Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015
ΒΙΤΓΚΕΝΣΤΑΪΝ – ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟ ΥΠΕΡΒΑΤΙΚΟ
Καθώς η συζήτηση για το μάθημα των Θρησκευτικών αναζωπύρωσε, έστω και φευγαλέα, το πάντοτε υπαρκτό, αν και υποβόσκον, ενδιαφέρον μας για μεταφυσικά θέματα, ιδού μερικά παραθέματα/αφορισμοί του αγαπημένου μου φιλόσοφου Ludwig Wittgenstein:
"We feel that even when all possible scientific questions have been answered, the problems of life remain completely untouched. Of course there are then no questions left, and this itself is the answer" (Tractatus, 6.52)
«Τhe sense of the world must lie outside the world. In the world everything is as it is, and everything happens as it does happen: in it no value exists – and if it did exist, it would have no value” (Tractatus, 6.41).
“Feeling the world as a limited whole – it is this that is mystical;” (Tractatus, 6.45) “What do I know about God and the purpose of life?
I know that this world exists.
That I am placed in it like my eye in its visual field.
That something about it is problematic, which we call its meaning.
This meaning does not lie in it but outside of it.
That life is the world.
That my will penetrates the world.
That my will is good or evil.
Therefore that good and evil are somehow connected with the meaning of the world.
The meaning of life, i.e. the meaning of the world, we can call God
“To believe in a God means to see that the facts of the world are not the end of the matter.
To believe in God means to see that life has a meaning” (Notebooks, 1914-1916).
“I am not a religious man but I cannot help seeing every problem from a religious point of view” (in conversation with Mr Drury).
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος – περισσότερο από επιλογή, λιγότερο από ανατροφή. Θέλω οι κόρες μου να γνωρίσουν βιωματικά τη χριστιανική μεταφυσική διότι τους δίνει έναν στέρεο ηθικό προσανατολισμό στον κόσμο. Όταν ενηλικιωθούν και αποκτήσουν αυτόνομη ηθική υπόσταση, μπορούν να επιλέξουν τις πεποιθήσεις με τις οποίες θα πορευτούν στη ζωή τους.
Ως φιλελεύθερος προοδευτικός πολίτης θεωρώ ότι η «εύτακτη πολιτεία» (όπως λέει ο μεγάλος φιλόσοφος του προοδευτικού λιμπεραλισμού Τζον Ρολς) οφείλει να σέβεται την ηθική ταυτότητα των ατόμων και τις όποιες μεταφυσικές βάσεις στις οποίες εδράζονται. Σε μια φιλελεύθερη πολιτεία που σέβεται τις ηθικές, φιλοσοφικές, και μεταφυσικές πεποιθήσεις των πολιτών της, τα κατηχητικά Θρησκευτικά δεν πρέπει να υφίστανται ως μάθημα στο δημόσιο σχολείο, στο μέτρο που επιβάλλουν ένα συγκεκριμένο φιλοσοφικό-μεταφυσικό δόγμα σε όλους τους πολίτες.
Η default θέση, λοιπόν, πρέπει να είναι ότι, στο δημόσιο σχολείο, τα ομολογιακά Θρησκευτικά είναι προαιρετικά, και μόνο όποια οικογένεια το επιθυμεί μπορεί να εγγράφει τα παιδιά της σε αυτό. (Η γυναίκα μου κι εγώ α ήμασταν οι πρώτοι που θα το κάναμε). Οι δάσκαλοι των Θρησκευτικών δεν πρέπει να είναι δημόσιοι λειτουργοί αλλά πιστοποιημένα μέλη των διαφόρων οργανωμένων δογμάτων. Αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι η αυθεντικά χριστιανική στάση. Αυτή είναι η εύλογη φιλελεύθερη στάση.
Δυστυχώς μια αριστερή, υποτίθεται, κυβέρνηση υποχώρησε στο πιο ισχυρό και οργανωμένο λόμπι στην Ελλάδα σήμερα, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος. Η φανατικά αντιδραστική της Εκκλησία της Ελλάδας σε οτιδήποτε απειλεί την κυριαρχία της στον ελλαδικό δημόσιο βίο δεν έχει να κάνει με «πολιτισμό» και «παράδοση», αλλά με τα τεράστια υλικά συμφέροντα του συγκεκριμένου οργανισμού. Αν διαθέταμε μια θεολογικά ζωντανή Εκκλησία, θα ήταν πρώτη αυτή που θα υπερθεμάτιζε για το διαχωρισμό κράτους-Εκκλησίας. Διαθέτουμε, δυστυχώς, κρατικοποιημένους θρησκευτικούς λειτουργούς, οι οποίοι λαμβάνουν και επίδομα παραγωγικότητας παρακαλώ, η ηγεσία των οποίων απολαμβάνει απίστευτα υλικά-συμβολικά προνόμια. Είναι λογικό, αν και βαθιά μη χριστιανικό, αυτοί οι άνθρωποι να υπερασπίζονται τα προνόμιά τους. Ο κρατικοποιημένος χριστιανισμός βολεύει μόνο τους υπαλλήλους του, όχι όσους πασχίζουν να εντάσσουν το ζωογόνο λόγο του Χριστού στη ζωή τους.
Ο Χριστιανισμός είναι η κατ’ εξοχή θρησκεία της προσωπικής ελευθερίας. Η διαρκής μέριμνα γα τον Άλλο καλεί το άτομο σε μια διαρκή υπέρβαση του εαυτού. Η προσωπική σχέση με ο Θεό μας καλεί σε μια διαρκή υπέρβαση ειδωλοποιημένων σχημάτων.
Όχι, η πίστη μου δεν απειλείται από την ελευθερία των συμπολιτών μου, αλλά από την αντιδραστική μικρόνοια των θρησκευτικών μου ταγών.
ΥΓ
Με αφορμή την παραπάνω ανάρτησή μου, η οποία αναπαράχθηκε από τον κ. Κάπα στο facebook (https://www.facebook.com/josef.../posts/1475837039412751...), διεξήχθη ένας ενδιαφέρον διάλογος για το παραπάνω θέμα. Προτρέπω όποιον ενδιαφέρεται να τον παρακολουθήσει. Εδώ παραθέτω την κύρια δική μου συνεισφορά (ελαφρώς τροποποιημένη).
Διατυπώθηκε η αιτίαση ότι αντιφάσκω: ότι δεν μπορώ να είμαι και χριστιανός και φιλελεύθερος προοδευτικός. Δεν συμφωνώ. Δεν υπάρχει λογική αντίφαση στα όσα υποστήριξα. Ο χριστιανισμός μου είναι προσωπική υπόθεση, ενώ η σχολική κατήχηση αναφέρεται στη δημόσια σφαίρα. Δεν αντιφάσκω λογικά, στο μέτρο που αναφέρομαι σε δύο διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης – προσωπικό vs. κοινωνικό. Σε μια φιλελεύθερη κοινωνία ο πολίτης δεν πρέπει να υποχρεώνεται να ακολουθεί ή να χρηματοδοτεί μια μεταφυσική πεποίθηση που δεν ασπάζεται. Σε προσωπικό επίπεδο πρέπει να είναι ελεύθερος να ακολουθεί τις πεποιθήσεις που δίνουν νόημα στη ζωή του. Στο μέτρο που ως γονιός είμαι υπεύθυνος για την ηθική συγκρότηση των παιδιών μου, θα τους δώσω τις αρχές που θεωρώ σωστές. Στο μέτρο που είμαι και φιλελεύθερος πολίτης, θα υπερασπίσω το δικαίωμα της ελευθερίας της συνείδησης στο δημόσιο σχολείο. Πού βλέπετε τη λογική αντίφαση;
Τώρα, εννοιολογικά (όχι λογικά) μιλώντας, οι πλουραλιστικές κοινωνίες παράγουν διαρκώς αντιφάσεις και διλήμματα – αυτή είναι και η ζωντάνια τους. Δείτε το «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα». Βλέπετε την αντίφαση; Όσο ποιο πολύ ελευθερία έχεις, τόσο λιγότερη ισότητα πιθανότατα θα προκύψει! Η ομορφιά των ζωντανών, πλουραλιστικών κοινωνιών είναι η αέναη προσπάθειά τους να συμβιβάζουν διαφορετικές, ακόμη και αντίθετες, αξίες. Ο ώριμος άνθρωπος αναγνωρίζει τον μη εξαλείψιμο (irreducible) πλουραλισμό και έχει μάθει να ζει με τις αντιφάσεις που προκύπτουν, πασχίζοντας να επινοεί διαρκώς τρόπους αναστοχασμού και ανα-σύνθεσής τους (ο αείμνηστος Ερνεστ Γκέλνερ ονόμαζε αυτό τον τύπο ανθρώπου “modular man”). Είναι κοπιαστικό αλλά εξαιρετικά γόνιμο.
Ο σκεπτόμενος χριστιανός καλείται να προσαρμόζει ερμηνευτικά τις αξίες του στα διλήμματα που του παρουσιάζει η επιστήμη και η κοινωνική εξέλιξη. Η χριστιανική θεολογία διεθνώς, για όποιον την παρακολουθεί, είναι εντυπωσιακή στις επεξεργασίες της. Η πρόοδος στην ιατρική λ.χ. είναι τέτοια που ο χριστιανός καλείται διαρκώς να διερωτάται για την ανθρώπινη ζωή, την προστασία της, και την ποιότητά της. Ο σκεπτόμενος φιλελεύθερος καλείται να αναστοχάζεται την ελευθερία της συνείδησης, ακόμα κι όταν αυτή απειλεί τις αξίες του. Γενικότερα, το πρόβλημα της σύνθετης γνώσης με απασχολεί ερευνητικά και όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να δει τα βιβλία μου: «Αν ο Αριστοτέλης ήταν Διευθύνων Σύμβουλος» (Καστανιώτης, 4η έκδοση), “Complex Knowledge” (Oxford University Press).
Αναφορικά με τα θέματα πίστης, ελευθερίας κλπ, τα θέματα αυτά είναι τεράστια και δεν μπορούν α συζητηθούν εδώ. Απασχόλησαν και απασχολούν τους μεγαλύτερους φιλόσοφους και επιστήμονες. Να θυμίσω το θεϊσμό του Whitehead, τις θεολογικές ανησυχίες της Arendt και του Jonas, τον σπιριτουαλισμό του Bateson, του Bergson, του Einstein και του David Bohm, τον χριστιανισμό του process theology & philosophy (εξαιρετικά ενδιαφέρουσα τάση φιλοσόφων που ακολουθούν τον Γουάϊντχεντ, κυρίως στην Αμερική), τον μεταμοντέρνο χριστιανισμό του John Caputo, και τον καθολικό χριστιανισμό του Charles Taylor και του Alasdair McIntyre (δύο από τους μεγαλύτερους εν ζωή φιλόσοφους). Το σημαντικό δεν είναι να καταλήξουμε κάπου αλλά, όπως έλεγε ο φιλόσοφος Richard Rorty, “to keep the conversation going”. Όπως επίσης έλεγε ο αείμνηστος Καστοριάδης, η ομορφιά των ελληνο-δυτικών κοινωνιών είναι ότι κρατούν το πεδίο του νοήματος ανοιχτό.
ΑΛΛΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΡΟΒΛΗΜΑ, ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΜΠΑΖΙΑΝΑ!
Η σύζυγος του Πρωθυπουργού κυρία Μπαζιάνα έχει όλα τα τυπικά προσόντα, όχι μόνο να είναι διδάσκουσα σε ελληνικό πανεπιστήμιο αλλά να διεκδικήσει ακόμη και τη θέση λέκτορα ή επίκουρου καθηγητή. Άλλο είναι το πρόβλημα: ότι το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (ΠΔΜ) δεν έχει καταργηθεί!
Παρά τη σχετική πρόνοια του αρχικού σχεδίου «Αθηνά» για τον ορθολογικό επανασχεδιασμό του χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης, το οποίο προέβλεπε απορρόφησή του από το ΑΠΘ και το ΠΑΜΑΚ, το ΠΔΜ εξακολουθεί να υφίσταται (οπότε, λογικά, χρειάζεται διδάσκοντες σαν την κυρία Μπαζιάνα).
Ο τότε υπουργός Παιδείας (το 2013) κ. Αρβανιτόπουλος, «καθηγητής» πανεπιστημίου ο ίδιος (αναζητήστε τις διεθνείς δημοσιεύσεις του και θα δείτε ότι τα εισαγωγικά δεν περιττεύουν), ενήργησε με το γνωστό τρόπο των ελλήνων πολιτικών: εξήγγειλε τον ανασχεδιασμό, τον τροποποίησε ενδίδοντας σε συντεχνιακές-τοπικιστικές πιέσεις, και ουδέποτε τον υλοποίησε. Έτσι, το ΠΔΜ, όπως τόσα άλλα επαρχιακά πανεπιστήμια, κατανέμεται μεταξύ Φλώρινας και Κοζάνης, διαθέτει ανεπαρκείς υποδομές (ρίξτε μια ματιά στην ιστοσελίδα του και θα καταλάβετε - http://www.uowm.gr/. Ούτε ένα απλό σωματείο δεν διαθέτει τέτοια ιστοσελίδα), είναι υποστελεχωμένο και, φυσικά, απορροφά πολύτιμους εθνικούς πόρους. Δεν υπαινίσσομαι τίποτε για το ακαδημαϊκό προσωπικό του, αλλά δείχνω τη μεγάλη εικόνα.
Για να μην ξεχνούμε: το ΠΔΜ ιδρύθηκε το 2003 επί πρωθυπουργίας Σημίτη, με υπουργό Παιδείας τον κ. Ευθυμίου. Την ίδρυσή του υπαγόρευε περισσότερο η τοπική ανάγκη «ανάπτυξης» και λιγότερο οι ακαδημαϊκές ανάγκες της χώρας. Σήμερα χρηματοδοτούμε (λέμε τώρα…) μια πληθώρα τέτοιων πανεπιστημίων και ΤΕΙ (ρίξτε μια ματιά στο Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ελλάδας, το Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας, το Διεθνές Πανεπιστήμιο, κλπ – απορία: γιατί δεν έγινε και Πανεπιστήμιο Νοτιοδυτικής ή Βορειοανατολικής Ελλάδας;) -, τα οποία φυτοζωούν και, φυσικά, ουδείς πολιτικός τολμά να πει ότι μερικά ιδρύματα πρέπει να καταργηθούν.
Συμπέρασμα: μην εστιάζετε στην κυρία Μπαζιάνα, μια ικανή, νέα γυναίκα που θέλει να εργασθεί. Επικεντρωθείτε στο ανορθολογικό σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης που χρηματοδοτούμε (ούτως ειπείν…) από το διαρκώς συρρικνούμενο εθνικό εισόδημά μας.
MR.TSIPRAS IN NEW YORK!
Listening to Prime Minster Tsipras’s recent discussion with President Clinton, at the Clinton Global Initiative 2015, in New York, I was struck, again, by a few things.
One is his imprudent decision to address a global audience in a language he does not master. If you want to impress a foreign audience, use the language you are most comfortable with – in Tsipras’ case, his mother tongue. Speaking in rather mediocre English, he missed an opportunity to pass on his message effectively. (A minor point: the typically Greek “I believe…” in prefacing every other statement, is rather irritating to foreign ears). It would have been better to use an interpreter.
Secondly, juxtapose Clinton’s pragmatic questions (e.g. about attracting investors) and Tsipras ‘visionary’ waffle about a “Europe that needs to come back to its foundational values”. He does not fully understand that a Prime Minister is not there to lecture (leave it to us Prime Minister!) but to offer pragmatic responses that will appeal to those that matter.
