Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013
«Είναι βία τα Μνημόνια;» - Λάθος ερώτημα
Είναι ένα κλασικό πρόβλημα στην ανθρώπινη επικοινωνία: ακούς κάποιον, καταλαβαίνεις κάθε λέξη του, αλλά δεν καταλαβαίνεις τι πραγματικά εννοεί με αυτά που λέει. Δεν είναι απαραίτητο ο συνομιλητής σου να χρησιμοποιεί τεχνική γλώσσα. Μπορεί οι λέξεις του να είναι οικείες, αλλά πάλι να μην τον καταλαβαίνεις. Ο λόγος είναι ότι, συνήθως, η καλή επικοινωνία δεν είναι τόσο θέμα γλωσσικής-λογικής κατανόησης, όσο διάθεσης για κατανόηση, επιθυμίας για μετοχή σε μια σχέση. Η γλωσσική επικοινωνία καθίσταται εφικτή στο μέτρο που ερείδεται σε μια εξω-γλωσσική πραγματικότητα: τη διάθεση των συνομιλητών για συν-εννόηση.
Όταν ένας πατέρας λέει «σκότωσαν το γιό μου ψυχικά», όπως είπε ο πατέρας του Κύπριου φοιτητή Α. Δημητρίου μετά τον κτηνώδη ξυλοδαρμό που υπέστη ο γιός του από αστυνομικούς στη Θεσσαλονίκη το 2007, τι θέλει να μας πει; Για να τον καταλάβουμε πρέπει να πασχίσουμε να μπούμε στη θέση του. Θα δούμε, τότε, στο μεταφορικό τρόπο ομιλίας του, την έκφραση απίστευτης οδύνης. Αν μείνουμε στις λέξεις χωρίς να συναισθανθούμε αυτό που δείχνουν, δεν θα κατανοήσουμε το μήνυμα. Η δήλωση του πατέρα είναι κατανοητή, όχι τόσο γι αυτό που λέει, όσο γι αυτό που δείχνει.
Ένας αριστερός βουλευτής διατείνεται: «Βία είναι τα τρία Μνημόνια. Βία είναι να μην μπορείς να ταΐσεις το παιδί σου. Βία είναι να μην έχεις ρεύμα, τα βασικά, να μην έχεις φάρμακα. […] Βία είναι η «Ρικομέξ». Βία είναι το «Σάμινα». Όλα αυτά είναι βία». Τι εννοεί άραγε; Ανακατεύει διαφορετικά πράγματα σε αυτή τη δήλωση ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Διαμαντόπουλος, αλλά, αν θέλουμε να τον καταλάβουμε, πρέπει να δούμε τι δείχνει η μεταφορική γλώσσα του.
Αν αναρωτηθούμε φορμαλιστικά για τη λογική εγκυρότητα του συλλογισμού του, χάνουμε το νόημα. Αναζητώντας εμπεδωμένους ορισμούς των εννοιών στα λεξικά για να τους αντιπαραβάλλουμε με την «εκκεντρική» χρήση τους από τον ομιλητή, δυσχεραίνουμε την κατανόησή μας. Είναι σα να διαβάζουμε «λογικά» τις λεκτικές ακροβασίες στα ποιήματα της Κικής Δημουλά. «Τουλάχιστον/ ν’ αλλάζεις πότε-πότε το νερό στις φωτογραφίες μου», γράφει κάπου η ποιήτρια. Τι θέλει να πει; Περίπου ό,τι και ο κ. Διαμαντόπουλος – να μας επιστήσει την προσοχή σε κάτι που είτε μας διαφεύγει, είτε το προσπερνάμε, είτε δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε γι αυτό.
Μα είναι βία τα Μνημόνια; Είναι σα να ρωτάμε: μα ποτίζονται οι φωτογραφίες; Λογικά μιλώντας, όχι. Ούτε το Μνημόνιο δέρνει κανέναν, ούτε οι φωτογραφίες ποτίζονται! Και οι δύο δηλώσεις κάτι άλλο εννοούν. Τι; Θα το καταλάβουμε αν ξεφύγουμε από το «λογικό» σχήμα της πρότασης για δούμε τι δείχνει ο ομιλητής.
