της πόλης μου, είναι «κλασική» (με όλη την αρνητική σημασία της λέξεως) βουλευτής του ΠΑΣΟΚ: Λαϊκισμός στο μέγιστο κι άγιος ο θεός.
@Meropi: Τα λόγια είναι φθηνά, οι πράξεις μετράνε. Η κα Κεφαλίδου ξύπνησε ένα πρωί κι έγραψε 2 γραμμούλες στην «Κ». Έκανε μια δήλωση σε 5 κανάλια ΑΛΛΑ δεν την πέρασε από το μυαλό να παραιτηθεί από το βήμα της βουλής. Δεν είναι περίεργο;
Όσο για την «Κ» η υπόθεση Ν. Βαφειάδη δείχνει ξεκάθαρα τι γίνεται και πως.
[1] Κ. Αναστασσόπουλε, όταν τα σχόλια σας είναι τόσο μεγάλα, καλό θα ήταν να χρησιμοποιήσετε μια εξωτερική υπηρεσία ιστολογίων (blogspot, wordpress ή τα νεότερα posterus & tumblr) και να παραθέσετε τον σύνδεσμο ως σχόλιο. Είναι τόσο μεγάλο το κείμενο σας, σε έναν τόσο ακατάλληλο χώρο που δεν «επιδέχεται» σχολιασμού.
Κ. Αναστασσόπουλε,
Ας δεχτώ την ανάλυση σας... ως ορθή. Προσωπικά δεν με απασχολεί ούτε η διάσωση της οικονομικά κατεστραμμένης Ελλάδας, ούτε η διάσωση του έτσι-κι-αλλιώς σαθρού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αυτό που με ενδιαφέρει πάνω και πρώτα από όλα είναι η αποκατάσταση του θεσμού της δικαιοσύνης στην χώρα μου. Αυτή καθορίζει το βιωτικό μου επίπεδο άμεσα.
Άλλωστε το πρόβλημα της χώρας δεν είναι η οικονομία, είναι οι θεσμοί.
ps. Οι οικονομολόγοι είναι γνωστοί για έναν λόγο: Κάνουν ΠΑΝΤΑ λάθος στις προβλέψεις τους.
Δεν θα διαφωνήσω με την άποψή σου για τους οικονομολόγους, αγαπητέ atmosx. Και φυσικά έχουν πέσει έξω στις προβλέψεις τους και αυτό συμβαίνει διότι δεν λειτουργούν, ως επιστήμονες, αλλά ενεργούν, ως θεραπαινίδες των συμφερόντων που κυρίαρχα εκφράζονται από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και ως εκ τούτου, οι απόψεις τους δεν είναι τίποτε περισσότερο από αυτό που απαιτεί η εκάστοτε κυριαρχούσα μόδα στις περίφημες "αγορές", οι οποίες δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από τους εθνικούς και διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς και τις τεχνοδομές τους - τις γραφειοκρατίες τους και τα συμφέροντα που εκπροσωπούν.
Ως προς τα υπόλοιπα, πρέπει να σου πω ότι ορθή είναι η επιθυμία σου για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης στην χώρα μας (όση υποκειμενικότητα και αν περικλείει μέσα του αυτός ο όρος), αλλά αυτή η επιθυμία πρέπει να μπαίνει σε μια σειρά προτεραιότητας, η οποία κάθε φορά καθορίζεται από τις ανάγκες της συγκυρίας.
Έτσι στην παρούσα φάση, προϋπόθεση για την αποκατάσταση του θεσμού της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, είναι η διασφάλιση της ύπαρξης της χώρας, ως λειτουργούσας οντότητας, ως λειτουργικού θεσμικού πλαισίου και όχι ως μπανανίας. Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει η χώρα να επανέλθει σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, ούτως ώστε να μπορέσει στην συνέχεια να ανατάξει τους θεσμούς της.
