Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2007

Πως καταρρέουν οι κοινωνίες


Το Νησί του Πάσχα, ένα μικρό νησί στον Ειρηνικό Ωκεανό, πλούσιο σε βλάστηση, με γόνιμα εδάφη, γνώρισε την ακμή του μεταξύ του 15ου και 16ου αιώνα, κάτι που πιστοποιείται και από τα πανύψηλα μεγαλιθικά αγάλματα που έχτισαν οι κάτοικοί του. Όταν στις αρχές του 18ου αιώνα οι δυτικοί εξερευνητές πάτησαν το πόδι τους στο νησί εντυπωσιάστηκαν πώς αυτοί οι «μικροκαμωμένοι, αχαμνοί, φοβισμένοι και αξιοθρήνητοι» κάτοικοί του (σύμφωνα με την περιγραφή του καπετάνιου Κούκ) κατάφεραν να χτίσουν τεράστια αγάλματα. Η κοινωνία του νησιού είχε σχεδόν καταρρεύσει: η πλούσια βλάστηση είχε εξαφανιστεί, η απομόνωση από τον υπόλοιπο κόσμο ήταν πλήρης, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 70%, και οι εναπομείναντες κάτοικοι υπέφεραν από τέτοια έλλειψη τροφίμων που οδηγήθηκαν στον κανιβαλισμό.


Τι είχε συμβεί; Γιατί κατέρρευσε η κοινωνία του Νησιού του Πάσχα; Όπως εξηγεί, με εντυπωσιακή ευρυμάθεια, στο βιβλίο του «Κατάρρευση» (Κάτοπτρο, 2006) ο καθηγητής Βιογεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας Τζάρεντ Ντάϊαμοντ, οι κάτοικοι του νησιού επέλεξαν να διαχειριστούν το φυσικό περιβάλλον με έναν, όπως αποδείχθηκε, καταστροφικό τρόπο: υπερεκμεταλλεύτηκαν την ξυλεία των δένδρων και τη γονιμότητα του εδάφους, αυξήθηκε υπερβολικά ο πληθυσμός, και χώρισαν τη γη τους σε περιοχές που εξουσίαζαν ομάδες πληθυσμού με ανταγωνιστικές (έως και πολεμικές) μεταξύ τους σχέσεις. Η αλόγιστη εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος υπέσκαψε την ικανότητα της μακροπρόθεσμης επιβίωσης.

Αναγκαία συνθήκη για να ευδοκιμήσει οργανωμένος κοινωνικός βίος είναι να υπάρχουν οι απαραίτητες υλικές συνθήκες που επιτρέπουν τη συγκρότηση και διαιώνισή του. Αν δεν έχουμε γη να καλλιεργήσουμε, δεν θα φάμε. Αν δεν έχουμε νερό να πιούμε, θα διψάσουμε. Αν δεν αναπνέουμε καθαρό αέρα, θα αρρωστήσουμε. Μπορεί η βιολογική φύση μας να παρέχει το αναγκαίο υπόστρωμα για την κοινωνική ζωή, αλλά είναι η τελευταία που υπαγορεύει, σε μεγάλο βαθμό, τον τρόπο που θα ικανοποιήσουμε τις βιολογικές μας ανάγκες. Ο κοινωνικός άνθρωπος ορίζει τους όρους επιβίωσης του βιολογικού ανθρώπου.

Ενώ ο Ντάϊαμοντ εξηγεί με περιβαλλοντικούς όρους την κατάρρευση μια κοινωνίας, το επιχείρημά του δεν είναι αιτιοκρατικό: οι αιτίες της κατάρρευσης δεν είναι τόσο φυσικές (και, άρα, αναπόφευκτες), όσο ανθρωπογενείς. Οι επιλογές που κάνουν οι κοινωνίες αναφορικά με το περιβάλλον καθορίζουν σημαντικά τις δυνατότητες επιβίωσής τους. Ο Ντάϊαμοντ παραθέτει μια σειρά από λόγους για τους οποίους οι κοινωνίες μπορούν να κάνουν λάθος επιλογές. Θα σταθώ σε έναν που μας αφορά ιδιαίτερα. Μια κοινωνία ενδέχεται να καταληφθεί από ένα είδος συλλογικής ακρασίας: να μην μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της ακόμα κι όταν γνωρίζει τι πρέπει να κάνει. Εξηγούμαι.

Ένα από τα κρίσιμα διλήμματα του κοινωνικού βίου αφορά στην ικανοποίηση του βραχυπρόθεσμου ατομικού συμφέροντος έναντι του μακροπρόθεσμου συλλογικού συμφέροντος. Βραχυπρόθεσμα, οι ατομικές ανάγκες είναι πιεστικά άμεσες, μακροπρόθεσμα όμως απαιτούνται περιορισμοί στον τρόπο που αυτές ικανοποιούνται. Ο λόγος είναι ότι η ικανοποίηση βραχυχρόνιων ατομικών αναγκών είναι βιώσιμη μόνο όταν γίνεται σε ένα πλαίσιο επιλογών που διαμορφώνεται με μακροχρόνια κριτήρια προστασίας συλλογικών αγαθών. Όπως ρωτάει ο Ντάϊαμοντ, «τι σκεφτόταν ο κάτοικος του Νησιού του Πάσχα όταν έριχνε κάτω το τελευταίο φοινικόδεντρο;» Όταν η κοινωνία χάσει την αίσθηση της σπουδαιότητας των συλλογικών αγαθών ως προϋπόθεση για τη βιώσιμη ικανοποίηση των ατομικών αναγκών, τότε οι κοινωνίες καταρρέουν.