Αν πούμε: «Τα […] Μνημόνια είναι πολιτική, την οποία ο καθένας μπορεί να αξιολογεί […]• πάντως, βία δεν είναι. Η στέρηση των βασικών αγαθών, όπως η τροφή, το ρεύμα και τα φάρμακα είναι μια αναγκαιότητα άδικη• και πάλι, όμως, βία δεν είναι» (Στ. Κασιμάτης, «Καθημερινή», 24/1/13), τότε μένουμε στο στενά γλωσσικό-λογικό πεδίο, αναζητώντας ουσιοκρατικούς ορισμούς των εννοιών. Όσο δεν ανοιγόμαστε στο πεδίο της επικοινωνίας (της χρήσης, δηλαδή, της γλώσσας), αδυνατούμε να δούμε τι εννοεί ο ομιλητής.
Μα η γλώσσα του Διαμαντόπουλου να ιδωθεί με τον ίδιο τρόπο όπως η γλώσσα της Δημουλά; Γιατί όχι; Και στις δύο περιπτώσεις οι ομιλητές θέλουν να δηλώσουν κάτι πέρα από αυτό που λένε. Η πολιτική δεν είναι λιγότερο μεταφορική από την ποίηση, απλώς συχνά δεν το συνειδητοποιούμε. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πλέον βαρυσήμαντες πολιτικές ομιλίες βρίθουν μεταφορικών περιγραφών (θυμηθείτε τη συγκλονιστική ομιλία «Έχω ένα όνειρο» του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ).
Σε στιγμές οξείας κρίσης δεν διασαλεύεται μόνο η σταθερότητα της καθημερινής ζωής, αλλά αναδεύεται η ίδια η γλώσσα. Οι οδυνηρές εμπειρίες της χρεοκοπίας αναζητούν νέα γλωσσικά σχήματα για να περιγραφούν. Για όποιον επιμένει να διατηρεί απροκατάληπτα το πολιτικό του αισθητήριο σε εγρήγορση, τα νέα μεταφορικά σχήματα που αναδύονται εκφράζουν πρωτοφανείς αγωνίες, οι οποίες δεν ζητούν τόσο «λογική» επεξεργασία, όσο βαθιά κατανόηση.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να θέτει κανείς τα σωστά ερωτήματα. Όσο επιδιώκουμε να ρωτάμε: «είναι βία τα Μνημόνια;», τόσο θα απομακρυνόμαστε από αυτό που πρέπει να είναι ο στόχος σε μια δημοκρατική πολιτεία - η αλληλο-κατανόηση. Όσο, όμως, επιμένουμε να ρωτάμε: «τι εννοούν όσοι βιώνουν τα μέτρα του Μνημονίου ως βία;», τότε αλλάζουμε παιχνίδι: δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για διεισδυτική κατανόηση, δείχνουμε στους πλέον χειμαζόμενους συμπολίτες ότι πασχίζουμε να τους καταλάβουμε, και, τελικά, δημιουργούμε χώρο μέσα μας να αναζητήσουμε πιο συνετές πολιτικές.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
14 σχόλια:
Έξοχο! Εμβριθές, εν-αισθητικό, καίριο.
Το ερώτημα τι είναι βία μπορεί να αναχθεί στο ερώτημα του τι είναι τρομοκρατία. Ως κάτοικος της Κύπρου ζείτε σε μια χώρα με αγάλματα, μνηνεία, ονόματα οδών και εορτές για μια οργάνωση που στην άλλη χώρα που εργάζεστε θεωρούνταν και θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση (ΕΟΚΑ Α). Εσείς ποιά από τις δυο εκδοχές ασπάζεστε και ποιές είναι άραγες οι επιπτώσεις από την επιλογή σας στις δυο χώρες που εργάζεστε.