Και όσο η χώρα βρίσκεται μέσα στον φαύλο υπαναπτυξιακό κύκλο, στον οποίο την έχουν βάλει οι ξένοι κατοχικοί δυνάστες της και οι εντόπιοι υποτακτικοί τους, δεν πρόκειται ούτε να επανέλθει σε ομαλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, ούτε να αποκαταστήσει τους απαραίτητους δικαιοδοτικούς θεσμικούς μηχανισμούς, που θα μπορέσουν να αποκαταστήσουν την δικαιοσύνη.
Γι' αυτό και είναι εσφαλμένος ο ισχυρισμός ότι είναι αδιάφορη η σωτηρία της οικονομικά κατεστραμμένης Ελλάδας. Πρώτα πρέπει η χώρα να ανορθωθεί οικονομικά και στην συνέχεια να θωρακισθεί θεσμικά, για να μπορέσει ο ελληνικός πληθυσμός να αποδεχθεί βιωματικά την ορθότητα και την αναγκαιότητα των απαραίτητων θεσμικών αλλαγών.
Και τούτο διότι, αν οι θεσμικές αλλαγές βαδίσουν μαζί με την οικονομική και κοινωνική καταβαράθρωση του ελληνικού πληθυσμού, όπως γίνεται τώρα, τότε αυτές οι θεσμικές αλλαγές θα δυσφημισθούν (όπως, ήδη, έχει συμβεί) στην ευρεία κοινωνικολαϊκή συνείδηση και έτσι θα χαθεί κάθε δυνατότητα ουσιαστικής νομιμοποίησής τους και τοιουτοτρόπως δεν θα μπορέσουν να ανθέξουν μέσα στο διάβα του χρόνου.
Αυτή είναι η ωμή αλήθεια. Αυτήν έχει να αντιμετωπίσει η κατοχική τρόϊκα των εκπροσώπων των δανειστών της χώρας και οι επιχώριοι υποτακτικοί της. Και σε αυτήν θα σκοντάψει κάθε προσπάθεια, που επιχειρεί να καταστήσει λειτουργικές τις όποιες θεσμικές αλλαγές του Μνημονίου. Γι' αυτό και είναι μάταιη η προσπάθεια του αγαπητού κ. Χαρίδημου Τσούκα να προσδώσει μια νομιμοποίηση στο Μνημόνιο και στην πολιτική που αυτό εκφράζει, παρά το γεγονός ότι, όπως έχω ήδη επισημάνει, ακόμα και οι ίδιοι οι ξένοι εμπνευστές του Μνημονίου βλέπουν τα αδιέξοδα, που αυτό έχει φέρει, γεγονός που καθίσταται πολύ περισσότερο φανερό, τώρα που η ιρλανδική κρίση έχει εντείνει τα αδιέξοδα αυτά, αφού το φρέσκο ιρλανδικό Μνημόνιο, που ακόμα δεν έχει εφαρμοστεί, αμφισβητείται από τον ιρλανδικό πληθυσμό και κινδυνεύει (και πρέπει οπωσδήποτε) να βουλιάξει μέσα από την αναμενόμενη τρικυμία που θα προκαλέσουν οι κάλπες, που, οσονούπω, στήνονται στην χώρα αυτή...
Και κάτι ακόμα :
Το να λέμε ότι αδιαφορούμε για την σωτηρία του σαθρού χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελεί μια τοποθέτηση, που μπορεί να έχει μια σωστή βάση, αλλά απαραίτητο είναι να γνωρίζουμε ότι κάποιοι άλλοι, αντίθετα από εμάς, δεν αδιαφορούν καθόλου. Και όχι μόνο δεν αδιαφορούν, αλλά αγρυπνούν για να υπηρετήσουν τα συμφέροντα, που αυτό εκφράζει και να το διασώσουν, παντί τρόπω.
Φυσικά, ανάμεσα σε αυτούς, πρώτος και καλύτερος είναι ο ΓΑΠ και η κυβέρνησή του, που ευθύς εξ αρχής, φρόντισαν να ξεκαθαρίσουν την στάση τους, αν και προσπάθησαν και προσπαθούν ακόμα να καμουφλάρουν αυτή την τυφλή υπηρέτηση των συμφερόντων των τραπεζιτών, με ψευδοπατριωτικές κορώνες, "περί σωτηρίας της χώρας" και με όλη την εμετικού τύπου επιχειρηματολογία, που επικαλούνται για να κοροϊδέψουν τους αδαείς.