Για τα συλλογικά αγαθά μεριμνούν οι δημόσιοι θεσμοί. Οι τελευταίοι ορίζουν, κατ’ αρχήν, το πλαίσιο μέσα στο οποίο επιλέγουν τα άτομα. Οι πρόσφατες δασικές πυρκαγιές και η αντιμετώπισή τους έδειξαν πόσο καχεκτικά λειτουργούν οι δημόσιοι θεσμοί στην Ελλάδα. Είδαμε χρονίως υποστελεχωμένα Δασαρχεία, έλλειψη πόρων, απουσία καλής οργάνωσης και επιτελικού σχεδιασμού για πρόληψη και καταστολή πυρκαγιών, καθώς και κομματικοποιημένη και φατριαστική λειτουργία της Πυροσβεστικής. Πάνω απ’ όλα, οι πυρκαγιές στάθηκαν η αφορμή να διαπιστώσουμε, για μια ακόμη φορά, ότι για το αυτιστικό πολιτικό μας σύστημα η προστασία των συλλογικών αγαθών δεν είναι η κορυφαία προτεραιότητά του.

Μήπως υπερβάλλω; Το ομόφωνο πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής της Βουλής για τον ενιαίο φορέα δασοπροστασίας χρονολογείται από το 1993, ενώ η υλοποίησή του ακόμα εκκρεμεί! Πέντε χιλιάδες αποφάσεις για κατεδάφιση αυθαιρέτων εκκρεμούν στο Δασαρχείο Πεντέλης, αλλά δεν εκτελούνται. Από τα 160000 στρέμματα καμένου δάσους στην Πεντέλη, στις πυρκαγιές του 1995 και 1998, τα μισά περίπου εξαιρέθηκαν της αναδάσωσης. Σε όλη την Ελλάδα υπολογίζονται πάνω από 300000 αυθαίρετα, τα οποία, με αξιοζήλευτη περιοδικότητα, νομιμοποιούνται από τις κυβερνήσεις. Η χώρα ακόμη δεν έχει Εθνικό Κτηματολόγιο, ούτε ολοκληρωμένους δασικούς χάρτες, γεγονός που διευκολύνει αφάνταστα τους καταπατητές και οδηγεί σε εξαιρέσεις από την αναδάσωση. Οι υδροβόρες καλλιέργειες στη Θεσσαλία συνεχίζονται αμείωτα παρά την αυξανόμενη έλλειψη νερού. Αντί οι οικιστικές επιλογές των ατόμων να γίνονται μέσα στο πλαίσιο που θέτουν τα χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια της πολιτείας, αυτό το ίδιο το πλαίσιο δημιουργείται συχνά εκ των υστέρων για να νομιμοποιήσει τα αυθαιρετούντα άτομα. Το δημόσιο συμφέρον καταλήγει να είναι απλώς το άθροισμα των ατομικών συμφερόντων.

Με τον τρόπο αυτό απομειώνεται η ικανότητα της κοινωνίας ως συστήματος να ενεργεί στρατηγικά για τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή της, αφού το βραχυχρόνιο συμφέρον και η μακροχρόνια επιδίωξη συναιρούνται. Ο χρόνος θεωρείται ένα άθροισμα πολλών ασύνδετων στιγμών, ποιοτικά αδιαφοροποίητων μεταξύ τους, αντί η μελλοντική ικανότητα επιβίωσης να υπαγορεύει την τρέχουσα δημόσια πολιτική. Οι τωρινές ανάγκες κυριαρχούν έναντι μελλοντικών αναγκών.

Το μοτίβο είναι πασιφανές, απλώς αναδεικνύεται με κάθε καινούργια κρίση: οι δημόσιοι θεσμοί μας, καχεκτικοί και κομματικοποιημένοι καθώς είναι, εμπλέκονται στο βραχυχρόνιου ορίζοντα πολιτικό παιχνίδι της εξουσίας, με συνέπεια να είναι ανήμποροι να προστατεύσουν τα μακροχρόνια συλλογικά αγαθά. Οι πολιτικοί μας ηγέτες προτιμούν να θέτουν το κομματικό-πελατειακό συμφέρον πάνω από το συλλογικό. Ακόμα κι όταν οι επιλογές τους είναι αποδεδειγμένα ζημιογόνες ή ανεπαρκείς, η πολιτική τους σταδιοδρομία δεν κινδυνεύει. Ο κ.Λαλιώτης επανέρχεται δριμύτερος στην πολιτική ζωή λες και το φιάσκο του Κτηματολογίου δεν συνέβη ποτέ, ενώ ο κ.Τσιτουρίδης προετοιμάζεται για τις επερχόμενες εκλογές λες και τα σκάνδαλα των «κουμπάρων» και των «ομολόγων» ήταν προϊόντα μυθοπλασίας. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε, τα μυρίζουμε, τα αναπνέουμε.

Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή, 19 Αυγούστου 2007

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

κύριε ΤΣούκα διάβασα φέτος (2008) στις διακοπές μου το συγκεκριμένο βιβλίο και κάνω κι εγώ τις ίδιες ακριβώς σκέψεις με εσάς.
Δυστυχώς είμαστε στην Ελλάδα. Νομίζω ότι έχουμε καταρεύσει ήδη και δεν υπάρχει μέλλον δυστυχώς ΘΑ αρχίσουμε πάλι τη μετανάστευση (οπως στις δεκαετίες 50-60) αλλά αυτή τη φορά για περιβαλλοντικούς λόγους. Ενα ΕΘΝΙΚΗΣ εμβελειας ταρακουνημα χρειαζόματε (Σοκ) μήπως και συνέλθουμε.Ας πούμε δέιτε τις δηλώσεις του Νομάρχη Θεσσαλονίκης (ένας τοπικός νταβατζής είναι ο άνθρωπος με ψυετοτσαμπουκαλίδικο στύλ) για τη Λίμνη Κορώνεια και θα καταλάβετε