Κατανοώ την καλή σας πρόθεση ,ομολογώ όμως ότι με τρομάζει η αναγκαιότητα σύνταξης ενός "οδηγού κατανόησης εξαθλιωμένων" λες και απευθυνόμαστε σε πολίτες τύπου Μαρίας Αντουανέτας.Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που θα ξεφυλλίσουν λεξικά και θα "πασχίσουν" να καταλάβουν την έννοια του ψυχικού θανάτου.Αν όντως υπάρχουν,τότε φαντάζομαι το μαρτύριό τους όταν θα προσπαθούν να κατανοήσουν την έννοια της κομματοκρατίας που αναφέρετε αρκετές φορές στα άρθρα σας.Επίσης,η έμφυτη αισιοδοξία μου δεν μου επιτρέπει να δεχθώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που την έκφραση "βία των μνημονίων" την καταλαβαίνουν σαν ένα μνημόνιο που βγάζει χέρια και μας δέρνει.Οσο για την "άδικη αναγκαιότητα" του κ.Κασιμάτη,πιστεύω ότι αποτελεί τον απόλυτο ορισμό της βίας.Δεν θα μιλούσαμε για βία αν η αναγκαιότητα στέρησης βασικών αγαθών προέκυπτε ύστερα από μια φυσική καταστροφή η έστω στην περίπτωση ανθρώπινης παρέμβασης,αν ο φταίχτης ήταν τεχνικά αδύνατο να επανορθώσει την ζημιά.Οταν όμως η στέρηση βασικών αγαθών και κατά συνέπεια ο ψυχικός και βιολογικός θάνατος που συνεπάγεται,οφείλεται στις "διορθωτικές κινήσεις" κάποιων golden boys του καζινοκαπιταλισμού σε συνεργασία με τοπικούς υπέρμαχους της φαυλοκρατίας και αποσκοπεί στην διατήρηση των προνομίων τους στο ακέραιο,τότε ναι,αυτή είναι βία.
Ευχαριστώ για τα σχόλια.
@Anonymous
Υποθέτω ότι δεν έχετε να παρατηρήσει κάτι επί του περιεχομένου του συγκεκριμένου άρθρου, αλλά σας ενδιαφέρουν οι γενικές απόψεις του συγγραφέα του άρθρου περί τρομοκρατίας. Θαυμάσια... Αφού ρωτάτε, θεωρώ τον αγώνα της ΕΟΚΑ ως την καλύτερη στιγμή του κυπριακού ελληνισμού. Οταν παίρνεις τα όπλα κατά του αποικιοκράτη ή του δικτάτορα διεξάγεις απελευθωρωτικό αγώνα, δεν είσαι τρομοκράτης. Οσο τρομοκράτης ήταν ο Μαντέλα και ο Παναγούλης άλλο τόσο τρομοκράτες ήταν ο Παλληκαρίδης, ο Μάτσης και ο Αυξεντίου. Οσο για τις επιπτώσεις των επιλογών μου, τις προσεγγίζω υπό το πρίσμα ανθρώπων που με εμπνέουν, όπως ο Μαντέλα, ο Γκάντι, ή ο Ταγκόρ. Ο σύνθετος άνθρωπος (modular man, κατά τη φράση του αείμνηστου Ερνεστ Γκέλνερ) δεν είναι αυτός που αποφεύγει τα διλήμματα (διανοητικά, συναισθηματικά, και άλλα) αλλά αυτός που τα πραγματεύεται στοχαστικά κάνοντας τις απαραίτητες διακρίσεις. Είναι, φυσικά, μια ατελεύτητη διαδικασία.
@ Σ. Γαϊτανίδης
Δεν διαφωνώ. Οταν κάποιος βιώνει την επώδυνη στέρηση βασικών αγαθών, δύσκολα θα πεισθεί απο τον στρεοτυπικό ορισμό της βίας. Αυτό που ήθελα να αναδείξω στο άρθρο μου ήταν η ανάγκη κατανόησης "εκκεντρικών" μορφών έκφρασης, οι οποίες εκφράζουν πρωτόγνωρα συναισθήματα απόγνωσης. Ο φανταστικός μου συνομιλητής στο άρθρο αυτό είναι όσοι απορρίπτουν (απερίσκεπτα και α-συναίσθητα, κατά τη γνώμη μου) τις "εκκεντρικές" μορφές έκφρασης, εμμένοντας στα παραδοσιακά στερεότυπα. Μην υποτιμάτε τον "οδηγό κατανόησης εξαθλιωμένων". Στη δημοκρατία αυτή είναι μια διαρκής διαδικασία: δεν είναι αυτονόητο ότι κατανοούμε πάντα τον πόνο του Αλλου (δες την ιστορία της δουλείας ή του ρατσισμού, τις διώξεις των ομοφυλόφιλων, τα παράπονα των γυναικών για το glass ceiling, και άλλα πολλά).
Ολοι αυτοι οι συλλογισμοι ειναι αρλουμπες . Ο ΣΥΡΙΖΑίος τα λεει αυτα για να δικαιολογησει την υποστηριξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ακροαριστερες συμμοριες, που διαπραττουν ακομα καιο τρομοκρατικες πραξεις.