Πολλές φορές όμως, αναγκαστικά η γλώσσα λέγει τα αληθή. Και επειδή ο ΓΑΠ διακρίνεται για την ευήθειά του, αυτή η ευήθεια τον οδηγεί στο να αποκαλύπτει τους σκοπούς του, τους στόχους, του και τις επιλογές του για την υπεράσπιση των συμφερόντων του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε βάρος των συμφερόντων του ελληνικού πληθυσμού, που τον εξέλεξε.
Π.χ. στο Νταβός στις 29/1/2011 ο αρχισυντάκτης των "Financial Times", συντονίζοντας μια συζήτηση για την Ευρώπη, στην οποία συμμετείχαν ο ΓΑΠ και ο Ζαν-Κλωντ Τρισέ, ρώτησε τον πρωθυπουργό :
"Ορισμένοι, όμως, θα μας ρωτήσουν: Γιατί την στιγμή που ξαναγράφονται τα συμβόλαια, όπως π.χ. στον δημόσιο τομέα, που ο κόσμος χάνει την δουλειά του και οι όροι των συνταξιοδοτικών συμβολαίων αλλάζουν, το συμβόλαιο αλλάζει, γιατί τελικά δεν θα αλλάξουν και οι όροι των συμβολαίων, με εκείνους που αγοράζουν ομόλογα, ώστε να επωμισθούν μέρος της ζημιάς;"
Φυσικά, το ερώτημα ήταν απόλυτα λογικό και ωμότατο, ως προς την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, αφού από την μια πλευρά η κυβέρνηση άλλαξε τα συμπεφωνημένα με τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, μονομερώς και εις βάρος τους, ενώ από την άλλη μεριά αρνείται να πράξει το ίδιο με τους ομολογιούχους και τις τράπεζες του επίσημου και του σκιώδους χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ο αφελής ΓΑΠ αιφνιδιάστηκε από το ερώτημα, που ήταν πλήρως αποκαλυπτικό των προθέσεων και των στόχων του και γι' αυτό - μέσα στην απύθμενη ευήθειά του - παρέπεμψε τον δημοσιογράφο να λάβει απάντηση από τον ... Ευρωπαίο κεντροτραπεζίτη Ζαν-Κλωντ Τρισέ!!! Ας θαυμάσουμε την απάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού, για να καταλάβουμε με ποιόν (και με ποιούς) έχουμε να κάνουμε :
"Το ερώτημά σας είναι θεωρητικό. Νομίζω ότι ο Ζαν-Κλωντ Τρισέ θα μπορούσε να σας απαντήσει. Σε αυτόν τον επικοινωνιακό κόσμο, οι δηλώσεις που κάνουμε εμείς οι πολιτικοί είναι, μερικές φορές, ισχυρότερες απ' ό,τι χρειάζεται. Γι' αυτό οι απαντήσεις που δίνουμε πρέπει να είναι εποικοδομητικές".
Ο Έλληνας πρωθυπουργός εισέπραξε αμέσως την ειρωνεία του δημοσιογράφου, ο οποίος σχολίασε ότι "Η ερώτηση ήταν φιλοσοφική", γεγονός, που κατέστησε ακόμα περισσότερο αμήχανο τον ΓΑΠ, ενώ τα γέλια στο ακροατήριο τον οδήγησαν σε ακόμα μεγαλύτερη αμηχανία και στο να ψελλίσει τα παρακάτω απίθανα :
"Καθόλου. Θα έλεγα, όμως, ότι έχουμε πάρει μια απόφαση, μια σαφή απόφαση να ακολουθήσουμε έναν δρόμο. Μάλιστα, είναι μια απόφαση, που έχει ήδη ληφθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση : Η επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους μας στο Δ.Ν.Τ. και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έγιναν επίσης συζητήσεις για τους όρους του δανείου. Βρίσκονται σε εξέλιξη."