And thirdly, Tsipras’s narrative can’t help but be conflicted. He keeps saying the right things about reform but, at the same time, he criticizes the bailout agreement he has signed, which mandates those reforms he allegedly embraces! Moreover, Mr Clinton does not know Greece well enough or is polite enough to ask his distinguished guest how he reconciles his high rhetoric about the need for reform with typically Greek, old-party politics: why, for example, he considers it necessary for hospital managers or regional education authority heads to be party political appointees, why nepotism is being so alarmingly continued by a government of the left, or why he has appointed as minsters people who you would never trust to run a kiosk. (Look at the CVs of the Education or Interior or Environment Ministers and you will understand). And in yet another display of lack of pragmatism, rather than focusing on what his strategy for Greece is, as invited by Clinton, Prime Minster Tsipras went on to lecture his audience about the need for change in Europe! Mind your country first, Prime Minister! Tell us what you are going to do for your people, before you expand on your vision for Europe!
Overall, Mr. Tsipras finds it difficult to connect with the world at large (especially investors) and he will find it even more difficult to implement an agreement his party so bitterly opposes. He will keep saying the ‘right’ things to the right audience (watch him next time he addresses the Greek farmers) and he will go on sermonizing on the need for Europe to change, while everybody will watch him to see how he enacts an agreement he dislikes. All things considered, if I were an investor, I would be, to put it mildly, rather reluctant.
Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015
Το Μνημόνιο, τα παράδοξα, και η θεσμική παρακμή
Μια μέρα πριν τις πρόσφατες εκλογές, ο συνομιλητής μου σε ένα από τα καφενεία του Καρπενησίου ήταν κατηγορηματικός: «αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία». Κατάλαβα τι εννοούσε όταν πετάχτηκε ένας άλλος: «Ο Τσίπρας έδωσε μάχη για μας. Τον εκβίασαν, δεν είχε άλλη επιλογή».
Ξέρουν ότι υπέγραψε το τρίτο Μνημόνιο, ότι η ζωή τους θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη, αλλά δεν θεωρούν υπεύθυνο τον Τσίπρα γι αυτό. Χρησιμοποιούν έναν οικείο, οιονεί ανιμιστικό τρόπο σκέψης για να κατασκευάσουν ένα ανακουφιστικό σχήμα ερμηνείας: οι «εκδικητικοί» δανειστές, οι συνωμοτικές ξένες δυνάμεις, τα εγχώρια λαμόγια, οι εσωτερικοί προδότες, τα «μεγάλα» και τα «μικρά ψάρια». Ο Τσίπρας τους κέρδισε όχι με τη δύναμη των επιχειρημάτων του αλλά με τον πρωτογονισμό της ρητορικής του.
Δεν είναι ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος. Στην πρόσφατη πολιτική ιστορία, ο Ανδρέας Παπανδρέου καθιέρωσε έναν λαϊκιστικό τρόπο προσέγγισης του λαϊκού αισθήματος που κατέστη υποδειγματικός ακόμη και για τους αντιπάλους του. Σχεδόν κανένας έλληνας πρωθυπουργός δεν εξελέγη χωρίς να εκφέρει δημαγωγικό-λαϊκιστικό λόγο. Ο Τσίπρας σήμερα είναι η πολιτική μετενσάρκωση του Ανδρέα Παπανδρέου. Η ιδιομορφία του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να επισκιάσει το γεγονός ότι οι πρακτικές του αντλούν από βαθύτερους, ιστορικά εμπεδωμένους τρόπους σκέψης και αισθήματος.
Η διαχείριση του τρίτου Μνημονίου φέρει το αποτύπωμα του εγχώριου αριστερού λαϊκισμού. Επανειλημμένα ο κ. Τσίπρας έχει πει ότι «εκβιάστηκε» να υπογράψει μια συμφωνία που απεχθάνεται («Δεν μας ανήκουν αυτά τα μέτρα, απλά μας υποχρέωσαν να τα δεχθούμε»). Το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αναφέρεται σε ένα «παράλληλο πρόγραμμα», η δε υπογραφή του Μνημονίου περιγράφεται ως «τακτικός και πρόσκαιρος συμβιβασμός, [ο οποίος διατηρεί] ζωντανή τη δυνατότητα κατίσχυσης [στο μέλλον]». Οι πανεπιστημιακοί που υπέγραψαν προεκλογικό κείμενο στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφείς: «Αναγνωρίζουμε τις συνέπειες της συνθηκολόγησης. Δεν τις εσωτερικεύουμε ως ιδεολογία. Αγωνιζόμαστε για να τις υπερβούμε». Με άλλα λόγια, εντελώς πρακτικά, ο ΣΥΡΙΖΑ θα εφαρμόσει το Μνημόνιο υπονομεύοντάς το!
Πρόκειται για το κλασικό πρόβλημα του «διπλού δεσμού» που συναντούμε στις ανθρώπινες συμπεριφορές: η εκφορά αναιρεί το περιεχόμενο του μηνύματος (π.χ. «να είσαι αυθόρμητος»). Εφόσον ο κ. Τσίπρας θεωρεί το Μνημόνιο καταστροφικό για τη χώρα, είναι σα να λέει: ‘Για να σώσω τη χώρα έπρεπε να την καταστρέψω [να υπογράψω το μνημόνιο]’. Αυτή η παράδοξη λογική παράγει αντιφάσεις και παλινωδίες, θα μειώσει την κυβερνητική αποτελεσματικότητα, και θα εξανεμίσει την ελάχιστη εθνική αξιοπιστία.
Όσοι αισιόδοξα έσπευσαν να αναγγείλουν τον τερματισμό της αντίθεσης «μνημονιακό-αντιμνημονιακό μέτωπο» κάνουν λάθος. Η αντίθεση αυτή, ενώ μέχρι τώρα ήταν ‘εξωτερική’ (δηλαδή αφορούσε στην αντίθεση κομμάτων), τώρα εσωτερικεύεται από το κυβερνητικό σχήμα. Αρνούμενοι να «εσωτερικεύσουν» τη λογική του Μνημονίου που υπέγραψαν, οι μέχρι χθες αντιμνημονιακοί εσωτερικεύουν την ίδια την αντίθεση (Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο), στην οποία οφείλουν την ύπαρξή τους. Ως εκ τούτου, η κυβερνητική συμπεριφορά θα καταστεί παράδοξη και ανερμάτιστη. Επιπλέον, προκειμένου να αποκρυβεί η παραδοξότητά της (καθότι κοστίζει πολιτικά) θα τονίζεται όλο και περισσότερο το εγχώριας εμπνεύσεως «παράλληλο πρόγραμμα».
Τι θα σημαίνει αυτό στην πράξη; Έχουμε ήδη δει μερικά δείγματα. Η σύμπραξη με τους «Ανεξάρτητους Έλληνες» δεν είναι «παράλογη», όπως ισχυρίστηκε ο κ. Σούλτς. Οι ξένοι ερμηνεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ με βάση τις βορειοευρωπαϊκές εμπειρίες, αγνοώντας ότι ο αριστερός λόγος στην Ελλάδα διαπλάθεται στα ιστορικά συμφραζόμενα του ελληνικού εθνολαϊκισμού. Δεν αντιλαμβάνονται ότι με την επιλογή κυβερνητικού εταίρου ο κ. Τσίπρας όχι μόνο θέλει νάχει το κεφάλι του ήσυχο συνεργαζόμενος με ένα κόμμα που το μόνο που το ενδιαφέρει είναι η θεσιθηρία, αλλά, με την επιλογή αυτή, διακηρύσσει την «ανεξαρτησία» του από τις επιταγές της «νεοφιλελεύθερης» Ευρώπης που τον υποχρέωσε σε «συνθηκολόγηση». Είναι υπαρξιακή ανάγκη γα τον ίδιο να τονίζει, όπου μπορεί, τη διαφορετικότητά του. Η ανορθόδοξη επιλογή Καμμένου είναι αντίσταση στην ευρωπαϊκή ορθοδοξία.
Θα δούμε κι άλλα τέτοια. Η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου θα αναζητήσει τρόπους να αφήσει το δικό της, εκτός Μνημονίου, «αποτύπωμα» στην ελληνική κοινωνία, σε τομείς που ελέγχει η ίδια. Θα δούμε την έξαρση του εθνολαϊκισμού στην παιδεία, το κράτος, τα ΜΜΕ, και την εξωτερική πολιτική. Όπου μπορούν, θα διαφοροποιούνται από τη Μνημονιακή λογική – θα «ματώνουν», όπως λένε, για το «λαό». Η μαζοχιστική γλώσσα αποκαλύπτει όχι μόνο χονδροειδή σκέψη αλλά και διάθεση απόκρυψης: δεν έχουν το θάρρος να πουν στον πολίτη ευθέως ότι δεν έχουν να του υποσχεθούν παρά μόνο ιδρώτα, δάκρυα και αίμα.
Το απρόθετο αποτέλεσμα των εμπρόθετων επιλογών των πολιτών θα είναι η συνέχιση της οικονομικής εξαθλίωσης και της θεσμικής παρακμής. Η Ελλάδα αδυνατεί να κάνει το άλμα που χρειάζεται. Οι συνέπειες θα γίνουν ορατές σύντομα. Δεν υπάρχουν επιλογές χωρίς κόστος.
Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015
Δοκίμασα, απέτυχα, αποχωρώ - και ευχαριστώ!
Στις δύο τελευταίες εκλογές ήμουν υποψήφιος βουλευτής Ευρυτανίας με το Ποτάμι. Το έκανα, όχι για να ακολουθήσω πολιτική σταδιοδρομία, αλλά για να δώσω την ευκαιρία να ακουστεί η φωνή των συμπολιτών μου, που με πάθος ζητούν μια διαφορετική Ελλάδα - διαφορετική από τη χώρα της βιωμένης αναξιοπρέπειας που έχουν συνηθίσει. Η υποψηφιότητά μου υπαγορεύθηκε από την ηθική της ευθύνης: τι κάνω εγώ για τη χώρα μου στις δύσκολες στιγμές που περνά; Η εμπλοκή μου είχε τα χαρακτηριστικά της εθελοντικής εργασίας: διέθεσα χρόνο και κάποια χρήματα για έναν ευγενή συλλογικό σκοπό. Το Ποτάμι, ένα άφθαρτο κόμμα της φιλελεύθερης κεντροαριστεράς, με καταξιωμένους ανθρώπους και ρεαλιστικές θέσεις, ήταν το κόμμα που θεώρησα (και θεωρώ) ότι μπορούσε να συμβάλει στην αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.
Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015
Greece needs stability, hope and reform. It is unlikely to get them any time soon.
Mr Tsipras won a very comfortable victory in yesterday’s general elections, despite polls consistently showing a neck-and-neck contest with the centre-right New Democracy. His victory offers hope to a desperate country that has been deeply mired in a devastating crisis for the last six years. Whether, he delivers on his promise, however, is doubtful.
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015
Η φοβική και η ορθολογική επιλογή
Βλέπω μερικούς ευρωπαϊστές συμπολίτες να είναι διατεθειμένοι να ψηφίσουν ΝΔ προκειμένου να αποτρέψουν τον ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει την πρωτιά. Ενεργούν περισσότερο θυμικά και λιγότερο ορθολογικά. Επιπλέον, ενεργούν συντηρητικά. Τους φόβισε τόσο πολύ η τζογαδόρικη τακτική του Τσίπρα έναντι των δανειστών (κατανοητό συναίσθημα), που είναι διατεθειμένοι να υπερψηφίσουν μια αναπαλαιωμένη και παλαιοκομματική ΝΔ. Θεωρώ ότι σφάλλουν. Τους συμφέρει να εμμείνουν στην ορθολογική, όχι στη φοβική, επιλογή. Ιδού γιατί. Είναι δεδομένο ότι κανένα κόμμα δεν θα σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015
Λήθη και α-λήθεια
Οι εξουσιομανείς πολιτικάντηδες αποσκοπούν στη λήθη. Οι ενεργοί πολίτες παθιάζονται με την α-λήθεια.
1. Δήλωση του πρώην πρωθυπουργού κ. Καραμανλή (2004-2009) ενόψει των εκλογών:
«Πρέπει να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις και να προχωρήσουν τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Μόνο έτσι θα βγούμε επιτέλους από την κρίση και θα μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης» (16.9.2015).
Ενώ δεν είχε το στοιχειώδες αίσθημα ευθύνης (απέναντι στη χώρα που κυβέρνησε) και αξιοπρέπειας (απέναντι στον εαυτό του ως πρώην πρωθυπουργό) να υπερασπισθεί τις επιλογές του ως κυβερνήτη, ο επί εξαετία αργόμισθος (επί της ουσίας) βουλευτής, ουδόλως αντιλαμβάνεται την ερώτηση που έρχεται στο μυαλό όλων των σκεπτομένων πολιτών: εσύ κ. Καραμανλή γιατί δεν πήρες τις δύσκολες αποφάσεις τότε που έπρεπε;
Κατάρρευση εμπιστοσύνης και κράτος Δικαίου
Μιλώ στα καφενεία και τα χωριά της Ευρυτανίας με κόσμο. Κυριαρχούν η αδιαφορία, η απογοήτευση και η απελπισία. Το χειρότερο, όμως, είναι η πλήρης απαξίωση της πολιτικής. Δεν εμπιστεύονται ούτε κατ’ ελάχιστον την πολιτική ως κοινωνική λειτουργία – τους προκαλεί γέλιο η σκέψη ότι οι πολιτικοί μεριμνούν για το δημόσιο συμφέρον.
Θάθελα να τους πω ότι έχουν άδικο, αλλά ξέρω ότι δεν θα πείσω κανένα. Ιδού μερικά πρόσφατα παραδείγματα, τα οποία δείχνουν πως διαμορφώνεται η λαϊκή εμπειρία:
STATESEMΕN ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑΝΤΗΔΕΣ
Από τη συνέντευξη Μεϊμαράκη στην ΔΕΘ (13/9/2015):
Ερωτηθείς πως αποτιμά τη διακυβέρνηση της χώρας από τη ΝΔ, ο κ. Μεϊμαράκης είπε: “Έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας. Έχουμε αναφερθεί στα λάθη μας. Τα αναγνωρίζω, τα δέχομαι, έχουμε διδαχθεί από αυτά τα λάθη και μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι δεν θα επαναληφθούν. Όλοι έχουμε μεγαλύτερη εμπειρία”.
Σχόλια-ερωτήματα:
(α) Ιδού, πάλι, η περίφημη καμπύλη μαθήσεως που επικαλέστηκε αντιστοίχως ο κ. Τσίπρας: Κυβερνούμε, επιδεινώνουμε τα προβλήματα με τις κακές μας αποφάσεις, ισχυριζόμαστε ότι μαθαίνουμε εκ των υστέρων από τα λάθη μας. Εμπειρία είναι το όνομα που δίνουμε στα αποφεύξιμα λάθη μας.
Ερωτήματα από/για σκεπτόμενους ανθρώπους: Τι κάνουμε για να ενισχύσουμε τη διορατικότητά μας; Μπορούμε να μαθαίνουμε από τα λάθη των άλλων, δίχως να χρειαστεί να τα επαναλάβουμε εμείς; Πώς μπορούμε να έχουμε καλύτερη αίσθηση της πραγματικότητας και διαυγέστερη αντίληψη των αδυναμιών μας; Μπορούμε να λειτουργούμε προδραστικά και όχι πυροσβεστικά; Μπορούμε να μαθαίνουμε δημιουργικά και με λιγότερο κόστος για τους άλλους;
(β) Τι αξία έχει η διαβεβαίωση «δεν θα επαναλάβω τα λάθη μου» αν δεν συνοδεύεται από μια αξιόπιστη δέσμευση; Τι κάνεις για να πιστέψω ότι το εννοείς; Τι δεσμεύσεις αναλαμβάνεις για να με πείσεις ότι έμαθες και να κερδίσεις, έτσι, την εμπιστοσύνη μου;
(γ) Ποιά είναι ακριβώς τα λάθη σου; Αν δεν τα ονοματίζεις και δεν στοχάζεσαι δημοσίως πάνω σε αυτά, η αναφορά σε λάθη είναι απλώς ρητορική - το λες για να αποφύγεις την κριτική. Άρα αναφέρεσαι στα λάθη σου για να τα αποκρύψεις.