Θεωρω απολυτως απαραδεκτο τον εμμεσο εστω παραλληλισμο της βιας των ακροαριστερων ΣΥΡΙΖΑίων με τη δραση των ιεροτερων μορφων της ελληνικης ιστοριας. Οι ανθρωποι εκεινοι δεν διεξηγαγαν γενικως και αοριστως «απελευθερωτικο αγωνα». Ονειρευονταν μονο ενα πραγμα μερα νυχτα, την ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, δηλαδη αυτο που οι σημερινοι «προοδευτικοι», οι «δημοκρατες» και οι «ευρωπαϊστες» λενε οτι ηταν και ειναι στοχος «ανεφικτος» και «εθνικιστικος».
Να υπενθυμισω οτι ο ΣΥΡΙΖΑίος Μπαλαφας δηλωσε στην τηλεοραση οτι «Εμεις μονομερεις ενεργειες δεν θα κανουμε, το Χρεος καταρχην το αναγνωριζουμε, αλλα θα το.....επαναδιαπραγματευτουμε».
Η κωλοτουμπα ειναι ολοφανερη. Οι ΣΥΡΙΖΑίοι θελουν μονο να κατακτησουν την εξουσια για να αρμεξουν το συστημα, οπως ακριβως οι ΠΑΣΟΚοι το 1981. Τιποτε αλλο. Η εξοουσια θα κατακτηθει με συνθημα την Αντισταση στο Μνημονιο και θα διατηρηθει με την παροχη ψηφου σε 2,000,000 αλλοδαπους λαθροεπικοιστες. Η δε υποθαλψη της βιας απο τον ΣΥΡΙΖΑ εχει μοναδικο στοχο την κατατρομοκρατηση των πολιτικων αντιπαλων.
Υποθέτω ότι δεν έχετε να παρατηρήσει κάτι επί του περιεχομένου του συγκεκριμένου άρθρου, αλλά σας ενδιαφέρουν οι γενικές απόψεις του συγγραφέα του άρθρου περί τρομοκρατίας.
---
Αντίθετα ο τρόπος που τίθεται από εσάς το θέμα της βίας ανήκει στην γενικότερη συζήτηση της οριοθέτησης της βίας, του εάν η βία είναι μονοπώλιο του κράτους, του τι καθιστά τρομοκρατία ή νόμιμη βία με βάση το ποιός την ασκεί. Τα επιχειρήματα σας περί βιας, όπως έχουν επαναληφθεί από τον φιλελεύθερο χώρο στην Ελλάδα, θέτουν το ζήτημα με απλοϊκούς και ταυτόχρονα μανχαϊστικούς όρους.
Το ερώτημα μου έχει σχέση με την σχιζοφρενής πράξη των ελλήνων φιλελεύθερων να καταδικάζουν την βιά και την ίδια στιγμή να νομιμοποιούν και να λατρεύουν την βιά που υπήρξε η δημιουργός αιτία του κράτους στο οποίο στηρίζουν τις αστικές τους καταβολές. Έτσι η καταδίκη π.χ. μιας κατάληξης ενός λιμανιου από το ΠΑΜΕ ως πράξη βίας δεν τους εμποδίζει να εορτάζουν μέλη της ΕΟΚΑ σαν τον Σαμψών, που εκτελούσε άοπλους πολίτες ή ακόμα χειρότερα τον ιδρυτή της έναν συνεργάτη τον Ναζί κατά τον ΒΠΠ.
Οταν παίρνεις τα όπλα κατά του αποικιοκράτη ή του δικτάτορα διεξάγεις απελευθωρωτικό αγώνα, δεν είσαι τρομοκράτης.
----
Να σας υπενθυμίσω ότι αυτό που εσείς αποκαλείται αποικιοκρατία ήταν η νόμιμη κυβέρνηση εκείνη την εποχή στην Κύπρο, η οποία προσπαθούσε να διατηρήσει την τάξη και την ασφάλεια απένταντι στην βία και την τρομοκρατία μιας μειοψηφίας που δεν σέβονταν τους θεσμούς (για να υιοθετήσω την διαλεκτική Δενδιά). Όσο για τον Μαντέλα, τόσο η κυβέρνηση Θάτσερ όσο και μεγάλο κομμάτι της ελληνικής δεξιάς, ανάμεσα τους και διάφοροι που δηλώναν και δηλώνουν φιλελεύθεροι, των θεωρούσαν τρομοκράτη μέχρι και την κατάρρευση του Απαρτχάϊντ (καταραμένη Κούβα).