Για τον ΓΑΠ και την λοιπή ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ ο δρόμος είναι ένας και σαφής και προσδιορίζεται από τους τραπεζίτες και περνάει μέσα από την πτώχευση μεγάλων τμημάτων της πραγματικής οικονομίας, προς όφελος του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο πρέπει να διασωθεί, ως έχει, εις βάρος των συντελεστών της πραγματικής οικονομίας και εις βάρος όλων όσων ζουν από τις μεταβιβαστικές πληρωμές, που κάνει το κράτος, αναδιανέμοντας το συνολικό εισόδημα.
Αυτή είναι η ωμή πραγματικότητα. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα αρνείται να κουρέψει τα προσδοκώμενα εισοδήματά του από τα κεφάλαια που έχει επενδύσει και αυτό σκοπεύει να το πράξει κουρεύοντας τα εισοδήματα των πραγματικών πεαραγωγικών συντελεστών και όσων ζουν από τις κρατικές μεταβιβάσεις (συνταξιούχους, αναπήρους, κλπ).
Και αυτό θα συνεχίσει το χρηματοπιστωικό σύστημα να επιχειρεί να το πράξει, όσο οι πολιτικοί της χώρας μας και της Ευρώπης συνεχίσουν να ενεργούν, ως υπάλληλοι των τραπεζών και των λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών.
Για τον λόγο αυτόν, καλόν είναι να γνωρίζουμε ότι, όσο και αν εμείς αδιαφορούμε για την τύχη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το σύστημα αυτό έχει υπηρέτες πρόθυμους να το υπηρετήσουν. Γι' αυτό και η αδιαφορία μας αυτή δεν είναι αρκετή...
Θα μου πεις : Θα τα καταφέρει το χρηματοπιστωτικό σύστημα να σωθεί;
Η απάντηση είναι ότι είναι δύσκολο να το καταφέρει. Το γιατί το έχω ξαναγράψει.
Με ένα παγκόσμιο ενεργητικό των τραπεζών το 2009 στα επίπεδα των 93 τρισ. δολλαρίων και με ένα παγκόσμιο ΑΕΠ της τάξης των 57,8 τρισ. δολλαρίων (στην Ε.Ε. τα πράγματα είναι χειρότερα, αφού εκεί το ΑΕΠ το 2009 έφθασε στα 15,3 τρισ. δολλάρια και το ενεργητικό των ευρωπαϊκών τραπεζών στα 41,7 τρισ. δολλάρια, δηλαδή το ενεργητικό των τραπεζών της Ε.Ε. έφθασε να είναι 2,7 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ΑΕΠ της Ε.Ε.) φαίνεται ότι το ευρωπαϊκό και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεν θα καταφέρουν τους στόχους τους.
Στο τέλος της διαδικασίας και αφού προηγουμένως, μας βγάλουν την ψυχή, θα υποχρεωθούν να κουρέψουν τις απαιτήσεις και να προβούν σε ανοικτές, ή/και συγκαλυμμένες διαγραφές χρεών - δημόσιων και ιδιωτικών.
Αλλά, από την άλλη πλευρά, αυτό δεν είναι κάτι που λειτουργεί αυτόματα. Αρκετά πράγματα μπορεί να τα επιτύχει το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην προσπάθειά του να μεταφέρει τις επιπτώσεις της κρίσης στους ώμους της πραγματικής οικονομίας και των πραγματικών παραγωγικών συντελεστών. Όσο ο πληθυσμός μένει απαθής, ή υποταγμένος στην μοίρα, που του ετοιμάζουν οι γραφειοκρατικές ελίτ των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και οι πολιτικές τους ορντινάντσες, τόσο πιο κοντά στους στόχους του θα βρίσκονται αυτές οι ελίτ και τόσο λιγότερο κούρεμα των απαιτήσεών τους θα επιτυγχάνουν.
Γι' αυτό και η αδιαφορία για την τύχη του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν είναι αρκετή...
Δημοσίευση σχολίου