Όποιος είναι έντιμος δεν το λέει, είναι. Όποιος στέκεται αυτοκριτικά στον εαυτό του το κάνει, δεν λέει ότι το κάνει.
Συμπέρασμα: ο statesman πράττει - αναστοχάζεται, μαθαίνει, αναθεωρεί, δεσμεύεται και προχωρά.
Ο πολιτικάντης μιλά - προσομοιώνει τα παραπάνω.
Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015
Σκέφτεσαι σοβαρά να ψηφίσεις Νέα Δημοκρατία; Ας το συζητήσουμε
Είμαστε φίλοι από τα παλιά. Η έγνοια για τα κοινά μας διακατέχει από τα φοιτητικά μας χρόνια. Αν έπρεπε να της δώσω πολιτικό στίγμα θα την κατέτασσα στη φιλελεύθερη κεντροαριστερά. Πιστεύει με πάθος στο κράτος δικαίου, στην ελευθερία επιλογών του ατόμου, στην επιχειρηματικότητα, αλλά και στο κοινωνικό κράτος, την αλληλεγγύη, και σε μια ισχυρή πατρίδα. Αγανακτούμε με τα ίδια πράγματα: το κομματικό-πελατειακό κράτος, την οικογενειοκρατία, την αναξιοκρατία, τη διαφθορά, και τους γελοίους πολιτικάντηδες που, εκμαυλίζοντας το λαό, οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Καλλιεργημένος άνθρωπος η φίλη μου, ευσυνείδητη δημόσια λειτουργός με εργασιακή εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα, μητέρα δύο εφήβων, διακρίνεται γα τον πραγματισμό της. Στην τελευταία μας συζήτηση μου είπε ότι σκέφτεται να ψηφίσει Νέα Δημοκρατία στις εκλογές.
- Με εκπλήσσεις, της είπα. Είναι δυνατόν να πιστεύεις ότι ένα βαθιά λαϊκιστικό κόμμα που, μαζί με το ΠΑΣΟΚ, εξέθρεψε την πολιτική φαυλότητα, τη θεσμική παρακμή, και οδήγησε τη χώρα στα βράχια, θα μας βγάλει από την κρίση;
- Ποιος σου είπε όχι χαίρομαι γι αυτή την επιλογή, απάντησε. Ψηφίζω κλείνοντας τη μύτη. Αλλά, σε τελική ανάλυση είμαι ρεαλίστρια. Στις εκλογές ψηφίζουμε κυβέρνηση. Αν δεν βγει η ΝΔ πρώτη, θα βγει ο ΣΥΡΙΖΑ. Φαντάζεσαι αυτόν τον απίστευτο θίασο ιδεοληπτικών ερασιτεχνών να κυβερνήσει για 4 χρόνια; Θα τα διαλύσουν όλα. Όχι, είμαι σίγουρη, όσο κι αν σιχαίνομαι αυτό που θα κάνω: σ’ αυτές τις εκλογές προέχει να χάσει ο Τσίπρας. Αν αυτός που θα τον κερδίσει είναι ο Μεϊμαράκης, ας είναι. Μετά απ’ όσα ζήσαμε αυτό το καλοκαίρι, δεν έχω καμία αμφιβολία. Σε ρωτάω: είναι δυνατόν να εφαρμόσει ο Τσίπρας ένα Μνημόνιο το οποίο υπέγραψε μεν, αλλά απεχθάνεται δε;
- Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Δεν θέλεις μόνο να εφαρμοστεί το Μνημόνιο, αλλά να γίνουμε, επιτέλους, μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Συμφωνώ. Από το 2010 και μετά, ο μόνος τρόπος να απαλλαγούμε από το Μνημόνιο είναι η αξιόπιστη εφαρμογή του. Το Μνημόνιο συνδυάζει λιτότητα και μεταρρυθμίσεις. Κανείς δεν θέλει τη λιτότητα, ενώ λίγοι θέλουν τις μεταρρυθμίσεις. Αλλεργία στο Μνημόνιο δεν έχει μόνο ο Τσίπρας. Είχε και ο Παπανδρέου και ο Σαμαράς. Θυμάσαι τις αστειότητες των Παπανδρέου-Βενιζέλου ότι «το Μνημόνιο βρίσκεται εκτός των ιδεολογικών ορίων του ΠΑΣΟΚ»; Ξέχασες τον εμπρηστικά αντιμνημονιακό λόγο του Σαμαρά; Όλοι αυτοί υλοποιούσαν κάτι που δεν πίστευαν. Δεν είχαν νοοτροπία κυβερνήτη αλλά απρόθυμου διαχειριστή. Και φυσικά φάνηκε.
- Ναι, αλλά ο Σαμαράς, τελικά, έκανε τη στροφή. Εφάρμοσε το Μνημόνιο, έστω κι αν μετά τις ευρωεκλογές επανήλθε στις γνώριμες πολιτικάντικες επιλογές. Ο Τσίπρας, όμως, εξακολουθεί να λέει ότι το Μνημόνιο είναι μια κακή επιλογή που αναγκάστηκε να κάνει. Είναι βαθιά διχασμένος. Η ΝΔ δεν είναι. Θες επειδή είναι συστημικό κόμμα εξουσίας, θες επειδή έχει μια παράδοση ευρωπαϊσμού, το γεγονός είναι ότι ενσωμάτωσε καλύτερα τη λογική του Μνημονίου. Αυτό με καθησυχάζει ότι δεν θα έχουμε συγκρούσεις με τους δανειστές.
- Δες τη μεγάλη εικόνα – τα τελευταία 6 χρόνια, όχι μόνο το πρόσφατο επτάμηνο. Τη μεγάλη σύγκρουση την είχαμε τον Ιούλιο. Ο Τσίπρας υπερέβη, ευτυχώς, τον ιδεοληπτικό του εαυτό και έκανε την ορθολογική επιλογή – κράτησε τη χώρα στο ευρώ. Εφόσον η συμμετοχή στο ευρώ δεν αμφισβητείται πλέον, το σημαντικό τώρα είναι η εφαρμογή του Μνημονίου. Εδώ όμως αρχίζουν, όπως την προηγούμενη εξαετία, τα δύσκολα. Και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απρόθυμοι υλοποιητές του Μνημονίου. Οι κοινοί ιστορικοί εθισμοί τους (ο λαϊκισμός και η κομματοκρατική-πελατειακή νοοτροπία) είναι τέτοιοι που δεν τους επιτρέπουν να παίρνουν δυσάρεστες αποφάσεις, ούτε να προωθούν ριζοσπαστικές αλλαγές. Εφαρμόζουν τη μνημονιακή λιτότητα γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, αλλά δεν πιστεύουν στις μεταρρυθμίσεις που συμφώνησαν. Δεν είναι τυχαίο ότι και τα τρία κόμματα μιλάνε για «εξισορροπητικά» ή «ισοδύναμα» ή «παράλληλα» μέτρα. Άκουσες τι είπε ο Μεϊμαράκης σε προεκλογική του ομιλία; Θα κάνω ό,τι μπορώ για να μειωθεί η φορολογία των αγροτών, την οποία, όμως, πριν από λίγο καιρό ψήφισε! Αυτή η έμμεση αμφισβήτηση των δεσμεύσεων της χώρας παράγει διγλωσσία και μειώνει την αξιοπιστία μας έναντι των δανειστών. Οι δανειστές δεν μας εμπιστεύονται, οπότε μας στριμώχνουν περισσότερο, θέτουν περισσότερους όρους, και αναβάλλουν τη λήψη επωφελών για μας αποφάσεων. Το χειρότερο όμως είναι ότι τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλει το Μνημόνιο (π.χ. η αποκομματικοποίηση της διοίκησης, η ενοποίηση των Ταμείων, κλπ) τα κόμματα εξουσίας δεν τις εντάσσουν σε ένα τολμηρό σχέδιο βαθιών αλλαγών της χώρας συνολικά. Πώς να το κάνουν, βέβαια, αφού ανακυκλώνουν τα φθαρμένα υλικά της Μεταπολίτευσης, τόσο σε επίπεδο προσώπων όσο και νοοτροπιών. Έχεις στ’ αλήθεια ικανό έναν πολιτικό σαν τον Μεϊμαράκη, άνθρωπο του κομματικού σωλήνα για 40 χρόνια, με καφενειακή γλώσσα, να προωθήσει τολμηρές μεταρρυθμίσεις; Δεν το έκανε ποτέ στη ζωή του. Θα το κάνει τώρα; Βλέπεις πουθενά φρεσκάδα στην αναπαλαιωμένη ΝΔ;
- Όχι δεν βλέπω, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι ο Τσίπρας είναι ακόμη χειρότερος. Είναι και λαϊκιστής και ιδεοληπτικός και ανεύθυνος, με τη τζογαδόρικη στάση του έναντι των δανειστών.
- Δεν διαφωνώ αλλά εστιάζω αλλού. Και ο Τσίπρας και ο Μεϊμαράκης, θέλουν δεν θέλουν, είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν το Μνημόνιο. Τα λαϊκιστικά κόμματά τους, όμως, για διαφορετικούς λόγους το καθένα, αποδέχονται απρόθυμα έως εχθρικά τις βαθιές αλλαγές που επιφέρει το Μνημόνιο. Η φορολογία των αγροτών, ο εξορθολογισμός του ασφαλιστικού, και το άνοιγμα των επαγγελμάτων είναι καλά παραδείγματα. Γι αυτό θα κάνουν ό,τι έκαναν πάντα: θα υποσκάπτουν, όπως και όπου μπορούν, την εφαρμογή του. Θυμήσου ότι πέρυσι ο Σαμαράς δεν αποδεχόταν τη μείωση του ΦΠΑ στα νησιά, πιεζόμενος από τους λαϊκιστές βουλευτές του. Αμφιβάλλεις ότι το ίδιο θα συμβεί και τώρα; Περίμενε να δεις στη Βουλή τους εφαρμοστικούς νόμους για τους αγρότες, τα φαρμακεία, και το ασφαλιστικό. Οι λαϊκιστές της ΝΔ θα σηκώνουν ξανά μπαϊράκι. Αν δε ο Τσίπρας είναι στην αξιωματική αντιπολίτευση, θα επανέλθει στην προηγούμενη αντιμνημονιακή ρητορική του. Το προανήγγειλε ήδη ο Βούτσης σε συνέντευξή του. Θα ξαναζήσουμε, λοιπόν, μια εκδοχή των προηγούμενων ετών: κλίμα πόλωσης, διστακτικότητα στην υλοποίηση των υποχρεώσεων μας, απουσία μεταρρυθμιστικής πνοής, μειωμένη κυβερνητική αξιοπιστία έναντι των δανειστών. Το έργο τόχουμε ξαναδεί.
- Άρα, τι λες; Να ψηφίσουμε Τσίπρα για να μην είναι στην αντιπολίτευση και ξεσηκώνει τον κόσμο;
- Όχι, βέβαια. Λέω κάτι άλλο. Αν βγει η ΝΔ, θα έχουμε δύο προβλήματα. Πρώτον, με τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση θα έχουμε, όπως πριν, διαρκείς πολιτικές συγκρούσεις. Δεύτερον, το λαϊκιστικό DNA της αναπαλαιωμένης ΝΔ θα επαναφέρει τις ενδοκομματικές διενέξεις και παλινωδίες στην υλοποίηση του Μνημονίου - οι Κακλαμάνηδες, οι Γιακουμάτοι, και οι Τζαμτζήδες καραδοκούν. Σε κάθε περίπτωση, θα μπούμε ξανά στον κύκλο της πολιτικής αβεβαιότητας και των τριβών με τους δανειστές. Αν βγει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα έχουμε μάλλον έντονες πολιτικές συγκρούσεις, αλλά θα έχουμε μια ιδιαιτέρως διστακτική και αντιφατική υλοποίηση του Μνημονίου, η οποία θα εξαγριώσει τους δανειστές και θα καθυστερήσει αυτό που τόσο χρειαζόμαστε – την αναδιάρθρωση του χρέους. Τι θέλω να πω; Ότι και στη μία και στην άλλη περίπτωση, other things being equal, η αξιοπιστία της χώρας δεν θα βελτιωθεί, η εφαρμογή του Μνημονίου δεν θα επιταχυνθεί, και οι «δύσκολες» μεταρρυθμίσεις δεν θα προχωρήσουν.
- Άρα μου λες ότι δεν έχει τόση σημασία ποιο κόμμα θα έρθει πρώτο και θα πάρει το μπόνους των 50 εδρών;
- Ακριβώς. Ιδού γιατί. Πρώτον, είτε η ΝΔ έρθει πρώτη, είτε ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν άλλη επιλογή από την εφαρμογή του Μνημονίου. Με τεράστιο κόστος για τη χώρα, το Μνημόνιο αποδέχθηκαν πλέον και οι πιο σκληροί πολέμιοί του. Το θετικό, τουλάχιστον, απ’ αυτή την εξέλιξη είναι ότι η εξαλείφεται έτσι το πιο σημαντικό αίτιο πολιτικών συγκρούσεων που είχαμε τα τελευταία 6 χρόνια. Δεύτερον, η αποδοχή του Μνημονίου από όλα τα κόμματα εξουσίας φιλτράρεται από τα λαϊκιστικά ένστικτά τους, γι αυτό η αποδοχή τους είναι απρόθυμη και αντιφατική, οπότε θα δημιουργήσει προβλήματα. Άρα, συμπεραίνω, δεδομένου ότι κανένα κόμμα δεν θα πάρει την αυτοδυναμία, αυτό που χρειάζεται είναι ένα ισχυρό μεταρρυθμιστικό αντίβαρο για να εξισορροπήσει τα παλαιοκομματικά ανακλαστικά της ΝΔ ή τα ιδεοληπτικά ανακλαστικά του ΣΥΡΙΖΑ. Για μένα, ένα τέτοιο άφθαρτο, μεταρρυθμιστικό κόμμα είναι το Ποτάμι. Πιστεύω ότι η υπερψήφισή του είναι η πιο έξυπνη επιλογή για την ευρωπαϊκή πορεία και τις βαθιές αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα. Στη δεδομένη συγκυρία, ποιος θα είναι ισχυρός κυβερνητικός εταίρος έχει πιο μεγάλη σημασία από το ποιο κόμμα θα έρθει πρώτο. Γι να είμαι ειλικρινής, βέβαια, δεν παραβλέπω ότι ο συλλογισμός μου δεν έχει τη δομή μαθηματικής απόδειξης. Πάντοτε εμπεριέχεται το στοιχείο του ρίσκου. Η ψήφος μας δεν είναι μόνο συμπέρασμα ορθολογικού συλλογισμού αλλά δηλώνει επιθυμία και ταύτιση με κάτι που μας υπερβαίνει. Όπως λέει ωραία ο φιλόσοφος Ζακ Ντεριντά, η λήψη μιας απόφασης, πέρα από την οποιαδήποτε ορθολογική της τεκμηρίωση, απαιτεί μια υπέρβαση, ένα ‘άλμα πίστης’ (leap of faith), πέρα από κάθε υπολογισμό. Το ερώτημα είναι: είμαστε έτοιμοι μέσα μας να κάνουμε το άλμα;
Δεν μου απάντησε. Έμεινε σκεφτική. Χτύπησε το τηλέφωνο, χάσαμε τον ειρμό. Καλύτερα έτσι, σκέφτηκα, γιατί η πολιτική συζήτηση άρχισε να μας κουράζει. Πες μου τι διάβασες το καλοκαίρι, με ρώτησε. Κι αρχίσαμε ξανά, πιο ανάλαφρα τώρα…
Δημόσια εκπαίδευση για τους hoi polloi, ιδιωτική εκπαίδευση για την αριστερή ελιτ!
Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου, πρώτη μέρα στα ελληνικά σχολεία, και στον αγιασμό του σχολείου του γιού της παρευρέθηκε η κυρία Μπαζιάνα, σύζυγος του πρώην πρωθυπουργού, αριστερού κατά δήλωσή του, κ. Τσίπρα. Αν νομίσετε ότι ένας αριστερός που υποστηρίζει με πάθος τη δημόσια εκπαίδευση θα έκανε τις διακηρύξεις του προσωπική πράξη, κάνετε λάθος. Η κυρία Μπαζιάνα παρευρέθηκε στον αγιασμό του ιδιωτικού σχολείου Χίλ (με φήμη αντίστοιχη του ύψους των διδάκτρων του). Ο έτερος υιός του ζεύγους Τσίπρα-Μπαζιάνα παρακολουθεί το πανάκριβο ιδιωτικό νηπιαγωγείο «Αγκάλη». Ας σημειωθεί ότι η Βουλή διαθέτει εξαιρετικής ποιότητας νηπιαγωγείο, το οποίο το ζεύγος Τσίπρα-Μπαζιάνα δεν τίμησε με την εγγραφή των υιών του.
Εννοείται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, σε σχετική ανακοίνωσή του, επιδόθηκε για μια ακόμη φορά στην ξύλινη αριστερή ρητορική υπεράσπισης της «δημόσιας, δωρεάν, δημοκρατικής και ποιοτικά αναβαθμισμένης» εκπαίδευσης. Προφανώς οι διακηρύξεις αυτές αφορούν το πόπολο, όχι τη νομενκλατούρα που εργολαβικά το υπερασπίζεται.
Ο Γκάντι έλεγε: να είσαι η αλλαγή που επαγγέλλεσαι. Η ψευδο-αριστερή ελιτ δεν θέλει να αλλάξει τίποτε γιατί δεν μετέχει στον κοινό τρόπο ζωής των πολλών που διατείνεται ότι υπερασπίζει. Οπότε δεν νοιώθει ότι πρέπει να ενσαρκώσει την αλλαγή στην ιδιωτική της συμπεριφορά. Γι αυτούς η αριστερά είναι ιδεολογία όχι στάση ζωής, όχημα αναρρίχησης στην εξουσία όχι αυτό-δεσμευτικό πλαίσιο αναφοράς.
Ποιοι πρέπει να ασχολούνται με την πολιτική;
Σε ανάρτησή μου στο facebook (12/9/2015), με την οποία ανακοίνωσα την υποψηφιότητά μου με το Ποτάμι στις εκλογές (βλ. επίσης σχετική ανάρτηση σε αυτό το ιστολόγιο), έγραψα: "Γιατί να θέλει να ασχοληθεί κανείς με την πολιτική; Ο Σωκράτης στην Πολιτεία του Πλάτωνος δεν αναζητεί την απάντηση στα κίνητρα αλλά στην αποφυγή της τιμωρίας. Η τιμωρία όταν δεν καταδέχεσαι να ασχοληθείς με την πολιτική είναι να σε εξουσιάζουν οι χειρότεροί σου (Πολιτεία, 347c)".
Εύλογο ερώτημα: ποιοι είναι οι «καλύτεροι» και ποιοι οι «χειρότεροι»; Ο Πλάτων διακρίνει δύο κίνητρα για να ασχοληθεί κανείς με την πολιτική: τη φιλαργυρία και τη φιλοδοξία. Ο καλός πολίτης, λέει, είναι αυτός που αποστρέφεται και τα δύο. Αποστρέφεται τη φιλαργυρία γιατί δεν θέλει να χαρακτηρισθεί μισθοφόρος ή κλέφτης. Και αποστρέφεται τη φιλοδοξία, διότι η αυτοπροβολή και η απόλαυση της δημοσιότητας δεν αρμόζουν σε έναν καλό πολίτη. Ο καλός πολίτης πρέπει, κυρίως, να προστατεύσει τη φήμη του, η οποία οπωσδήποτε κινδυνεύει όταν ασχολείται με τα κοινά (γι αυτό οι αριστοκράτες επιδίδονται στον πολιτικό ησυχασμό – αποφεύγουν τα κοινά).
Αν, λοιπόν, δεν υπάρχουν θετικά κίνητρα για να εμπλακεί ένας καλός πολίτης στην πολιτική, τι μένει; Η αποφυγή της τιμωρίας - να κυβερνάσαι από τους χειρότερους, λέει ο Πλάτων δια του Σωκράτη. Οι «χειρότεροι» δεν είναι αυτοί που δεν διαθέτουν μόρφωση ή έχουν μειωμένη ευφυΐα, αλλά αυτοί που έλκονται από τη φιλαργυρία και τη φιλοδοξία. Τέτοιοι πολιτικοί είναι επιζήμιοι για την «πόλιν». Ο καλός πολίτης εμπλέκεται στην πολιτική όχι γιατί το επιθυμεί αλλά γιατί δεν μπορεί να το αποφύγει. Η αποφυγή της τιμωρίας είναι ένα κίνητρο, βέβαια. Αλλά πρόκειται για ένα αρνητικό κίνητρο, το οποίο προσδίδει στον κάτοχό του την αρμόζουσα για τη φήμη του (ως καλού πολίτη) αλλά και για το καλό της πόλεως, επιθυμία.
Πώς γνωρίζουμε τους «χειρότερους»; Παρακολουθούμε διαχρονικά τα λόγια τους και τα έργα τους. Ασκούμε την ερμηνευτική μας κρίση. Δεν υπάρχει αλγόριθμος.
Θεωρώ την ανάλυση του Πλάτωνος υπέροχη και, όσο υπάρχει δημοκρατία, επίκαιρη. Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος έλεγε: δεν θα αναζητήσω δημόσιο αξίωμα, αλλά και δεν θα αποποιηθώ δημόσιο αξίωμα που θα μου δίνει τη δυνατότητα να υπηρετήσω την πατρίδα μου. Το προσυπογράφω.
Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015
Ξανά υποψήφιος με το Ποτάμι στην Ευρυτανία
Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015
Πότε, επιτέλους, θα φτιάξουμε σύγχρονο κράτος;
«[…] Θὰ ἔλεγέ τις ὅτι ἡ χώρα αὕτη ἠλευθερώθη ἐπίτηδες διὰ ν’ ἀποδειχθῇ ὅτι δὲν ἦτο ἱκανή πρὸς αὐτοδιοίκησιν»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1893)
Στην ανακοίνωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης για την ελληνική κρίση (12/7/2015), αναφέρεται, μεταξύ άλλων: «Οι ελληνικές Αρχές […] θα πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα, υπό την αιγίδα της Κομισιόν, για την ενίσχυση της ικανότητας και την αποπολιτικοποίηση της διοίκησης».
Η φράση αυτή είναι αξιοπρόσεκτη. Γιατί; Πρώτον, διότι οι δανειστές δεν υπαγορεύουν μόνο οικονομικούς όρους, αλλά υπεισέρχονται και στον τρόπο λειτουργίας της κρατικής μηχανής – στον πυρήνα, δηλαδή, μιας αυτοκυβερνώμενης πολιτείας. Δεύτερον, διότι εμμέσως υποδηλώνεται το χάσμα νεοτερικότητας και η διαφορά ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης. Ο δανειστής δεν δανείζει μόνο χρήματα αλλά επιβάλλει στον οφειλέτη και αλλαγή νοο-τροπίας. Η δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους προϋποθέτει ότι ο οφειλέτης θα μιμηθεί τις θεσμικές πρακτικές του δανειστή. Εν προκειμένω: ισχυρό και ακομμάτιστο κράτος.
Σάββατο 1 Αυγούστου 2015
Οι μπαρούφες του κ. Βαρουφάκη για «Σχέδιο Β’»
Το χρόνιο έλλειμμα ορθολογισμού της χώρας είναι τόσο γνωστό, όσο είναι επιζήμιο. Όταν λ.χ. καίγονται τα δάση ή παραβιάζεται η ασφάλεια συστημάτων, η ρουτινώδης αντίδραση της πολιτικο-κρατικής «γραφειοκρατίας» είναι να διατάξει γελοίες ΕΔΕ, όχι να εντοπίσει τα αίτια, να μάθει, και να χαράξει αξιόπιστες πολιτικές. Έτσι και τώρα, που αποκαλύφθηκε το κρυφό «Σχέδιο Β’» του πρώην υπουργού Οικονομικών κ. Βαρουφάκη, η ενστικτώδης αντίδραση της αντιπολίτευσης και των ΜΜΕ είναι να αναζητηθούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες, όχι να συζητηθεί ορθολογικά το υποτιθέμενο Σχέδιο Β’.
Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015
Η τέχνη του οικονομικού πολέμου
Αν και εξηγείται, δεν παύω να εκπλήσσομαι όταν το βλέπω: ευφυείς άνθρωποι να παίρνουν κακές αποφάσεις. Ο κ. Βαρουφάκης, ειδικός στα στρατηγικά παίγνια, χειρίστηκε τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές εξόχως βλαπτικά για τη χώρα: σε 25 δισ. ευρώ ανέρχεται το επιπλέον κόστος από τις συνέπειες της προσφυγής στο δημοψήφισμα, εκτιμά το ΔΝΤ! Ο κ. Τσίπρας, με τεράστια λαϊκή αποδοχή, διαχειρίστηκε την καθολική επιθυμία για παραμονή στην ευρωζώνη με ταυτόχρονο τερματισμό της λιτότητας λαϊκιστικά, δηλαδή αναπαράγοντας την επιθυμία, δίχως στρατηγική επεξεργασία.
Αν διέθεταν εκλεπτυσμένη στρατηγική σκέψη θα ενεργούσαν διαφορετικά. Θα γνώριζαν τι μπορούν να πετύχουν και τι όχι, σε ποια συγκυρία. «Θα νικήσει αυτός που ξέρει πότε να πολεμήσει και πότε να μην πολεμήσει» , λέει ο Σουν Τζου. Δυστυχώς, οι ηγέτες μας έμαθαν να συνθηματολογούν ή να ακκίζονται, όχι να σχεδιάζουν. Συνήθισαν να είναι ηγέτες των απερίσκεπτων υποσχέσεων, όχι των σκληρών επιλογών.
Αν διέθεταν εκλεπτυσμένη στρατηγική σκέψη θα ενεργούσαν διαφορετικά. Θα γνώριζαν τι μπορούν να πετύχουν και τι όχι, σε ποια συγκυρία. «Θα νικήσει αυτός που ξέρει πότε να πολεμήσει και πότε να μην πολεμήσει» , λέει ο Σουν Τζου. Δυστυχώς, οι ηγέτες μας έμαθαν να συνθηματολογούν ή να ακκίζονται, όχι να σχεδιάζουν. Συνήθισαν να είναι ηγέτες των απερίσκεπτων υποσχέσεων, όχι των σκληρών επιλογών.
Τρίτη 14 Ιουλίου 2015
Greek-Eurozone crisis: Problem solved?
The third bail-out agreement between Greece and its creditors has averted, for the time being, a catastrophic outcome for Greece and a deeply traumatic one for the Eurozone - a Grexit. The agreement keeps Greece in the Euro but at great cost to the country, while having important implications for the Eurozone.
First, the agreement is yet another version of "extend and pretend". More help (mainly in the form of loans) is extended by creditors, while pretending that the Greek crisis is being addressed. What is still not conceded is that Greece cannot get itself out of its current plight without debt restructuring. Economic history shows that highly indebted countries cannot move forward without significant debt write-downs of the “classic” kind Chancellor Mrs. Merkel refuses to consider. Greek debt is simply too high for it to be paid back by an economy that has lost 25% of its GDP in the last five years and keeps shrinking. Austerity will continue and Greeks will see their incomes further reduced. Unemployment is unlikely to come down once recessionary measures, like the ones agreed, are enacted.
First, the agreement is yet another version of "extend and pretend". More help (mainly in the form of loans) is extended by creditors, while pretending that the Greek crisis is being addressed. What is still not conceded is that Greece cannot get itself out of its current plight without debt restructuring. Economic history shows that highly indebted countries cannot move forward without significant debt write-downs of the “classic” kind Chancellor Mrs. Merkel refuses to consider. Greek debt is simply too high for it to be paid back by an economy that has lost 25% of its GDP in the last five years and keeps shrinking. Austerity will continue and Greeks will see their incomes further reduced. Unemployment is unlikely to come down once recessionary measures, like the ones agreed, are enacted.
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015
Το ευρώ συνεπάγεται θυσίες
Είναι ενδιαφέρον να διαβάζει κανείς το παρόν αναδρομικά. Έχει την ευκαιρία να εστιάζει στη διαδρομή που οδήγησε στην παρούσα κατάσταση - στις δυνατότητες που υπήρχαν, τα σημεία διακλάδωσης στη λήψη αποφάσεων, τις επιλογές που έγιναν. Η αναδρομική ανάγνωση διαυγάζει το πεδίο επιλογών της τρέχουσας δράσης.
Θυμάστε την υπεροπτική δήλωση του φρέσκου τότε υπουργού Οικονομικών κ. Βαρουφάκη στους New York Times (30/1/2015); «Δεν θέλουμε τα 7 δισ. ευρώ», είπε. «Θέλουμε να […] επανεξετάσουμε ολόκληρο το πρόγραμμα. Στόχος μας δεν είναι να πάρουμε την επόμενη δόση του δανείου». Κάτι τέτοιο, ανέφερε, θα ήταν απλώς μια μετάθεση του προβλήματος. Η στρατηγική του απέβλεπε σε αλλαγή «παραδείγματος» - να αναθεωρηθεί η λογική του προγράμματος διάσωσης, όχι απλά κάποιες πτυχές του. Όλες οι κινήσεις του κ. Βαρουφάκη περιστρέφονταν γύρω από αυτή τη στρατηγική επιλογή: να επιμείνει στην πολιτικοποίηση, όχι στην «τεχνικοποίηση» του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Γι αυτό ουσιαστικά ποτέ δεν έκανε «τεχνική» διαπραγμάτευση με τους δανειστές, επιδόθηκε κυρίως σε αλλαγές φραστικού-προπαγανδιστικού τύπου, και χρονοτρίβησε ελπίζοντας ότι ο φόβος των δανειστών για διάλυση της ευρωζώνης μετά από ένα Grexit, θα τους καθιστούσε ενδοτικούς στα ελληνικά αιτήματα.
Θυμάστε την υπεροπτική δήλωση του φρέσκου τότε υπουργού Οικονομικών κ. Βαρουφάκη στους New York Times (30/1/2015); «Δεν θέλουμε τα 7 δισ. ευρώ», είπε. «Θέλουμε να […] επανεξετάσουμε ολόκληρο το πρόγραμμα. Στόχος μας δεν είναι να πάρουμε την επόμενη δόση του δανείου». Κάτι τέτοιο, ανέφερε, θα ήταν απλώς μια μετάθεση του προβλήματος. Η στρατηγική του απέβλεπε σε αλλαγή «παραδείγματος» - να αναθεωρηθεί η λογική του προγράμματος διάσωσης, όχι απλά κάποιες πτυχές του. Όλες οι κινήσεις του κ. Βαρουφάκη περιστρέφονταν γύρω από αυτή τη στρατηγική επιλογή: να επιμείνει στην πολιτικοποίηση, όχι στην «τεχνικοποίηση» του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Γι αυτό ουσιαστικά ποτέ δεν έκανε «τεχνική» διαπραγμάτευση με τους δανειστές, επιδόθηκε κυρίως σε αλλαγές φραστικού-προπαγανδιστικού τύπου, και χρονοτρίβησε ελπίζοντας ότι ο φόβος των δανειστών για διάλυση της ευρωζώνης μετά από ένα Grexit, θα τους καθιστούσε ενδοτικούς στα ελληνικά αιτήματα.