Ως προς την έννοια του σύνθετου ανθρώπου έχω την εξής απορία, όταν βρίσκεστε στην Αγγλία τον Νοέμβριο φοράτε την παπαρούνα για το remembrance day προς τιμή των πεσόντων άγγλων στρατιωτών (ανάμεσα τους και των νεκρών από τα χέρια της ΕΟΚΑ Α), ενώ την ίδια στιγμή θεωρείτε τους θύτες τους την καλύτερη στγμή του κυπριακού ελληνισμού;
Όχι οι συλλογισμοί δεν είναι αρλούμπες.
Απλώς αποτελούν μια πρωτότυπη προσπάθεια ανάλυσης και κατανόησης "παλιών (και πολυ-αναλυμένων) ξινών σταφυλιών":
"...it is necessary to provide all with the means of life and for development, and it is therefore necessary to destroy with violence, since one cannot do otherwise, the violence which denies these means to the workers...",
από το 'The Revolutionary Haste' του Errico Malatesta...
Αγαπητέ κ. Τσούκα,
Διαβάζω με ενδιαφέρον τα άρθρα σας, στα οποία προσφέρονται πάντοτε ερεθίσματα για σκέψη. Ως προς το τελευταίο σας, επιτρέψτε μου, καλόπιστα, κάποιες παρατηρήσεις.
1. Στην περί "βίας των μνημονίων" φράση, το ζήτημα που τίθεται (point) δεν είναι η αντίθεση μεταξύ μιας -απρόσφορης για την επίτευξη επικοινωνίας- "λογικοφορμαλιστικής" προσέγγισης του όρου από κάποιους και μιας "εκκεντρικής-μεταφορικής" χρήσης, την οποία οφείλουμε να κατανοήσουμε, αν θέλουμε όντως να επικοινωνήσουμε. Ο τρόπος που τίθεται εκ μέρους σας το πρόβλημα είναι, νομίζω, εσφαλμένος: Ούτε με την άγονη προσκόλληση στη λογική εγκυρότητα συλλογισμών έχουμε να κάνουμε εδώ, ούτε με το γενναιόδωρο «άνοιγμά μας» σε μεταφορικές χρήσεις της γλώσσας, που πρέπει να επιχειρήσουμε. Γενικώς, δεν έχουμε εδώ ούτε «επιχειρήματα/συλλογισμούς» ώστε να μιλήσουμε περί εγκυρότητας, ούτε βέβαια, ποιήματα ώστε να μιλήσουμε περί Δημουλά. Έχουμε κάτι άλλο, το οποίο βρίσκω ότι δεν εντοπίζετε τελικά, στο άρθρο σας.
2. Εκείνο με το οποίο όντως έχουμε να κάνουμε εδώ, είναι με "ορισμούς των λέξεων", με τα είδη και τις (αυστηρές;) προϋποθέσεις των. Ο ορισμός «βίας» του Κασιμάτη, λ.χ. τον οποίον παραθέτετε, δεν είναι ουσιοκρατικός, όπως θεωρείτε, αλλά ορισμός λεξικογραφικός-ονοματικός και μάλιστα εκείνος που αποδίδει την κρατούσα γλωσσική χρήση, προς το παρόν. Υπό την έννοια αυτή, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς σας, ασφαλώς και καταφέρνουμε και "ανοιγόμαστε στο πεδίο της επικοινωνίας" και με αυτόν τον ορισμό• ασφαλώς δηλ. και "δεν μένουμε σε στενό γλωσσικό-λογικό πεδίο" όταν τον αναγνωρίζουμε. Ορισμός χρήσης είναι και αυτός, δεν είναι κάποιο "φρούτο" εκτός χρήσης και επικοινωνίας! Μάλιστα, αποδίδει την κρατούσα χρήση, άρα, την κρατούσα σύμβαση επικοινωνίας, στην ελληνική γλώσσα (βλ. Μπαμπινιώτη λήμμα βίας). Τουλάχιστον προς το παρόν...
3. Κατά συνέπεια, το όλο πρόβλημα εδώ -ιδωμένο τουλάχιστον από την σκοπιά της φιλοσοφίας της γλώσσας- αφορά πρωτίστως, ένα άλλο γλωσσικό φαινόμενο από την ανοχή στην διαφορετική χρήση, την διάθεση για επικοινωνία ή την πολιτική-ποιητική μεταφορά, τα οποία σας απασχόλησαν στο άρθρο. Αφορά, κατά την γνώμη μου, το φαινόμενο που κάποιοι (με πρωτο τον Stevenson) έχουν ονομάσει "καταπειστικό ορισμό" (persuasive definition). Grosso modo: Μια λέξη με ισχυρό συναισθηματικό περιεχόμενο, σταδιακά, αλλάζει νόημα, καθώς διάφορες ομάδες ομιλητών, την στρέφουν σκοπίμως προς μία συγκεκριμένη νοηματική, σημασιολογική κατεύθυνση ώστε να επηρεάσουν συμπεριφορές. Στο τέλος, η λέξη αλλάζει νόημα, η κρατούσα χρήση εγκαταλείπεται και επικρατεί μια καινούρια.
4. Φανταστείτε, τώρα, Κε Τσούκα, τις συνέπειες μιας γλωσσικής "ανάδευσης" (όπως την περιγράφετε), η οποία θα γινόταν ανεκτή από τους επικοινωνιακώς "ανοικτούς" συνομιλητές, και θα οδηγούσε σε επικράτηση της περί "βίας των μνημονίων" γλωσσικής χρήσης ως κρατούσας και σε υποχώρηση της κρατούσας χρήσης ως παρωχημένης. Σε μια τέτοια περίπτωση, η "βία" θα γινόταν μια "ξεχειλωμένη" λέξη, ανοικτή προς χρήση και αποδόμηση στον κάθε πολιτικάντη...
5. Ουδείς νομίζω θα έπρεπε να διάκειται θετικά σε κάτι τέτοιο. Και τούτο, μολονότι οι καταπειστικοί ορισμοί καθεαυτοί, δεν είναι βέβαια, πάντοτε «κακοί»!
Με θερμούς χαιρετισμούς
@KT
Σας ευχαριστώ για τα εξαιρετικώς διεισδυτικά σχόλιά σας. Το θέμα έχει τεράστιο ενδιαφέρον και θα μπορούσαμε να το συζητάμε επί μακρόν. Μερικές σύντομες παρατηρήσεις:
1. Πράγματι ο Στέφανος Κασιμάτης χρησιμοποιεί τη λέξη βία με βάση τη γλωσσικώς κυρίαρχη σημασία του όρου. Στο άρθρο μου καλώ τον αναγνώστη (και μέσω αυτού τον φανταστικό συνομιλητή μου που, όπως ο ΣΚ, μένει στη γλωσσικώς κυρίαρχη σημασία του όρου) να μην εγκλωβιστεί σε αυτό το σχήμα, αλλά να διακρίνει αυτό που νομίζω ότι κυρίως μεταφέρει η «εκκεντρική» χρήση της γλώσσας από τον Διαμαντόπουλο – αγωνία και απόγνωση.