Σάββατο 11 Ιουλίου 2015
Half-truths in the Greek crisis conceal the big picture
If in war truth is the first casualty, in conflict half-truths are each side’s ammunition. Consider the recent debate on the Greek crisis in the European Parliament.
Closing his speech, Greek Prime Minister Tsipras referred to Sophocles’ classical tragedy Antigone. “I respect the EU laws”, he said, “but [Sophocles] taught us that there are moments when the supreme right is the right of the people”. Strictly speaking, it was not an accurate rendition of Antigone. The eponymous heroine referred to the “law of Gods” as being superior to the “laws of men”. But we get the Prime Minister’s point: respect for laws cannot be elevated as the supreme behavioral criterion in a conflict.
Closing his speech, Greek Prime Minister Tsipras referred to Sophocles’ classical tragedy Antigone. “I respect the EU laws”, he said, “but [Sophocles] taught us that there are moments when the supreme right is the right of the people”. Strictly speaking, it was not an accurate rendition of Antigone. The eponymous heroine referred to the “law of Gods” as being superior to the “laws of men”. But we get the Prime Minister’s point: respect for laws cannot be elevated as the supreme behavioral criterion in a conflict.
Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015
Eurozone - Brace for impact
Greece is on the way out of the eurozone and may be of the European Union. Trusting the Prime Minster Tsipras’ assurances, Greek voters overwhelmingly voted for two contradictory choices in last week’s referendum: against austerity and for Greek membership of the euro. However, the two parts of this mandate, rightly or wrongly, have turned out to be incompatible. Membership of the euro demands sacrifices (i.e. austerity and structural reform) for an uncompetitive economy operating in a badly designed single currency with no common fiscal policies, nor common political institutions. Excruciating austerity made the Greeks identify the euro with economic misery, while the political system and organized interests have either opposed or at best grudgingly accepted reforming a clientelist state and a protectionist economy.
Tsipras and Greek national pride
Greece are a proud nation. National pride has many sources, one of which is resistance to oppression. Indeed, one of the most positive-sounding words in Greek is ‘resistance’. Resistance against the Ottomans in the early 19th century, resistance against dictatorships, and resistance against the Nazis in the 1940s occupy a significant place in the national narrative of heroism. The Greek nation historically derives its self-wroth, when not from Plato and Aristotle, certainly from the battle against oppressors. It is not accidental, therefore, that calls for the ‘no’ vote in the recent referendum were couched in such a language: they were embedded in the long tradition of ‘OXI’ (NO) to the powerful and the mighty. Referring to the referendum, a regional newspaper in my hometown (Karpenisi) had as its main headline recently: “slavery or freedom”. Freedom was voting ‘no’, while slavery would be voting ‘yes’. Simplistic but powerful.
Τρίτη 7 Ιουλίου 2015
After the referendum – Quo Vadis Greece?
The referendum result in Greece is a resounding victory for Prime Minister Tsipras. He undoubtedly commands huge popularity at home. By contrast, the political establishment that brought to Greece to bankruptcy has been utterly discredited. For many people, voting ‘yes’ was tantamount to condoning the practices of the political elite that brought the country to its knees. Little surprise, then, why they were not convinced by old-style politicians to vote ‘yes’. Amazingly, the ‘yes’ won in no region whatsoever!
Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015
Grexit as sacrifice: Tragic conflict in the eurozone
Rational players understand it: a Greek exit from the eurozone is in nobody’s interest. Despite the belligerent rhetoric from Greek Prime Minister Mr. Tsipras, he fully well knows that a Grexit will be an economic catastrophe for Greece. Although he can only hope that it will be a short-lived one, nobody doubts that, as Syriza MP Costas Lapavitsas honestly remarked in a recent interview, there will be not only capital controls but, also, huge legal uncertainties, even food rationing! There is, similarly, little doubt that a Grexit will seriously jeopardize the main premise of a monetary union, namely that it is irrevocable. Once one is out, others may follow. Trust weakens, stability becomes precarious. What looks solid may start melting.
If both players can predict the devastating consequences of a Grexit, is there a guarantee that the later will not happen? And if a last-minute deal is hammered out, as the Governor of the Bank of Greece has pleaded to, does it mean that, again, a Grexit is inconceivable? I fear not. Great undertakings, such as the euro, involve more than calculative behavior and game theoretical reasoning. The monetary union is not just a technical arrangement, but also the expression of a deeper desire for more integration in the continent. Great projects are often existential in nature: they define what people care about and how they are oriented in the world.
Rational calculations tend to obscure existential concerns. There are times, however, when calculations do not suffice and the game itself may be called into question. What is it for? What should its rules be? How should it be played? When such existential questions arise, they prompt players to significantly evolve their common undertaking. It is far from easy: since the stakes are high, players cling even more tenaciously to the views they already hold, which have brought them thus far. Stagnation is often the outcome.
This is clearly visible in the collapse of talks between Greece and its creditors. The two sides cannot even to agree on what exactly they disagree! Whether they speak about pensions, VAT rates or debt relief, their communication is futile. Words do not carry the same meaning, expectations differ, priorities diverge. The Greek side insists on “political” negotiations, while the creditors’ side focuses on completing the “technical” staff-level fifth review. If Greeks are from Mars, the creditors are from Venus.
At the root of the conflict is the paradox that both sides are right. ‘The rules must be respected and agreements honored’, argue sensibly the three bailout monitors (the European Commission, European Central Bank and the IMF, popularly called “troika”). ‘You must respect the people’s democratic will that brought us to power’, shouts reasonably the Greek anti-austerity government. They both have a point. Contrary to troika’s predictions, the consequences of their bailout program for Greece have been devastating. No other developed country has been hit by such excruciating austerity during peace time! But to have a future as a modern country, Greece must change fundamentally: it cannot carry on pretending to be a modern country while keeping modernity at bay through the endemic practices of crony capitalism and a clientelistic, incompetent, and party-political dominated state.
To choose any of the two sides means to neglect the truth of the other side – this is a case of what philosopher Martha Nussbaum calls “tragic conflict”. Understanding it and asking the “tragic question” requires, notes Nussbaum, “assuming a possible burden of guilt and of reparative effort”. None of the two sides is prepared to do it. The troika reluctantly concedes that mistakes have been made in the Greek rescue program but does nothing radical to correct them by offering what is most needed – bold debt relief. The Greek side does what is historically used to doing: playing the victim of fiendish foreign powers, while resisting modernization of its anachronistic institutions that brought about its bankruptcy.
Tragic conflict cannot be avoided. As soon as this is understood, the players are motivated to submit themselves to critical self-scrutiny and change their habits. But if we are to take advice from Greek tragedians this rarely happens: they knew all too well that human beings change their entrenched ways the hard way – through suffering, rather than reason. Suffering reveals what reason obscures.
The Greek gift to the eurozone has been to expose the latter’s flaws – the folly of creating a monetary union without common political institutions to support it. But fixing the flaws involves more than financial engineering: the underlying understandings would need to be boldly reconsidered and adopted policies appropriately modified. Mr. Schäuble certainly does not see it this way. Germany bears no responsibility for Greece’s problems, he keeps saying.
On the other side, the consequences of harsh austerity and the embedded culture of victimhood have turned Greece inwards and made it more desperate, angry, even irrational. Defense Minister Kammenos threatens to make the country a suicide bomber: he proudly tells a popular, early-19th-century story from the Greek independence struggle about how monk Samuel blew up the powder keg, killing himself and his captors, rather than surrender to the Ottoman enemy! Implied message: we will take you down with us.
Existential projects involve high stakes. When stalled, sacrifices push them forward. A Grexit may be such a sacrifice for the eurozone; irrational but an existential necessity. The suffering it will cause will likely make each side see what it presently refuses to see and ask the hard questions to itself it avoids asking. As Sophocles puts it in Antigone, “big blows teach wisdom”. Regrettably, when this happens, it is usually too late.
Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015
“Αριστερή” αντιμεταρρύθμιση στην Υγεία
Δεν χρειάζεται υψηλή θεωρία για να αξιολογηθεί μια πολιτική ως αριστερή ή όχι. Αρκεί η προσφυγή στην κοινή εμπειρία: σε πιο βαθμό προάγει μια πολιτική τα συλλογικά αγαθά της υγείας και της παιδείας; Αν η απάντηση είναι «σε μεγάλο βαθμό», η πολιτική τείνει να είναι αριστερή. Αν, αντιθέτως, τα συλλογικά αγαθά υποβαθμίζονται ή η διαχείρισή τους είναι σπάταλη, η πολιτική αυτή κάθε άλλο παρά αριστερή είναι.
Ο κριτήριο αυτό δεν είναι αυθαίρετο. Αν κάτι διακρίνει τη σύγχρονη Αριστερά στο πολιτικό τοπίο είναι η πεποίθηση ότι η κοινωνία είναι κάτι παραπάνω από ένα άθροισμα ατόμων – είναι παραγωγός νοήματος, ισότητας και ελευθερίας. Η υγεία και η παιδεία είναι τα κατ’ εξοχήν συλλογικά αγαθά που πρέπει να παρέχονται ποιοτικά και αποτελεσματικά στους πολίτες.
Ας μη σχολιάσουμε, προς το παρόν, τη Μεγάλη Οπισθοδρόμηση που το δίδυμο Μπαλτά-Κουράκη επιχειρεί στη δημόσια παιδεία. Εδώ θα επικεντρωθούμε στην υγεία. Γράφτηκε στις εφημερίδες, αλλά πέρασε σχετικά απαρατήρητο. Ο υπουργός Υγείας κ. Κουρουμπλής αποφάσισε (με ερμηνευτική εγκύκλιο - προσφιλή διαδικασία των πολιτικών στην διαμόρφωση του νομικού πλαισίου κατά το δοκούν) να επιτραπεί η συνταγογράφηση γενοσήμων φαρμάκων με την εμπορική τους ονομασία. Ο προβαλλόμενος λόγος; Θα αυξηθεί, λέει, η χρήση των γενοσήμων. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, πολέμιος της εισαγωγής των γενοσήμων, επιχαίρει. Επιτέλους αποκαθίστανται οι κλονισθέντες δεσμοί γιατρών και φαρμακευτικής βιομηχανίας!
Δείτε τη μεγάλη εικόνα και κρίνετε μόνοι σας. Ένας ισχυρός παράγοντας που εκτροχίασε τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας τα τελευταία 15 χρόνια είναι η φαρμακευτική δαπάνη: το 2012 ήταν το 26% της συνολικής δαπάνης για την υγεία και το 4% του ΑΕΠ. Τα αντίστοιχα ποσοστά σε άλλες αναπτυγμένες χώρες είναι κάτω από το 16% και μεταξύ 1,8-2,5% αντιστοίχως. Με λίγα λόγια, ξοδεύουμε πολλά λεφτά για φάρμακα Γιατί;
Όχι, ο ελληνικός πληθυσμός δεν παρουσιάζει αυξημένη νοσηρότητα. Η υψηλή φαρμακευτική δαπάνη οφείλεται σε ενδογενείς θεσμικές στρεβλώσεις, κύρια μεταξύ των οποίων είναι η πολυπληθής ιατρική κοινότητα σε σχέση με τις ανάγκες του πληθυσμού. Το αποτέλεσμα της ιατρικής «υπερπροσφοράς» είναι η προκλητή «ζήτηση» - η υπέρογκη ανάπτυξη των υπηρεσιών υγείας και ιδιαίτερα των φαρμακευτικών δαπανών.
Έπρεπε να χρεοκοπήσει η χώρα για να μας επιβάλλουν οι δανειστές τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης. Η τρόικα επέβαλλε τις αυτονόητες σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες πολιτικές: την εισαγωγή των γενοσήμων και τη συνταγογράφηση της δραστικής ουσίας, όχι της εμπορικής ονομασίας των φαρμάκων. Τα εγχώρια συμφέροντα, φυσικά, αντέδρασαν. Η συντεχνιακή ιδιοτέλεια ενδύθηκε το μανδύα του «εθνικού» αντιμνημονιακού λόγου. Παρ’ όλα αυτά, θεσπίστηκε δια νόμου η υποχρέωση του γιατρού να συνταγογραφεί με τη δραστική ουσία και του φαρμακοποιού να χορηγεί στον ασφαλισμένο το φθηνότερο γενόσημο που την περιέχει. Με άλλα λόγια, ο γιατρός αποφασίζει για τη θεραπευτική ουσία που πρέπει να χορηγήσει στον ασθενή και όχι για το ποιος θα είναι ο προμηθευτής της ουσίας αυτής. Εφόσον για τη συγκεκριμένη δραστική ουσία κυκλοφορεί γενόσημο σκεύασμα, ο ασθενής οφείλει να λάβει το γενόσημο και μάλιστα αυτό με τη μικρότερη τιμή. Έτσι και ποιοτικά φάρμακα χορηγούνται και δημόσιο χρήμα εξοικονομείται.
Ωστόσο, με την παράλληλη νομοθέτηση (ελληνικής πρωτοβουλίας αυτή τη φορά) περί συμμετοχής του ασθενούς στη φαρμακευτική δαπάνη, αλλά και την ανασφάλεια που παράγεται από ιδιοτελείς «ψιθύρους» για την «ποιότητα» των γενοσήμων, ο νόμος αυτός ουσιαστικά δεν εφαρμόζεται. Η θεσμική αδράνεια κυριαρχεί, τα οργανωμένα συμφέροντα επιχαίρουν. Ο ασθενής, με την αφανή καθοδήγηση του συστήματος, εξακολουθεί εν πολλοίς να επιλέγει ένα μη γενόσημο σκεύασμα. Ο κ. Κουρουμπλής δικαιολόγησε την απόφασή του ως «παρότρυνση» να αυξηθεί η χρήση των γενοσήμων. Ευγενής σκοπός, θα πείτε. Αμ δε! Τί σημαίνει αυτή η «παρότρυνση» στην εμπεδωμένη ελληνική πρακτική; Ο γιατρός επιλέγει σκεύασμα συγκεκριμένης φαρμακευτικής εταιρείας για την εγγύηση της ποιότητας του φαρμάκου ή γιατί έχει κάποια κρυφά οφέλη από την εταιρία που το παράγει;
Η συνταγογράφηση με τη δραστική ουσία είναι μία από τις τομές στην Υγεία, η οποία, αν εφαρμοστεί σωστά και με επιμονή, επιφέρει και δημοσιονομικά οφέλη και διαμορφώνει νοοτροπίες ορθολογικής επαγγελματικής συμπεριφοράς – προάγει, δηλαδή, το δημόσιο συμφέρον. Είναι ένα μικρό μέρος του 70% των μνημονιακών μέτρων, τα οποία, όπως λέει ο Υπουργός Οικονομικών, έπρεπε να είχαμε εφαρμόσει μόνοι μας. Η αντιμεταρρύθμιση του κ. Κουρουμπλή, όμως, μας πάει πίσω: αντί να επιμείνει και να ελέγξει την εφαρμογή του νόμου, άρχισε να τον ξηλώνει, διαιωνίζοντας ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις σχέσεις συναλλαγής γιατρών, φαρμακοβιομηχανίας. Ο ΠΙΣ, μάλιστα, «παρότρυνε» τον κ. Κουρουμπλή να επεκτείνει την απόφασή του στο σύνολο των φαρμακευτικών σκευασμάτων! Πάντοτε συνεργάσιμος ο κ. Κουρουμπλής, συμφώνησε! Αν δώσεις στα συντεχνιακά συμφέροντα έναν πόντο, θα ζητήσουν ένα μέτρο!