2. Θεωρείτε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχουμε εμπρόθετη ανα-σημασιοδότηση του όρου «βία» για ιδιοτελείς σκοπούς του ομιλητή. Δεν το αποκλείω καθόλου. Ωστόσο, η διαίσθησή μου της συγκεκριμένης ελλαδικής συγκυρίας με κάνει να πιστεύω ότι δεν πρόκειται τόσο περί αυτού, όσο περί «εκκεντρικής» χρήσης της γλώσσας, προκειμένου να εκφραστούν πρωτοφανή βιώματα. Γνωρίζω ότι η απάντηση αυτή είναι ατελής κι ότι θα πρέπει να πω περισσότερα για να τεκμηριώσω τη διαίσθησή μου. Αλλά αυτό δεν είναι εφικτό για την ώρα. Θα αρκεστώ μόνο να πω ότι πληθώρα ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων μας δείχνουν ότι τα κυρίαρχα συναισθήματα σήμερα είναι η απογοήτευση, η απόγνωση και η απελπισία, τα οποία απορρέουν από τη δραματική ανατροπή των υλικών όρων του βίου για εκατομμύρια πολίτες. Στο μέτρο που αυτό αληθεύει, είναι εύλογο να συμπεράνουμε ότι η μεταφορική χρήση της γλώσσας εκφράζει αυτά τα συναισθήματα με «εκκεντρικό» τρόπο. Αναγνωρίζω, όμως, ότι έχετε δίκιο στο εξής: η χρήση της γλώσσας στο συγκεκριμένο πεδίο δεν είναι μόνο επικοινωνιακή αλλά και «αγωνιστική» (agonistic), οπότε οι ομιλητές δεν αποσκοπούν μόνο στην κατανόηση αλλά και στη ρητορική (και συνακόλουθα πολιτική) κατίσχυση. Ωστόσο, ως μη πολιτικός, επιμένω: το μείζον σε μια δημοκρατία είναι η αλληλο-κατανόηση, και έτσι κυρίως βλέπω τα ρόλο μου ως δημόσιου διανοούμενου: να προάγει την καλύτερη κατανόηση των πραγμάτων. Επιλέγω, λοιπόν, την ηθική στάση του πολίτη που θέλει να κατανοήσει την «εκκεντρική» ομιλία του συμπολίτη του, με τον ίδιο τρόπο που επιλέγω να θέλω να κατανοήσω τον πρόσφατο (νομοθετικά πλέον επιβεβλημένο) «εκκεντρικό» ορισμό του γάμου στη Μ. Βρετανία ως ένωση ανθρώπων ανεξαρτήτως φύλου.
3. Έχετε δίκιο να επισημαίνετε το πιθανό ξεχείλωμα των εννοιών. Το φοβάμαι κι εγώ. Ωστόσο, το ξεχείλωμα δεν αποτρέπεται αποφεύγοντας την «εκκεντρική» χρήση της γλώσσας, όσο επιδιώκοντας να μοιραζόμαστε έναν κοινό τρόπο ζωής, ο οποίος παρέχει το υπόστρωμα για την επι-κοινωνία. Ο φόβος της γλωσσικής αποδόμησης δεν πρέπει να μας οδηγήσει στον ουσιοκρατικό συντηρητισμό αλλά στο επικοινωνιακό άνοιγμα – στη διάθεση να κατανοήσουμε «εκκεντρικές» χρήσεις της γλώσσας, σε ιδιαιτέρως οδυνηρά συμφραζόμενα. Πως το λέει ο Σαββόπουλος; «Μέσα απ΄ της βιτρίνας τα θρύψαλα ακούω τη φωνή σου…».
4. Εχω ασχοληθεί κι άλλοτε αρθρογραφικά με το θέμα της μεταφορικής χρήσης της γλώσσας στην πολιτική και τη βία – βλ. άρθρα μου στο ιστολόγιο αυτό: Ιανουάριος 2009 («Μέσα απ’ της βιτρίνας τα θρύψαλλα…), Φεβρουάριος 2009 («Όλα κυοφορούνται μέσα στη γλώσσα»), Δεκέμβριος 2010 («Ο δήμος ως όχλος»), και Οκτώβριος 2012 («Συστημικοί πολιτικάντηδες και αντισυστημικοί τραμπούκοι»)
Και πάλι ευχαριστώ για τα ερεθιστικά σχόλιά σας.
Κύριε καθηγητα απλώς φοβάμαι ότι έτσι ανοίγουμε τις θύρες σε ένα μεταμοντερνισμο που στην ουσία τίποτε δεν θα είναι μετρήσιμο και τίποτε δεν θα έχει αξία. Κοινωνία σημαίνει και καποιοι ελάχιστοι κώδικες και μέσα απο τη γλώσσα που είναι το εργαλείο για την κοινή πορεία μας μέσα στην κοινωνία. Ανοίγουμε τον ας του αιολου έτσι.