Ο σοβαρός μεταρρυθμιστής, ιδιαίτερα αν είναι ένας σύγχρονος αριστερός, είναι προσηλωμένος στην υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Εργάζεται αθόρυβα και μεθοδικά να δημιουργήσει τους μηχανισμούς που προστατεύουν τα δημόσια αγαθά και εξοικονομούν δημόσιο χρήμα. Ο προσχηματικός μεταρρυθμιστής και ο κατ’ επίφαση αριστερός νοιάζεται για την, με κάθε τρόπο, πολιτική του επιβίωση. Αρχίζουμε τώρα να έχουμε μια καλή εικόνα με τι είδους «αριστερούς μεταρρυθμιστές» έχουμε να κάνουμε!
Grexit as sacrifice
Rational players understand it: a Greek exit from the eurozone is in nobody’s interest. But this is no guarantee that it won’t happen, even if yet another agreement between the Greek government and its creditors is reached, hard as it is to imagine right now. Great undertakings, such as the euro, involve more than calculative behavior. The monetary union is not just a technical arrangement, but also the expression of a deeper desire for more integration in the continent. Great projects are often existential in nature: they define what people care about and how they are oriented in the world.
Rational calculations tend to obscure existential concerns. There are times, however, when calculations do not suffice and the game itself may be called into question. What is it for? What should its rules be? How should it be played? When such existential questions arise, they prompt players to significantly evolve their common undertaking. It is far from easy: since the stakes are high, players cling more even tenaciously to the views they already hold, which have brought them thus far. Stagnation is often the outcome.
Greek tragedy helps us grasp the predicament of existential projects and the conflicts they create. In Euripides’ Iphigenia in Aulis, King Agamemnon, leader of the Greek forces in the Trojan War, is ready to set sail for Troy. However, he cannot move his fleet: goddess Artemis is vengefully withholding the winds because Agamemnon has offended her. To appease the goddess, Agamemnon is told that he must sacrifice his eldest daughter, Iphigenia. It is a dreadful dilemma and he knows it. Whatever he chooses to do will be wrong. This is what philosopher Martha Nussbaum calls “tragic conflict”: both alternatives contain serious wrongdoing.
Look now at the crisis in the eurozone again. ‘The rules must be respected and agreements honored’, argue the three bailout monitors (the European Commission, European Central Bank and the IMF, popularly called “troika”). ‘You must respect the people’s democratic will that brought us to power’, argues the Greek anti-austerity government. Both sides are right. Contrary to troika’s predictions, the consequences of their bailout program for Greece have been devastating. But to have a future as a modern country, Greece must change fundamentally: it cannot carry on pretending to be a modern country while keeping modernity at bay through the endemic practices of crony capitalism and a clientelistic, incompetent, and party-political dominated state.
To choose any of the two sides means to neglect the truth of the other side. This is the essence of tragic conflict. Understanding it and asking the “tragic question” requires, notes Nussbaum, “assuming a possible burden of guilt and of reparative effort”. None of the two sides is prepared to do it. The troika reluctantly concedes that mistakes have been made in the Greek rescue program but does nothing radical to correct them by offering what is most needed – debt relief. The Greek side does what is historically used to doing: playing the victim of fiendish foreign powers, while resisting modernization of its anachronistic institutions that brought about its bankruptcy.
Tragic conflict cannot be avoided. As soon as this is understood, the players are motivated to submit themselves to critical self-scrutiny and change their habits. But Greek tragedians were pessimistic: they knew that human beings change their ways the hard way – through suffering, rather than reason. Suffering reveals what reason obscures.
The Greek gift to the eurozone has been to expose the latter’s flaws – the folly of creating a monetary union without common political institutions to support it. But fixing the flaws involves more than financial engineering: the underlying understandings would need to be boldly reconsidered and adopted policies appropriately modified. Mr. Schäuble certainly does not see it this way. Germany bears no responsibility for Greece’s problems, he keeps saying.
On the other side, the consequences of harsh austerity and the embedded culture of victimhood have turned Greece inwards and made it more desperate, even irrational. Defense Minister Kammenos threatens to make the country a suicide bomber: he proudly tells a popular, early-19th-century story from the Greek independence struggle about how monk Samuel blew up the powder keg, killing himself and his captors, rather than surrender to the Ottoman enemy! Implied message: we will take you down with us.
Existential projects involve high stakes. When stalled, sacrifices push them forward. A Grexit may be such a sacrifice for the eurozone; irrational, certainly, but an existential necessity nonetheless. The suffering it will cause will likely make each side see what it presently refuses to see and ask the hard questions to itself it avoids asking. As Sophocles puts it in Antigone, “big blows teach wisdom”. Regrettably, when this happens, it is usually too late.
Τετάρτη 6 Μαΐου 2015
Ευθυκρισία, virtú και ο κ. Βαρουφάκης
Ελάχιστοι διανοούμενοι είχαν την τύχη του Υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Βαρουφάκη: την ευκαιρία να υλοποιήσουν ως υπουργοί αυτά που πρότειναν ως σχολιαστές∙ να κάνουν τη θεωρία πράξη. Ο κ. Βαρουφάκης διέθετε, κατ’ αρχήν, πολλά προσόντα για το νέο του ρόλο: τεχνοκρατική επάρκεια, καλή γνώση της ευρωζωνικής κρίσης, επικοινωνιακό χάρισμα, πνευματική καλλιέργεια, πολιτικό όραμα. Θεωρητικά, ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος, στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή.
Η διαχείριση της οικονομικής κρίσης, όμως, δεν είναι θεωρητική υπόθεση. Όχι μόνο γιατί τα οικονομικά δεν είναι θετική επιστήμη, αλλά και γιατί, στον κόσμο της «θεωρίας», η πραγματικότητα εμφανίζεται, αναγκαστικά, απλοποιημένη – αναδεικνύονται πτυχές της, αλλά δεν βιώνεται η δυναμική συνθετότητά της. Στον κόσμο της «πράξης», αντιθέτως, οι λεπτομέρειες (που αφαιρεί η «θεωρία») μετράνε, αντιλήψεις και προτεραιότητες συγκρούονται, ο χρόνος είναι σημαντικός, η τυχαιότητα καραδοκεί.
Ακριβώς γι αυτό το λόγο ο πολιτικός ηγέτης, χρειάζεται, πρωτίστως, αυτό που ο Ησαΐας Μπερλίν ονόμαζε «αντιληπτικό χάρισμα» («perceptual gift»): την ικανότητα να αντιλαμβάνεται διαισθητικά την ιδιαιτερότητα της κάθε κατάστασης που χειρίζεται. Η ευθυκρισία είναι το σημαντικότερο προσόν του ηγέτη, το οποίο απορρέει από τον χαρακτήρα του γενικότερα.
Εδώ εντοπίζεται, κατ’ αρχάς, το πρόβλημα με τον κ. Βαρουφάκη. Οι γενικές θέσεις του για την κρίση στην ευρωζώνη είναι, βασικά, σωστές. Από τη σωστή διάγνωση όμως (τη θεωρία) δεν προκύπτει απαραίτητα η σωστή πολιτική πράξη. Μεσολαβεί η πολιτική ισχύς.
Η άποψη του κ. Σόϊμπλε επικράτησε διότι είχε την ισχύ να την επιβάλει. Ο κ. Βαρουφάκης πίστεψε, απλοϊκά, ότι θα έπειθε τους συνομιλητές του με τη δύναμη των επιχειρημάτων του. Έκανε λάθος. Πρώτον, διότι η ευρωζώνη δεν είναι ακαδημαϊκό σεμινάριο. Δεύτερον, διότι υποτίμησε τη βαθιά δυσπιστία των ισχυρών εταίρων (τροφοδοτούμενη και από οριενταλιστικά στερεότυπα) για την αξιοπιστία των ελληνικών κυβερνήσεων. Και τρίτον, διότι γνωρίζουμε ότι, από τη στιγμή που ένα πρόγραμμα τρέχει, οι υποστηρικτές του είναι απίθανο να το εγκαταλείψουν. Εκλογικεύουν τις αρνητικές του επιδόσεις για να προστατεύσουν το πολιτικό τους κεφάλαιο. Γιατί ένας τόσο ευφυής άνθρωπος υποτίμησε τα πολιτικά ουσιώδη της κρίσης;
Διότι το μείζον στην πολιτική δεν είναι η ευφυΐα αλλά η οξυδερκής διαίσθηση, όχι η «θεωρία» αλλά η πρακτική σοφία. Γνώρισμα του καλού κυβερνήτη είναι η μακιαβελική virtú – η ηθικο-πολιτική ευελιξία. Ο βιρτουόζος κυβερνήτης, λέει ο Μακιαβέλι, θα κάνει οτιδήποτε υπαγορεύει η αναγκαιότητα των περιστάσεων χάριν του κοινού καλού.
Παρά τα χαρίσματά του, ο κ. Βαρουφάκης δεν ανήκει στους βιρτουόζους κυβερνήτες. Δεν διαθέτει την απαιτούμενη προσαρμοστικότητα, πιθανότατα εξαιτίας της ισχυρά βουλησιαρχικής και πληθωρικά εγωκεντρικής του προσωπικότητας. Αν και υπουργός, δεν θέλησε να εγκαταλείψει το ρόλο του ετερόδοξου διανοούμενου. Προτιμά να αναλύει, όχι να κυβερνά. Τον ενδιαφέρει κυρίως ο ερεθιστικός σχολιασμός, όχι η πληκτική αποτελεσματικότητα. Στο μέτρο που εμμονικά πιστεύει ότι η δική του ανάλυση είναι η ορθότερη, υποτιμά τους ομολόγους του, οι οποίοι του επιστρέφουν την απαξίωση. Πολιτικά απομονώθηκε.
Η εγωκεντρικότητα εκφράζεται και σωματικά. Το αντισυμβατικό του ντύσιμο μετατρέπει τον ετερόδοξο σε εκκεντρικό πολιτικό. Αυτό, βέβαια, όπως και το επικοινωνιακό του χάρισμα, προσελκύει τα ΜΜΕ, τα οποία συχνά προσεγγίζουν το ελληνικό δράμα με όρους life style. Το μιντιακό κουτσομπολιό κερδίζει, ο ίδιος μετατρέπεται σε παγκόσμια διασημότητα, η πολιτική όμως χάνει, το εθνικό συμφέρον αποδυναμώνεται.
Ίσως θεωρεί ότι το αντισυμβατικό ύφος δηλώνει αυθεντικότητα – ότι η εξουσία δεν τον άλλαξε. Αυθεντικότητα, όμως, δεν είναι να προβάλλω δημοσίως τις ιδιορρυθμίες μου (ο καφενειακός λόγος του κ. Γιακουμάτου θα ήταν τότε υπόδειγμα αυθεντικότητας), αλλά να αξιοποιώ δημιουργικά τις δυνατότητες που μου παρέχει ο ρόλος μου. Αν σε ενδιαφέρει η πειθώ, είναι φρόνιμο να λες αντισυμβατικά πράγματα με σχετικά συμβατικό τρόπο. Όταν ο αντισυμβατικός σου λόγος συνοδεύεται από αντισυμβατική εκφορά αποξενώνει, ιδιαίτερα αν προέρχεται από τον υπουργό Οικονομικών μιας χώρας-επαίτη.
Ο καλός κυβερνήτης υπάγει εμπρόθετα και ευέλικτα τις πράξεις του στην προαγωγή του κοινού καλού. Θεωρεί τον εαυτό το μέσον για ένα ευγενή σκοπό, όχι αντιστρόφως. Όπως η μπαλαρίνα τιθασεύει το σώμα της χάριν του ρόλου της, ο κυβερνήτης σμιλεύει τον χαρακτήρα του έτσι ώστε να υπηρετεί το γενικό συμφέρον. Δεν αρκεί η γνώση και η ευφυΐα στην πολιτική. Χρειάζεται, κυρίως, ευθυκρισία. Δυστυχώς είναι δυσεύρετη.
Τετάρτη 29 Απριλίου 2015
Τετάρτη 8 Απριλίου 2015
Ηγέτες και «περιτρίμματα»
Σε μια παλιά συνέντευξή του στην «Καθημερινή» (3/12/2006) με έντονα προσωπικό ύφος, ο αείμνηστος Λεωνίδας Κύρκος, περιγράφει και σχολιάζει, μεταξύ άλλων, προσωπικότητες του ελλαδικού κομμουνιστικού κινήματος. Οι συνομιλητές του Α. Παπαχελάς και Η. Νικολακόπουλος τον ρωτάνε, στο τέλος της συνέντευξης: «Κοιτάζοντας έτσι πίσω, τα 50 κάτι χρόνια πολιτικής πορείας, υπάρχει κάτι που λέτε μακάρι να μπορούσα να το ξαναζήσω, να το ξανακάνω, θα το έκανα διαφορετικά;».
«Με έχει απασχολήσει το ερώτημα, αλλά δεν έχω βρει απάντηση», απαντά ο Κύρκος. «Από τη στιγμή που μπήκα μέσα στο αριστερό κίνημα ήμουνα δοσμένος σε αυτό. Δεν ήμουνα με την κριτική διάθεση που απέκτησα εκ των υστέρων, γι' αυτό και τα όσα συζητάμε για νέους κ.τ.λ. τα ακούω βερεσέ. Ένας νέος αν δεν έχει εμπειρίες, δεν τις έχει ζήσει, δεν τις έχει βιώσει για να μπορεί να κάνει τον κριτικό έλεγχο, εύκολα παραδίδεται στους εντυπωσιασμούς. Ήρθε μια στιγμή που μπορούσα να δω πολλά πράγματα από τη συμπεριφορά του Ζαχαριάδη, δεν τα είδα. Και νιώθω μια ευθύνη. Δεν ασκούσα, βέβαια, τότε καμιά απολύτως επιρροή. Ήμουν ένα στελεχάκι της βάσης, που δεν μετείχε στις πολιτικές διεργασίες, που δεν είχε την πληροφόρηση, αλλά δεν είχε και το κουράγιο να δει κατάματα τους ανθρώπους, οι οποίοι στα μάτια του παρουσιάζονταν γιγάντιοι. Και είδα ότι όλοι αυτοί, ας μην τους πω όλους, ήταν περιτρίμματα. Με πιάνει τρόμος άμα σκεφτώ ότι π.χ. αν νικούσε τότε η επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, έναν γελοίο άνθρωπο -τον είδα από κοντά και κατάλαβα τι γελοίος άνθρωπος ήταν- θα είχαμε υπουργό Οικονομικών τον Μπαρτζώτα, θα είχαμε υπουργό της Παιδείας π.χ. τον Στρίγγο, θα είχαμε υπουργό των Εσωτερικών τον άλλον, τον ανεκδιήγητο άνθρωπο που ήρθε από την Κρήτη, τον Βλαντά, ο οποίος ήταν για την εποχή εκείνη ένας ήρωας για τη νεολαία […] . Άνθρωποι γελοίοι, χωρίς καμιά παιδεία για να παίξουν έναν ουσιαστικό ρόλο, σαν αυτόν που φιλοδοξούσαν να παίξουν. Κι όμως εκείνη την εποχή, σας επαναλαμβάνω, τους έβλεπα τους ανθρώπους αυτούς σαν γίγαντες».