Αντιλαμβάνομαι την ανησυχία που προκύπτει απο έναν ακραίο σχετικισμό, αλλά δεν είναι αυτό που πρεσβεύω. Ο ώριμος άνθρωπος είναι αυτός που αντιμετωπίζει με στοχαστικότητα την έλλειψη ακλόνητων θεμελίων της ύπαρξής του, που δεν επιτρέπει στην υπαρξιακή του ανησυχία να τον κυριεύσει αλλά την μεταπλάθει στοχαστικά σε δημιουργία. Ό Οθέλος δεν πείθεται απο τα πειστήρια που του παραθέτει η Δεισδαιμόνα γιατί έχει πάψει να την εμπιστεύεται. Τίποτα το μετρήσιμο δεν έχει αξία, εκτός του κοινωνικού πλαισίου αναφοράς του - εκτός του "ξυνού λόγου". Αυτόν τον "κοινό λόγο" πρέπει να διατηρούμε πάνω απόλα. Οι κοινοί κώδικες επικοινωνίας σημαίνουν κάτι στο μέτρο που ερείδονται σε έναν κοινό τρόπο ζωής. Δεν λέω τίποτε καινούριο. Μας τάχουν πει πολύ καλύτερα μερικά από τα καλύτερα μυαλά του 20ου αιώνα - ο Βιτγκενστάϊν, Ο Ρόρτυ, ο Καστοριάδης, ο Μπάουμαν...
Κύριε Τσούκα, τόσο το άρθρο σας όσο και ο διάλογός σας με τον χρήστη ΚΤ μου θύμισαν μια φράση του Κόλεριτζ που τόσο άρεσε στον Ζήσιμο Λορεντζάτο: Η ιστορία μιας λέξης είναι καμιά φορά σπουδαιότερη από την ιστορία μιας εκστρατείας.
Επιτρέψατέ μου, ωστόσο, να παρατηρήσω ότι, πλην της καταφυγής στα εργαλεία της σύγχρονης γλωσσανάλυσης, ήδη η κλασσική φιλολογία είχε εμβαθύνει στη λειτουργία της μεταφοράς: στην προσοικείωσή μας με το άγνωστο, μέσω της "μεταφοράς" μας σε κάτι γνωστό.
Το εάν η υπό κρίση μεταφορά είναι επιτυχής ή όχι θα κριθεί από τον βαθμό επιτυχίας της προσοικείωσης που επιχειρεί: μοιάζει άραγε η εκπτώχευση των μεσοστρωμάτων με ποιο είδος βίας; και από ποιον ασκούντα;
Εδώ ακριβώς η βεντάλια των σημασίων της λέξεως "βία" θέτει τη μεταφορά εν αμφιβολία. Θυμηθείτε, για παράδειγμα, τη δημοσιότητα που είχε λάβει η ανάλυση Αλαβάνου για εκείνο το "βια" στην πρώτη στροφή του Εθνικού μας Υμνου...
Πέρα από τη φιλοσοφία της γλώσσας υπάρχει η σκληρή "αντικειμενική πραγματικότητα" και η δεινή θέση της χώρας μας.
Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο αξίζει να επαναλάβουμε ότι τα λεγόμενα του κ. Διαμαντόπουλου δεν είναι παρά επανάληψη γνωστών "τσιτάτων" του ιδεολογικού-πολιτικού χώρου στον οποίο ανήκει ο κ. Διαμαντόπουλος (ιδέ πιο πάνω σχόλιο μου), χώρο τον οποίο έχει ορίσει ο ίδιος ο κ. Διαμαντόπουλος:
http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=ioTs25wL0pw#t=7s
Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν οι δηλώσεις του δεν υπονοούν παρά μόνον τη δικαιολόγηση τυχόν πράξεων βίας από τον χώρο στον οποίο ανήκει. Επομένως η ανάλυση που θα έπρεπε να γίνει δεν εμπίπτει στο πεδίο της φιλοσοφίας της γλώσσας αλλά στο πεδίο της φιλοσοφίας του δικαίου, για να μην πούμε σκέτο του δικαίου.
Εξαιρετικό κείμενο. Η μεταφορικότητα της γλώσσας, για όσους θεωρούν παράδοξο το άνοιγμα πέραν των λεξικογραφικών λημμάτων, είναιπαραδοχή κοινή από την εποχή της Ποιητικής του Αριστοτέλη. Στην νεωτερική εποχή επανατίθεται ήδη το 1725 από τον φιλόσοφο Giambattista Vico. Για να κατανοηθεί ο πολιτικός λόγος η επίγνωση της μεταφορικότητας του είναι απαραίτητη. Το άρθρο προσφέρεται και ως έναυσμα για μελέτη διανοητών, όπως αυτοί που παραθέτει ο κ. Τσούκας σε σχόλιο του και όχι για αφορισμούς του..μεταμοντερνισμού- λέξης καραμέλας-, το νόημα της οποίας ουδείς εξ αυτών που την χρησιμοποιούν αδιακρίτως γνωρίζει.
Δημοσίευση σχολίου