Πρόκειται για μια, από πολλές απόψεις, εντυπωσιακή ομολογία: ο Λ. Κύρκος αναγνωρίζει με θάρρος την έλλειψη κριτικής σκέψης (και του ηθικού αναστήματος που αυτή προϋποθέτει) χάριν του «αγώνα», στηλιτεύει τη ροπή των νέων στον εντυπωσιασμό (και, εμμέσως, την ιδεοληψία), και επικρίνει την άκριτη λατρεία των ηγετών. Θα σταθώ ιδιαίτερα σε ένα σημείο: στην περιφρόνηση με την οποία ένας τόσο ήπιος άνθρωπος όπως ο Κύρκος σχολιάζει τους πρωτεργάτες του κομμουνιστικού κινήματος (τους συντρόφους του, δηλαδή) τη δεκαετία του 1940: άνθρωποι «γελοίοι», «ανεκδιήγητοι», «χωρίς καμία παιδεία», «περιτρίμματα». Προσέξτε την ανακούφιση που νοιώθει με τη διαπίστωση ότι τέτοιοι άνθρωποι (οι άνθρωποι-ινδάλματα της παράταξής του) δεν κυβέρνησαν ποτέ τη χώρα!
Όχι ότι η άλλη πλευρά (η οποιαδήποτε πλευρά) δεν είχε (και δεν έχει) αντίστοιχης (και χειρότερης) ποιότητας ανθρώπους. Αυτό που, νομίζω, ότι υπονοούσε, αναπολώντας με απογοήτευση αλλά και ανακούφιση τα περασμένα, ο Κύρκος είναι άλλο: τα ευγενέστερα ιδανικά εκφράστηκαν από τέτοιας χαμηλής ποιότητας πολιτικό προσωπικό. Καλύτερα που χάσαμε, λέει, γιατί τέτοιοι άνθρωποι θα μας οδηγούσαν στον όλεθρο. Δεν έχουν σημασία μόνο οι ιδέες, αλλά και ο χαρακτήρας αυτών που τις εκφράζουν. Τις καλύτερες αξίες αν τις εκπροσωπούν άνθρωποι μικρόνοες, καιροσκόποι, ιδιοτελείς, κενόδοξοι, απαίδευτοι, ψευδολόγοι ή εγωπαθείς (αφήνω κατά μέρος την ανεντιμότητα), τότε όχι μόνο οι αξίες διαστρέφονται, αλλά, ακόμη χειρότερα, γίνονται όπλα για την κατίσχυση των «γελοίων».
Γνωστά όλα αυτά και διόλου πρωτότυπα. Τα έφερα στο μυαλό μου ξανά, παρακολουθώντας πρόσφατες τηλεοπτικές εικόνες από το υπουργικό συμβούλιο της νέας αριστερής κυβέρνησης, το προεδρείο της νέας Βουλής, και την ορκωμοσία του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Τους αδύναμους υπερασπίζονται με στόμφο ο Κατρούγκαλος και ο Στρατούλης, ο Βούτσης και ο Λαφαζάνης, ο Φλαμπουράρης και ο Σκουρλέτης, η Κωνσταντοπούλου και ο Μητρόπουλος. Και τη διόγκωση του δημόσιου χρέους διεκτραγωδεί αυτός που τόσο συνεισέφερε σε αυτή - ο Παυλόπουλος! Αλλά, βέβαια, όταν την «εθνική αξιοπρέπεια» υπερασπίσθηκαν ο Στυλιανίδης και ο Βουλγαράκης, η Βούλτεψη και ο Γιακουμμάτος, ο Λοβέρδος και ο Πρωτόπαπας, γιατί την «κοινωνική σωτηρία» να μην επαγγέλλονται οι απόγονοι του Μπαρτζώτα και του Βλαντά;
Το ενδιαφέρον σήμερα δεν είναι μόνο ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, ούτε ότι δέχεται τόσες κολακείες, αλλά ότι προσέρχεται στην τελετή εκφωνώντας επαναστατικά συνθήματα!
Δευτέρα 6 Απριλίου 2015
Η κρίση είναι ευκαιρία - Χρειάζονται ριζικές πολιτικές τομές για να αλλάξει η Κύπρος
Συνέντευξη του Χαρίδημου Κ. Τσούκα στην κυπριακή εφημερίδα «Ο Πολίτης»
Οι πολίτες νιώθουν έντονα τις τελευταίες μέρες, με όλα αυτά τα παρατράγουδα στην Κεντρική Τράπεζα, να επανέρχεται μέσα τους το αίσθημα ότι όλα γύρω τους καταστρέφονται. Ότι όλα είναι υπό διάλυση. Ότι ο πάτος δεν έχει τέλος…
Το φαινόμενο που είδαμε να εξελίσσεται μπροστά μας εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της θεσμικής παρακμής που μαστίζει τον τόπο μας, δημιουργώντας ένα πολύ δυσάρεστο συναίσθημα στον πολίτη. Κι ακόμη πιο δυσάρεστο είναι το γεγονός πως ούτε τώρα αναλαμβάνει κανείς με θάρρος την ευθύνη. Τέτοιου είδους φαινόμενα, είτε είναι σκάνδαλα, είτε είναι θεσμικές δυσλειτουργίες, είτε είναι φαινόμενα σήψης και σαθρότητας των θεσμών, μας αποστερούν την ελπίδα και την προοπτική. Όταν διερωτάσαι «πού ζω», «πού θα ζω τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου», «ποιοι άνθρωποι παίρνουν αποφάσεις για μένα και για τα παιδιά μου» και δεν έχεις απαντήσεις, αισθάνεσαι την καταστροφή να πλησιάζει. Απελπίζεσαι.
Αυτό παράγει κι ένα αίσθημα αποστροφής από τα κοινά.
Η φυσική τάση είναι να προσλαμβάνουμε τα συλλογικά μας προβλήματα μέσα από την ιδιωτική μας οπτική γωνία. Σε περιόδους παρακμής δε εντείνεται η εσωστρέφεια και οι δεσμοί ατόμου-κοινωνίας αδυνατίζουν. Ο πολίτης καταλαμβάνεται από ένα αίσθημα ανημπόριας, το οποίο εξηγεί στον εαυτό του με διάφορους τρόπους, όπως π.χ. «η πολιτική είναι και πάντα θα είναι μια μία διεφθαρμένη υπόθεση, οπότε δεν μπορώ να κάνω κάτι Δεν με ενδιαφέρουν τα κοινά». Βεβαίως, δεν αντιλαμβάνεται ότι, με αυτό τον τρόπο, κάνει, τελικά, κακό στον εαυτό του. Διότι όσο και να ιδιωτικοποιείς τα προβλήματά σου, ο αέρας που αναπνέεις, τα σχολεία που στέλνεις τα παιδιά σου, το νοσοκομείο που χρησιμοποιείς , η δημόσια τάξη και η ασφάλεια, όλα αυτά είναι συλλογικά αγαθά τα οποία εξαρτώνται από τις επιλογές των ιθυνόντων της πολιτείας. Για να ξεφύγει ο πολίτης από την εσωστρέφειά του θα πρέπει να δει κάπου ελπίδα. Η ελπίδα συνήθως προέρχεται από ανθρώπους οι οποίοι διαδραματίζουν έναν ηγετικό πολιτικό ρόλο, αφού, στις σύγχρονες κοινωνίες, η δημοκρατική πολιτική είναι ο έλλογος τρόπος με τον οποίο χειριζόμαστε τις συλλογικές μας υποθέσεις. Όταν οι προσδοκίες μου ως πολίτη δω ότι εκφράζονται από έναν ελπιδοφόρο πολιτικό, τότε εμπνέομαι και συνειδητοποιώ ότι έχω κι εγώ τη δυνατότητα να επηρεάσω τα πράγματα.
Στην Ελλάδα το είδαμε αυτό να συμβαίνει. Στην Κύπρο; Βλέπετε να έρχεται από κάπου;
Στην Ελλάδα συνέβη η αλλαγή. Για το καλύτερο ή το χειρότερο απομένει να το δούμε. Εδώ δεν έχουμε ούτε καν αυτό… Έχουμε, αντίθετα, ένα παγιωμένο πολιτικό σύστημα, κόμματα-απολιθώματα τα οποία προσποιούνται ότι ασκούν αυτοκριτική για τις πράξεις ή παραλείψεις τους. Βλέπετε, οι οργανισμοί, όπως και τα άτομα, αναπτύσσουν συμπεριφορές, οι οποίες απορρέουν από ιστορικούς εθισμούς (νοοτροπίες και πρακτικές). Είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούν από αυτούς τους εθισμούς, εκτός αν συμβούν είτε μείζονες κρίσεις, είτε αλλαγή των ηγετικών προσώπων, είτε και τα δύο.
Ακούσαμε πριν από λίγες μέρες την ευρωβουλευτή Ελένη Θεοχάρους να μιλά για ένα καινούργιο κίνημα. Αυτό θα ήταν αλλαγή; Υπάρχει και ο Γιώργος Λιλλήκας ο οποίος πλασάρει το καινούργιο… Πείθει πιστεύετε;
Θεωρώ πως αυτή τη στιγμή υπάρχει μία ευκαιρία στην «πολιτική αγορά». Υπάρχει ένα μεγάλο κενό ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι αδυνατίζουν οι σχέσεις που είχε ο κόσμος μέχρι σήμερα με τα υφιστάμενα κόμματα. Η διάθεση του πολίτη είναι να απαγκιστρωθεί από αυτά. Το εάν θα το κάνει εξαρτάται από το ποιος θα είναι ο «political entrepreneur» - ο πολιτικός, δηλαδή, εκείνος που θα του εμπνεύσει έναν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας και συμπεριφοράς. Για την κ. Θεοχάρους δεν ξέρω, αλλά ο κ. Λιλλήκας δεν πιστεύω ότι μπορεί να το κάνει αυτό. Υπήρξε οργανικό μέλος του κατεστημένου πολιτικού συστήματος που έφερε τη χώρα σε αυτό το χάλι.. Δεν μπορεί να εκπροσωπήσει πειστικά το καινούργιο. Η κ. Θεοχάρους ήταν πάντα μία ιδιαίτερη φωνή μέσα στον ΔΗΣΥ, αλλά και πάλι έχω αμφιβολίες για το κατά πόσο μπορεί να ενσαρκώσει το καινούργιο. Το καινούργιο δεν εξαντλείται στο να λες διαφορετικά πράγματα. Σε επίπεδο διακηρύξεων ακόμη και οι ηγέτες των κατεστημένων κομμάτων μπορούν να πουν κάτι καινούργιο. Το καινούργιο, για να γίνει πιστευτό, για να αποκτήσει πολιτική δραστικότητα, πρέπει να το πεις με τέτοιο τρόπο που να το ενσαρκώνεις – ο λόγος σου να αντανακλά τη συμπεριφορά σου. Για να συμβεί αυτό απαιτείται η ανάληψη πολιτικού ρίσκου. Ίσως δεν διαθέτω ιδιαίτερη φαντασία, αλλά δυσκολεύομαι να δω πώς αυτό μπορεί να έλθει από τα υφιστάμενα κομματικά σχήματα.
Πώς είδατε την πρόταση Τορναρίτη για διάλυση της βουλής τώρα και εισαγωγή της οριζόντιας ψηφοφορίας;
Μου φαίνεται καλή πρόταση. Είναι μία πρόταση η οποία μπορεί να παραγάγει καινούργια αποτέλεσμα. Αλλά είδα, συγχρόνως, και με τι σπουδή έσπευσε το κατεστημένο του κυβερνητικού κόμματος να την απορρίψει. Τα μεγάλα κόμματα πάσχουν από την κλασική αυταπάτη των ισχυρών: νομίζουν ότι θα μπορέσουν, με τη δύναμή τους, να καταστήσουν το μέλλον προέκταση του παρελθόντος. Δεν αντιλαμβάνονται ότι ήδη μετατοπίζονται οι τεκτονικές πλάκες στην κοινωνία και χρειάζονται νέα μορφώματα ή γενναίες προσπάθειες αυτο-μετασχηματισμού για να εκφράσουν αυτό το καινούργιο.
Την προηγούμενη φορά που μιλήσαμε με αφορμή τις συλλήψεις και τις καταδίκες πολιτικών και αξιωματούχων, ήσασταν πιο αισιόδοξος.
Ήμουνα και παραμένω αισιόδοξος ως προς αυτό: Εδώ που έφτασαν τα πράγματα, το μέγεθος της κρίσης μας στερεί το προνόμιο να προσποιούμαστε ότι δεν την βλέπουμε. Παλαιότερα σκουπίζαμε τα προβλήματά μας κάτω από το χαλί και πορευόμασταν με μία πλαστή ευημερία. Τώρα δεν έχουμε την πολυτέλεια της αυταπάτης κι αυτό ενεργοποιεί τους θεσμούς λογοδοσίας και ελέγχου σε μία δημοκρατία. Η Κύπρος δεν είναι κάποια δημοκρατία της Μέσης Ανατολής. Είναι μία δυτικού τύπου δημοκρατία και η πάνδημη επιθυμία για δικαιοσύνη δημιουργεί ρωγμές στο πολιτικό σύστημα της διαπλοκής και της διαφθοράς. Αν αυτές οι ρωγμές - οι ρωγμές στη φαυλότητα - διευρυνθούν και σχηματίσουν ρήγμα στο θεσμικό μας σύστημα και στο πολιτικό μας οικοδόμημα είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Οι κοινωνικές-πολιτικές εξελίξεις διαμορφώνονται με έναν σχετικά απρόβλεπτο τρόπο. Πάντως, δυνατότητες διανοίγονται. Το θέμα είναι εάν θα εκφραστούν και πολιτικά. Το μεγάλο πολιτικό στοίχημα είναι να βρεθούν άνθρωποι και κόμματα που θα μπορέσουν να εκφράσουν το καινούργιο ήθος που καθιστούν εφικτό αυτές οι ρωγμές.
Ο Νίκος Αναστασιάδης θα μπορέσει να κάνει αυτό το άλμα προς το καινούργιο; Ποια γεύση σας έχουν αφήσει τα δύο χρόνια της διακυβέρνησής του;
Φοβούμαι ότι, σε γενικές γραμμές, ο κ. Αναστασιάδης έχει αποδειχθεί κατώτερος των περιστάσεων. Και για να είμαι ειλικρινής δεν είναι κάτι που με εκπλήσσει. Αυτή τη διάγνωση την είχα κάνει και προεκλογικά. Μελετώντας τον προεκλογικό πολιτικό του λόγο, έβλεπα έναν άνθρωπο ο οποίος περισσότερο επιδίδεται σε λαϊκισμό και εκστομίζει ανώδυνες κοινοτοπίες, παρά έναν ηγέτη ο οποίος γνωρίζει πού θέλει να πάει η χώρα και είναι διατεθειμένος να συγκρουστεί με τα οργανωμένα συμφέροντα που εμποδίζουν τη νέα πορεία. Αυτό, δυστυχώς, επιβεβαιώνεται. Αρκετές επιλογές προσώπων σε δημόσια αξιώματα ή η αντιμετώπιση θεσμικών μεταρρυθμίσεων υπαγορεύονται, εν πολλοίς, από τους πολιτικούς εθισμούς του παρελθόντος Δεν βλέπω έναν ηγέτη ο οποίος είναι διατεθειμένος να συγκρουστεί με τα οργανωμένα συμφέροντα που καθηλώνουν τη χώρα, να ενισχύσει την πολιτική ανεξαρτησία και τη στιβαρότητα των θεσμών και, σε τελική ανάλυση, να επανεφεύρει τον εαυτό του.
Μπορεί να το κάνει εάν το θελήσει;
Θεωρητικά είναι πολύ δύσκολο για έναν άνθρωπο που είναι γέννημα-θρέμμα του πολιτικού συστήματος, όπως ο κ. Αναστασιάδης, να χαράξει μια τελείως διαφορετική πορεία. Δύσκολο μεν, όχι απαραίτητα αδύνατο δε. Μπορεί να το κάνει αν δημιουργήσει μέσα του τον απαιτούμενο χώρο που θα του επιτρέψει να επανεφεύρει τον εαυτό του. Όταν αναμετράσαι με μεγάλα προβλήματα πρέπει να έχεις την ικανότητα να μπορείς να ξανασκεφτείς τον πολιτικό σου εαυτό διαφορετικά. Δεν διακρίνω κάτι τέτοιο στην περίπτωση του κ. Αναστασιάδη. Απουσιάζει η ρηξικέλευθη συμπεριφορά, η γενναία ανάληψη πολιτικού ρίσκου. Αντίθετα, στον Πρόεδρο χρεώνονται συμπεριφορές ( π.χ. το πρώην δικηγορικό του γραφείο και ο ρόλος του στην περίπτωση της Ryan Air, η αγορά του οικοπέδου δίπλα από το σπίτι του από τον Αρχιεπίσκοπο, η εξαγωγή χρημάτων από τους συμπεθέρους του πριν από το κούρεμα, κλπ), τις οποίες ο πολίτης προσλαμβάνει ως σκιές πάνω σε ένα λαμπερό δημόσιο αξίωμα. Τέτοιες σκιές εμποδίζουν έναν ηγέτη να έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία - ότι, δηλαδή, είναι, όπως γράφει ο Θουκυδίδης για τον Περικλή, «διαφανώς αδωρότατος». Ο ηγέτης που δεν κάνει «δώρα» στην οικογένειά του, στο κόμμα του ή σε επιμέρους συμφέροντα, είναι ο ηγέτης που πείθει την κοινή γνώμη ότι έχει ως πυξίδα στη διακυβέρνησή του αποκλειστικά το δημόσιο συμφέρον.
Το είχατε αναφέρει αυτό και στην προηγούμενη μας συνέντευξη μιλώντας για τον Δημήτρη Χριστόφια…
Μου αρέσει ιδιαίτερα αυτός ο όρος, διότι στη λέξη «αδωρότατος» δίνω την ευρύτατη δυνατή ερμηνεία. Ότι, δηλαδή, όχι μόνο δεν εξαγοράζεται ένας ηγέτης σε προσωπικό επίπεδο, αλλά ούτε καν σε κομματικό επίπεδο. Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος προτάσσει πάντοτε το δημόσιο συμφέρον. Και είναι διατεθειμένος να συγκρουστεί και με τον εαυτό του και με το κόμμα του προκειμένου να προωθήσει το δημόσιο συμφέρον. Σημειώστε ότι εάν δεν το κάνει τώρα σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης, πότε θα να το κάνει; Ασυνήθιστες περιστάσεις χρειάζονται ασυνήθιστους ηγέτες. Εμείς έχουμε ασυνήθιστες περιστάσεις αλλά, φοβούμαι, πολύ συνηθισμένους ηγέτες.
Του έχουν απομείνει άλλα τρία χρόνια για να μπορέσει να εργαστεί προς αυτή την κατεύθυνση. Θα ανατρέψει αυτή την εικόνα πιστεύετε;
Ως πολίτης εύχομαι ειλικρινώς να βρει τη δύναμη, τη διαύγεια, το σθένος και εκείνα τα συναισθήματα που θα του επιτρέψουν να κάνει τη δουλειά του με έναν τέτοιο τρόπο, ο οποίος θα βάλει τη χώρα σε μία διαφορετική τροχιά. Ξέρουμε ποια πρέπει να είναι αυτή η τροχιά. Βραχυπρόθεσμα, για να ανακτήσουμε την οικονομική κυριαρχία μας, πρέπει να εφαρμόσουμε το Μνημόνιο γρήγορα και αξιόπιστα. Μακροπρόθεσμα, πρέπει να έχουμε στόχο να δημιουργήσουμε στην ανατολική Μεσόγειο μια χώρα με την πολιτική κουλτούρα και τη θεσμική συγκρότηση των Σκανδιναβικών χωρών. Δεν είναι αδύνατο. Είναι τεράστια η πρόκληση κι εύχομαι ο Πρόεδρος να τα καταφέρει.
Ως αναλυτής, όμως, εάν έπρεπε να δώσω πιθανότητες σε αυτό που ο πολίτης εύχεται, θεωρώ πως οι πιθανότητες είναι μικρές κι αυτό με γεμίζει απαισιοδοξία. Αλλά, όπως είπα πριν, οι κοινωνικές εξελίξεις δεν είναι νομοτελειακές. Οι κοινωνίες πάντοτε μας εκπλήσσουν, όπως άλλωστε μας εκπλήσσουν και οι άνθρωποι. Έτσι, πολύ θα ήθελα να εκπλαγώ ευχάριστα από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Η έκπληξη όμως δεν αφορά μόνο τους άλλους. Αφορά κι εμένα, και σας και τον καθένα. Ως πολίτης πασχίζω να ανατρέψω αυτά που διαβλέπω ως αναλυτής. Πασχίζω για την έκπληξη.
Πάντως ορισμένα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, δικές του επιλογές, όπως κατάφεραν να συγκρουστούν με το κατεστημένο. Ο Χάρης Γεωργιάδης π.χ. κατάφερε να σπάσει το στερεότυπο που θέλει την Κύπρο να συμπορεύεται πάντα με την Ελλάδα.
Συμφωνώ. Και για να μην θεωρηθώ μονόπλευρος πρέπει να πω ότι η διαχείριση του Μνημονίου εκ μέρους του Προέδρου Αναστασιάδη είναι καλή. Ως αποτέλεσμα, η Κύπρος έχει κάνει πολύ καλύτερη πρόοδο από την Ελλάδα, είναι πολύ πιο κοντά στην έξοδο από το Μνημόνιο, κι αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το πιστωθεί η Κυβέρνηση, αλλά και γενικότερα το πολιτικό σύστημα της χώρας. Στην Κύπρο δεν είχαμε ακραία φαινόμενα συγκρούσεων όπως στην Ελλάδα.
Πολιτικά μιλώντας, είναι σημαντικό να γίνεται ο διαχωρισμός μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας. Είναι δύο διαφορετικές χώρες, με, ενίοτε, αποκλίνοντα συμφέροντα. Μοιράζονται, βεβαίως, τον ίδιο πολιτισμό, αλλά είναι πολιτικά διαφορετικές χώρες. Αν λ.χ. το ελλαδικό πολιτικό σύστημα κυριαρχείται από αυτοκαταστροφική τάση, οδηγώντας τη χώρα έξω από το ευρώ, δεν θα πρέπει η Κυπριακή κυβέρνηση να πάρει αποστάσεις, προασπίζοντας το δικό της κρατικό συμφέρον; Βέβαια, χρειάζεται διπλωματικότητα, κατανόηση, και σύνεση. Αλλά απαιτείται, πάνω απ΄ όλα, πραγματισμός. Συγχωρέστε με αλλά θα είμαι ωμός. Αν εγώ είμαι άσωτος στη ζωή μου, γατί θα πρέπει να στιγματισθεί αντίστοιχα και ο αδερφός μου; Η αναγκαία αλληλεγγύη δεν αποκλείει τη μέριμνα για το καλώς νοούμενο συμφέρον. Ο Υπουργός Οικονομικών της Κύπρου οφείλει, πάνω απ’ όλα, να υπερασπίζεται τα συμφέροντα της χώρας του. Δεν συμφέρει οικονομικά την Κύπρο να την ταυτίζουν οι δανειστές με την αστάθεια και την αυτοκαταστροφή που εκπέμπει η Ελλάδα. Χαίρομαι που αυτό δείχνει να το κατανοεί ο Υπουργός Οικονομικών, και πρέπει να αγνοήσει τις επικρίσεις. Είναι Υπουργός Οικονομικών της Κύπρου, όχι του ελληνισμού.
Θέλετε να κάνετε μία πρόβλεψη για την Ελλάδα; Οδεύει εκτός ευρωζώνης;
Είναι δύσκολη η πρόβλεψη, αλλά, όλο και περισσότερο δυσκολεύομαι να δω πώς η Ελλάδα θα καταφέρει να μείνει στην ευρωζώνη. Η χώρα βιώνει μία βαθιά πολιτική αντίφαση. Θέλει να μείνει στο ευρώ, αλλά με τους δικούς της όρους. Αυτό, φοβάμαι, ότι δεν γίνεται. Συγχρόνως, η ελληνική κυβέρνηση έχει να διαχειριστεί μία εκρηκτική κατάσταση. Υπάρχει, πράγματι, πρωτοφανής για ευρωπαϊκή χώρα ανθρωπιστική κρίση. Η σημερινή κυβέρνηση ορθά έθεσε το θέμα της λιτότητας αλλά, παρά τις διακηρύξεις της, δεν διαθέτει αυθεντικά μεταρρυθμιστική πνοή και έχει χάσει την εμπιστοσύνη των δανειστών της. Εύχομαι, πάντως, και τα δύο μέρη να δουν τη μεγάλη εικόνα και να συμβιβαστούν. Από την ιστορία, όμως, γνωρίζουμε το βαθύ ανορθολογισμό που ενίοτε διαπερνά τις ανθρώπινες υποθέσεις - μείζονες κρίσεις ξεπερνιούνται με μεγάλες καταστροφές. Δεν σας κρύβω ότι ανησυχώ.
H Χρυστάλλα Γιωρκάτζη από ένας αξιοσέβαστος άνθρωπος στην κοινωνία όσο ήταν Γενική Ελέγκτρια κατέληξε να υφίσταται όλον αυτό τον πόλεμο και την καχυποψία ως Κεντρική Τραπεζίτης. Πώς είδατε την περίπτωση;
Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον φαινόμενο, το οποίο βλέπουμε συχνά στη διοίκηση οργανισμών. Έχει να κάνει με το ότι κάποιος ενδέχεται να προαχθεί στο επίπεδο της ανικανότητάς του! Η κ. Γιωρκάτζη, κατά την άποψή μου, δεν έπρεπε να έχει διοριστεί στη θέση του Διοικητής της Κ.Τ., για έναν πάρα πολύ απλό λόγο: δεν έχει την απαιτούμενη τεχνοκρατική επάρκεια. Δεν γνωρίζει από τραπεζική, τόσο απλά. Αντιλαμβάνομαι γιατί κολακεύτηκε όταν της έγινε η σχετική πρόταση, αλλά όφειλε να είναι πιο συγκρατημένη η ίδια. Επιπλέον, όταν, αργότερα, ήρθε στην επιφάνεια το θέμα του συμβολαίου της και το θέμα της σύγκρουσης συμφερόντων , έδωσε την εντύπωση του ανθρώπου προτιμά την αίγλη και την οικονομική ευμάρεια που του αποφέρει η συγκεκριμένη θέση, παρά την υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Αντιλαμβάνεστε ότι τέτοια συμπεριφορά αμαυρώνει την εικόνα του ακέραιου δημόσιου λειτουργού που είχαμε σχηματίσει μέχρι τώρα. Πάντα εντυπωσιάζει πώς η εξουσιολαγνική φιλοδοξία τυφλώνει τα άτομα. Με λυπεί γιατί η κυρία Γιωρκάτζη δεν νοιάστηκε τόσο όσο θα έπρεπε για να περιφρουρήσει το μέχρι πρότινος καλό της όνομα. Έχουμε μεγάλη ανάγκη από θετικά παραδείγματα στο δημόσιο βίο. Φτωχαίνουμε όλοι όταν αυτά απαξιώνονται.
Τι θα κάνατε στη θέση της;
Δεν θα είχα αποδεχτεί έναν διορισμό σε ένα αντικείμενο που δεν το γνωρίζω σε βάθος. Νομίζω ότι απ’ εκεί ξεκινά το θέμα: ποια ήταν τα δικά της κίνητρα. Μπορώ να καταλάβω γιατί κανείς να κολακευτεί. Είναι μεγάλη τιμή και εξαιρετικά προσοδοφόρο να σου ζητούν να είσαι ο επικεφαλής της Κ.Τ. Θεωρώ, όμως, ότι ένας στοχαστικός ηγέτης πρέπει να διερωτάται για τα κίνητρά του και τις δυνατότητές του. Στο θέμα του ασυμβίβαστου, ακόμα και να την πιστώσουμε με καλές προθέσεις, από τη στιγμή που αυτό αποκαλύφθηκε, μόνο η οδός της αξιοπρεπούς παραίτησης της απέμενε. Θυμάμαι την ανακοίνωσή της το περασμένο φθινόπωρο για τις επικρίσεις που δέχθηκε για τη σύγκρουση συμφερόντων: επικαλέσθηκε τη μέχρι τότε φήμη της ως ακέραιου Γενικού Ελεγκτή. Προσποιήθηκε ότι δεν κατάλαβε το επίμαχο θέμα: Καθιερώνουμε το ασυμβίβαστο όχι γιατί δεν γνωρίζουμε τη μέχρι τώρα ακεραιότητα κάποιου, αλλά γιατί θέλουμε να είμαστε διαρκώς βέβαιοι ότι αυτός δεν θα μπει στον πειρασμό να νοθεύσει τα κριτήρια με τα οποία ασκεί το λειτούργημά του. Το ασυμβίβαστο προστατεύει τον άνθρωπο που και θέλει να είναι και να φαίνεται ότι είναι ακέραιος στην κρίση του.
Πού αποδίδετε αυτή την έντονη σύγκρουση του πολιτικού συστήματος με τους Κεντρικούς Τραπεζίτες;
Πρώτον, έχει να κάνει με τη θεσμική μας ανωριμότητα. Ο Κεντρικός Τραπεζίτης επειδή ακριβώς είναι ένας τεχνοκράτης και διοικεί την οικονομία μέσα σε ένα πλαίσιο αυστηρών κανόνων δεν πρέπει να εμπλέκεται στην πολιτική διαμάχη όπως, δυστυχώς, συμβαίνει στην Κύπρο. Όχι ότι δεν υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για το τι πρέπει να κάνει ο Διοικητής της Κ.Τ., αλλά δεν πρέπει να του αποδίδονται πολιτικά κίνητρα, διότι, διαφορετικά, απαξιώνεται το αξίωμά του και αυξάνεται η πιθανότητα πολιτικών συγκρούσεων. Αυτό συνέβη στην περίπτωση Δημητριάδη και Ορφανίδη… Ο Ορφανίδης ιδεολογικά απείχε πάρα πολύ από την Κυβέρνηση Χριστόφια και αυτή η πολιτική σύγκρουση μεταξύ τους έκανε τεράστιο κακό στην ίδια τη χώρα. Στον Δημητριάδη αποδίδονταν, όχι άδικα, πολιτικά κίνητρα γιατί ανέχθηκε το ELA της Λαϊκής ενόψει επικείμενων εκλογών.
Δεύτερον, έχει να κάνει με τον τρόπο επιλογής των κρατικών αξιωματούχων στην Κύπρο. ΟΙ αξιωματούχοι, συνήθως, δεν επιλέγονται με ανοικτές, διαφανείς και αξιοκρατικές διαδικασίες, οπότε είναι ευάλωτοι σε διαρκή αμφισβήτηση Επιλέγουμε συνήθως τους αρεστούς όχι τους άριστους, και τα αποτελέσματα τα βλέπουμε γύρω μας – αναποτελεσματικότητα, απαξίωση, σκάνδαλα, διεθνής γελοιοποίηση.
Το τρίτο θέμα που οδηγεί σε συγκρούσεις είναι τα οργανωμένα συμφέροντα, τα οποία έχουν μεγάλη ισχύ εξαιτίας της διαπλοκής τους με το πολιτικό σύστημα. Τέτοια συμφέροντα έχουν κάθε λόγο να στοχοποιούν έναν Κεντρικό Τραπεζίτη που θίγει τα συμφέροντά τους. Όλα τούτα, βέβαια, αποτελούν ένδειξη θεσμικής ανωριμότητας.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)